Η ανησυχητική πορεία της κατάθλιψης ωθεί στον σχεδιασμό νέων αντικαταθλιπτικών και σε εξειδικευμένες θεραπείες σύμφωνα με τον κύριο Γιώργο Τζεφεράκο, Ψυχίατρο, Διδάκτορα Ψυχιατρικής ΕΚΠΑ.
Η κατάθλιψη είναι μια εξίσου κοινή και σοβαρή ψυχική νόσος η οποία εντάσσεται στο φάσμα των διαταραχών συναισθήματος. Εμφανίζεται τόσο με ψυχοσυναισθηματικά όσο και με γνωσιακά συμπτώματα ενώ το αποτύπωμά της στη γενική σωματική υγεία και λειτουργική κατάσταση του ατόμου είναι ιδιαίτερα σημαντικό.
Σε παγκόσμιο επίπεδο υπολογίζεται ότι οι ενήλικες πάσχουν από κατάθλιψη σε ποσοστό 5% με πάνω από 280 εκατομμύρια ανθρώπους να υποφέρουν από τη νόσο. Στην Ελλάδα, ο αριθμός αυτός είναι κατά τι υψηλότερος, αγγίζοντας το 5,7% και κατατάσσοντας τη χώρα μας στην 6η θέση διεθνώς. Χαρακτηριστική της σοβαρότητας της νόσου είναι η πρόβλεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας πως η νόσος το 2030 θα αποτελεί την κυριότερη αιτία αναπηρίας στον πλανήτη.
Η παρουσίαση των ασθενών με κατάθλιψη δύναται να ποικίλει τόσο ως προς τα χαρακτηριστικά της όσο και ως προς την ένταση αυτών. Ωστόσο, όπως αναφέρεται και στο ισχύον Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο των Ψυχικών Διαταραχών, με μία ένταση από μέτρια έως και πολύ σοβαρή τα συμπτώματα της νόσου είναι:
- καταθλιπτική διάθεση
- μειωμένο ενδιαφέρον ή/και άντληση ευχαρίστησης σε όλες ή σχεδόν όλες τις δραστηριότητες
- ψυχοκινητική διέγερση ή επιβράδυνση παρατηρήσιμη από άλλους
- σημαντική απώλεια ή αύξηση βάρους χωρίς εκούσια προσπάθεια
- κόπωση ή απώλεια ενέργειας
- αϋπνία ή υπερυπνία
- αισθήματα αναξιότητας ή υπέρμετρης ενοχής
- μειωμένη ικανότητα σκέψης, συγκέντρωσης ή/και λήψης αποφάσεων
- επαναλαμβανόμενες σκέψεις θανάτου
Τα προαναφερθέντα συμπτώματα σε μεγάλο βαθμό μπορούν να απαντώνται στο γενικό πληθυσμό. Για παράδειγμα, το αίσθημα της θλίψης ή η κόπωση και οι διακυμάνσεις του βάρους μπορεί να είναι φυσιολογικές καταστάσεις για όλους μας στην καθημερινότητά μας. Στην περίπτωση της κατάθλιψης, ωστόσο, τα συμπτώματα αυτά συνυπάρχουν για σημαντικό χρονικό διάστημα (τουλάχιστον 2 εβδομάδες) και με σημαντική ένταση ενώ το άτομο φαίνεται να αδυνατεί να τα αντιμετωπίσει έχοντας μειωμένη ικανότητα αυτορρύθμισης του συναισθήματος.
Τα ήδη γνωστά αίτια που κρύβονται πίσω από την κατάθλιψη εκτείνονται σε ένα μεγάλο φάσμα γενετικών, βιολογικών, περιβαλλοντικών και ψυχολογικών παραγόντων ενώ η πυροδότηση της νόσου οφείλεται πολλές φορές σε κάποιο δυσμενές ψυχοπιεστικό βίωμα του ατόμου π.χ. απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, μια παρατεταμένη περίοδος έντονου άγχους στο εργασιακό περιβάλλον κ.α.. Στις γυναίκες, ιδιαίτερα, απαντώνται επιπλέον η προεμμηνορρυσιακή δυσφορική διαταραχή, η περιγεννητική και η περιεμμηνοπαυσιακή κατάθλιψη που σχετίζονται με τις αντίστοιχες χρονικές περιόδους στη ζωή τους.
