Με τον όρο Μαθησιακές Δυσκολίες (Δ.Μ) αναφερόμαστε σε μια ανομοιογενή ομάδα δυσκολιών που εμφανίζουν οι μαθητές σε επίπεδο ανάγνωσης, γραφής και γραπτού λόγου, συλλογισμού, μαθηματικών ικανοτήτων καθώς και συναισθηματικών και κοινωνικών δεξιοτήτων. Κάθε παιδί εμφανίζει διαφορετική συμπτωματολογία και χρειάζεται διαφορετικό πρόγραμμα παρέμβασης.
Χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες οι οποίες είναι οι Ειδικές Μαθησιακές Δυσκολίες (Ε.Δ.Μ) και οι Γενικευμένες Μαθησιακές Δυσκολίες (Γ.Δ.Μ).
Παρακάτω παρουσιάζονται αναλυτικά ανά κατηγορία):
Οι Ε.Δ.Μ αφορούν μαθητές που δυσκολεύονται να εξελιχθούν μαθησιακά. Χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες σύμφωνα με το διαγνωστικό εγχειρίδιο του DSM-5 της Αμερικάνικης Ψυχιατρικής Εταιρείας (2013) (Παπαναστασίου, 2017):
1 – Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία στην ανάγνωση ή αλλιώς Δυσλεξία
2 – Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία στον γραπτό λόγο και τη γραφή
3 – Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία στα Μαθηματικά
4 – Ειδική Μαθησιακή Δυσκολία μη προσδιοριζόμενη αλλιώς, όπου σε αυτή τη περίπτωση οι δυσκολίες δε μπορούν να κατηγοριοποιηθούν με βάση την κλινική εικόνα που έχει ο μαθητής
Τα παιδιά με Ε.Δ.Μ έχουν μέσο και άνω νοητικό επίπεδο και σε καμιά περίπτωση δεν παρουσιάζουν νοητική αναπηρία. Δυσκολεύονται στα σχολικά μαθήματα και βιώνουν την σχολική αποτυχία.
Στις Γ.Δ.Μ ανήκουν οι μαθητές που παρουσιάζουν νοητικές ή συναισθηματικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να υπάρχει αντίκτυπο και στον μαθησιακό τομέα. Γενικότερα στους μαθητές με Γενικευμένες Δυσκολίες είναι εμφανή πρώτα τα συμπτώματα του συναισθηματικού και νοητικού τομέα και έπειτα ακολουθεί η χαμηλή μαθησιακή τους επίδοση λόγω των παραπάνω.
Καταλήγοντας, πρέπει να αναφερθεί ότι οι Μ.Δ είναι εγγενείς στο άτομο και δεν μπορεί να τις προκαλέσει κανένας εξωτερικός παράγοντας όπως το οικογενειακό ή σχολικό περιβάλλον.
Ωστόσο, η οικογένεια ή το σπίτι που αποτελούν σημαντικά περιβάλλοντα στα οποία ζει και αναπτύσσεται το παιδί μπορούν να επηρεάσουν την ένταση και τη συχνότητα εμφάνισής των Μ.Δ.
Οι Μ.Δ δεν σχετίζονται ούτε με το φύλο αλλά ούτε με τη καταγωγή και την ιθαγένεια του παιδιού. Τα ποσοστά παγκοσμίως είναι 10% με 15% (Παπαναστασίου, 2017).
Γενικότερα είναι σημαντικό να εντοπίζονται άμεσα οι Μ.Δ των μαθητών για να γίνει σωστή και εξατομικευμένη παρέμβαση. Μπορούν να εξελιχθούν ακαδημαϊκά και να υποστηριχθούν σε πολλούς τομείς. Το πιο σημαντικό είναι να λαμβάνουν αγάπη, αποδοχή και κατανόηση από τους γονείς και τους εκπαιδευτικούς και σίγουρα όχι κριτική, αρνητικό κλίμα και σύγκριση με τους μαθητές τυπικής ανάπτυξης.
Έλενα Βλάχου Φιλόλογος- ΜSc Ειδική παιδαγωγός
0 Σχόλια