Όλα τα παραπάνω συγκλίνουν στην παραδοχή ότι η κατάθλιψη είναι μια πολύ συχνά εμφανιζόμενη νόσος, η οποία μπορεί να προσβάλλει ανθρώπους οποιασδήποτε ηλικίας και φύλου και να εκδηλωθεί με διάφορα συμπτώματα και σε μεγάλο εύρος εντάσεων. Έτσι, για τη διάγνωσή της απαιτείται το άτομο να απευθυνθεί σε ειδικό Ψυχίατρο ο οποίος θα εκτιμήσει την κατάσταση, θα κάνει διαφορική διάγνωση και θα σχεδιάσει μαζί με τον ασθενή το προτιμώμενο θεραπευτικό σχήμα.
Αναφορικά με τα σύγχρονα, λοιπόν, θεραπευτικά σχήματα, αυτά περιλαμβάνουν συνδυασμό διάφορων προσεγγίσεων και η τελική μορφή τους εξαρτάται από την ένταση και το είδος των συμπτωμάτων που αντιμετωπίζει ο ασθενής. Έτσι, στην ήπια κατάθλιψη συνηθίζεται μια αρχική παρέμβαση που είναι αρκετά αναγνωριστική όπως αλλαγές του τρόπου ζωής, διακοπή καταχρήσεων π.χ. αλκοόλ, αύξηση της σωματικής άσκησης κ.α. Στις ήπιες και μέτριες καταθλίψεις, όπως και στις ήπιες που φαίνονται να μην ανταποκρίνονται στην αρχική παρέμβαση. Ο ειδικός Ψυχίατρος μπορεί να προσθέσει φαρμακευτική αγωγή καθώς και κάποιο κατάλληλο ψυχοθεραπευτικό σχήμα.
Η φαρμακευτική αγωγή της κατάθλιψης περιλαμβάνει κατά κύριο λόγο αντικαταθλιπτικά σκευάσματα που ανήκουν σε μια από τις ακόλουθες κατηγορίες:
- εκλεκτικοί αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης
- αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης
Επίσης αλλά λιγότερο συχνά χρησιμοποιούνται και οι δύο ακόλουθες κατηγορίες:
- αναστολείς Μονοαμινοξιδάσης
- τρικυκλικά αντικαταθλιπτικα
Τα ανωτέρω σκευάσματα, γνωστά ευρέως και με τον όρο «κλασικά αντικαταθλιπτικά», στοχεύουν στην αποκατάσταση της λειτουργίας σημαντικών νευροδιαβιβαστών στον εγκέφαλο με απώτερο σκοπό την ενίσχυση των θετικών συναισθημάτων του ατόμου, π.χ. ευτυχία, ικανοποίηση και αισιοδοξία για το μέλλον. Παράλληλα, έχουν θετική επίδραση στις γνωστικές λειτουργίες όπως η μνήμη, βοηθούν στην αποκατάσταση ομαλού ύπνου ενώ κάποια από αυτά έχουν ακόμη πιο στοχευμένη δράση όπως αυτή στη σεξουαλική δυσλειτουργία ή τις διαταραχές πρόσληψης τροφής.
Παρά τη διαχρονικά σημαντική αποτελεσματικότητα των αντικαταθλιπτικών αυτών, πολλές φορές τα αποτελέσματά τους κάνουν αρκετές ή και πολλές εβδομάδες να φανούν. Ταυτόχρονα, η ανταπόκριση των ασθενών μπορεί να είναι μερική και να χρειάζεται εμπλουτισμός της θεραπείας με κάποιον ενισχυτικό παράγοντα όπως οι σταθεροποιητές διάθεσης και τα άτυπα αντιψυχωσικά. Ταυτόχρονα, οι πιο πρόσφατες κατευθυντήριες θεραπείες για την κατάθλιψη προτείνουν την προσθήκη κατάλληλης ψυχοθεραπευτικής παρέμβασης. Ανάμεσα στα υπάρχοντα σχήματα διακρίνονται η γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία, η διαπροσωπική θεραπεία, η θεραπεία επίλυσης προβλημάτων καθώς και διάφορες τεχνικές όπως η ενσυνειδητότητα και θεραπείες υποστήριξης. Στην περίπτωση, μάλιστα, της ήπιας κατάθλιψης, η ψυχοθεραπεία μπορεί να χορηγηθεί ως μονοθεραπεία.
Ωστόσο, παρά το μεγάλο εύρος διαθέσιμων θεραπειών για την κατάθλιψη και τους πολυάριθμους συνδυασμούς που μπορούν να προκύψουν ως θεραπευτικά σχήματα, αυτοί αδυνατούν να ανακουφίσουν από τα συμπτώματα της νόσου περίπου το 1/3 των ασθενών, αναδεικνύοντας μια σημαντική ακάλυπτη ιατρική ανάγκη. Αυτοί οι ασθενείς παρουσιάζονται τόσο ως μη ανταποκρινόμενοι στις κλασικές θεραπείες όσο και με πιο έντονα συμπτώματα τα οποία πολλές φορές χρήζουν νοσηλείας ή σχετίζονται με εντονότερες αυτοκτονικές σκέψεις ή και προσπάθειες αυτοτραματισμού. Γίνεται, λοιπόν, σαφές ότι αυτοί οι ασθενείς χρειάζονται εξειδικευμένη θεραπεία και πρέπει να αναζητήσουν υποστήριξη από ειδικό Ψυχίατρο σε ιατρεία Ανθεκτικής Κατάθλιψης το συντομότερο δυνατό.
Έτσι, πρόσφατες μελέτες δραστηριοποιήθηκαν στο χώρο αυτής της ανθεκτικής στη θεραπεία κατάθλιψης με νέα καινοτόμα σκευάσματα να αναδεικνύονται ως ισχυρά εργαλεία στην εργαλειοθήκη ασθενών και Ψυχιάτρων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η Εσκεταμίνη, το μόνο νεότερο αντικαταθλιπτικό με ένδειξη στην ανθεκτική κατάθλιψη, το οποίο δρα με έναν καινοτόμο μηχανισμό, σε σχέση με τα παλαιότερα αντικαταθλιπτικά, με ταχύτερο χρόνο έναρξης δράσης και νευροτροφικές ιδιότητες. Ταυτόχρονα, η επιστημονική κοινότητα εργάζεται εντατικά ώστε τα επόμενα χρόνια να αναμένονται ραγδαίες εξελίξεις στη φαρμακοθεραπεία της κατάθλιψης, της κατάθλιψης με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά π.χ. αυπνία ή ανηδονία και -σαφώς- της ανθεκτικής κατάθλιψης.
Τέλος, εκτός από τις προαναφερθείσες προσεγγίσεις θα πρέπει να αναφερθούν και οι σωματικές θεραπείες στις οποίες εντάσσονται η ηλεκτροσπασμοθεραπεία (ECT),o επαναληπτικός διακρανιακός μαγνητικός ερεθισμός (rTMS) και ο ερεθισμός του πνευμονογαστρικού νεύρου (VNS). Οι θεραπείες αυτές απαιτούν κατάλληλο ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και γίνονται σε εξειδικευμένα κέντρα.
Αντί επιλόγου, σημαντικό θα ήταν να τονιστεί ότι μεγάλο μέρος των ατόμων με κατάθλιψη δεν έχουν ακόμη καταφύγει σε ειδικό Ψυχίατρο με αποτέλεσμα να μη λαμβάνουν υποστήριξη. Η κατάθλιψη όταν παραμένει αθεράπευτη, ως επί το πλείστον, βαίνει επιδεινούμενη και υποτροπιάζουσα με ακόμη πιο δυσμενή πρόγνωση. Συνεπώς, αρχή όλων η αναζήτηση βοήθειας, χωρίς στιγματιστικά ταμπού και προκαταλήψεις!
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΖΕΦΕΡΑΚΟΣ ΨΥΧΙΑΤΡΟΣ
0 Σχόλια