Ο Τζόρτζιο Ναπολιτάνο (Giorgio Napolitano, ορθή προφορά: Τζόρτζο Ναπολιτάνο, Νάπολη, 29 Ιουνίου 1925- Ρώμη, 22 Σεπτεμβρίου 2023) ήταν Ιταλός πρώην πολιτικός και ισόβιος γερουσιαστής, που υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Ιταλίας (11ος) από το 2006 έως το 2015. Υπήρξε σημαντική μορφή του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας ως τη διάλυσή του, το 1991. Ήταν Πρόεδρος της Βουλής (1992–1994), Υπουργός Εσωτερικών (1996–1998) και 2 φορές (1989 - 1992 και 1999 - 2004) Ευρωβουλευτής.
Στις εκλογές για την ανάδειξη Προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας στις αρχές Μαΐου του 2006 ήταν υποψήφιος της Ένωσης του Ρομάνο Πρόντι και εξελέγη Πρόεδρος στην τέταρτη ψηφοφορία. Ανέλαβε καθήκοντα Προέδρου της Ιταλίας στις 15 Μαΐου 2006, διαδεχόμενος τον Πρόεδρο Κάρλο Ατζέλιο Τσιάμπι. Το 2013 έγινε ο πρώτος Πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας ο οποίος επανεκλέγεται για δεύτερη συνεχόμενη θητεία. Παραιτήθηκε λόγω ηλικίας στις 14 Ιανουαρίου 2015.
Οικογένεια και σπουδές
Γεννήθηκε στη Νάπολη, στις 29 Ιουνίου 1925. Ο πατέρας του, Τζιοβάνι, ήταν ένας φιλελεύθερος δικηγόρος ενώ η μητέρα του, Καρολίνα Μπόμπιο, κόρη ενός ναπολιτάνου επαγγελματία από το Πιεμόντε.
Το 1942 εισήχθη στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης, στο τμήμα Νομικής. Κατά τα φοιτητικά του χρόνια έγινε μέλος της φασιστικής νεολαίας του πανεπιστημίου (GUF - Gioventù Universitaria Fascista).
Ταυτόχρονα αρθρογραφούσε θεατρικές κριτικές στο εβδομαδιαίο περιοδικό IX Maggio, ενώ έπαιξε και σε μερικές παραστάσεις ως ηθοποιός, τις οποίες διοργάνωνε η GUF. Όπως ο ίδιος είχε δηλώσει αργότερα για τη σχέση του με την GUF, επρόκειτο «...στην πραγματικότητα για ένα αληθινό φυτώριο αντιφασιστικών πνευματικών δράσεων, μασκαρεμένο και ανεκτό μέχρι ενός ορισμένου σημείου...»
Την περίοδο που φοιτούσε στο πανεπιστήμιο της Νάπολης γνώρισε την μελλοντική του σύζυγο, Κλιό Μαρία Μπιτόνι η οποία ήταν και αυτή φοιτήτρια της Νομικής.
Παντρεύτηκαν το 1959 και απέκτησαν δύο γιους.
Από το πανεπιστήμιο αποφοίτησε το 1947, με μια διατριβή πάνω στην πολιτική οικονομία και την αποτυχία της βιομηχανικής ανάπτυξης στη νότιο Ιταλία μετά την Ιταλική ενοποίηση (Il mancato sviluppo industriale del Mezzogiorno dopo l'unità e la legge speciale per Napoli del 1904).
Μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ιταλίας
Την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου έλαβε μέρος στην Ιταλική αντίσταση (Resistenza italiana).
Το 1944 ήρθε σε επαφές με μέλη της κομμουνιστικής ομάδας της Νάπολης, ενώ βοήθησε στην άφιξη στην πόλη του προέδρου του Κομμουνιστικού Κόμματος, Παλμίρο Τολιάτι. Τον επόμενο χρόνο (1945) έγινε και επίσημα μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI - Partito Comunista Italiano). Υπήρξε μέλος της Γραμματείας του Ιταλικού Οικονομικού Κέντρου της Νότιας Ιταλίας, ενώ το 1953 εξελέγη για πρώτη φορά στην Βουλή των Αντιπροσώπων (Camera dei Deputati).
Το 1956 έγινε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος, κατά το 8ο συνέδριο, υπό την υποστήριξη του ίδιου του Τολιάτι.
Την περίοδο της εισβολής της Σοβιετικής Ένωσης στην Ουγγαρία το 1956, ο Ναπολιτάνο θα εναρμονιστεί με την επίσημη θέση του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ιταλίας, το οποίο τάχθηκε υπέρ της βίαιης καταστολής των Ούγγρων διαδηλωτών. Αργότερα, στην αυτοβιογραφία του (Dal PCI al socialismo europeo) θα εμφανιστεί μετανιωμένος για τη θέση του αυτή, για την οποία δήλωσε πως ένιωθε μια «σοβαρή αυτοκριτική τιμωρία». Αργότερα, οι πολιτικές του θέσεις επηρεάστηκαν βαθιά από τον Τζόρτζιο Αμεντόλα, ηγέτη της δεξιάς πτέρυγας του Κομμουνιστικού Κόμματος, που υποστήριζε την απαγκίστρωση του Κόμματος από την Σοβιετική Ένωση και την στροφή προς τον Ευρωκομμουνισμό.
Μεταξύ του 1963 και του 1966 υπήρξε γραμματέας της τοπικής επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος στη Νάπολη. Μετά το 10ο συνέδριο του Κόμματος, ο Ναπολιτάνο ανέλαβε θέση συντονιστή του γραφείου του Γραμματέα και του Πολιτικού Γραφείου του Κομμουνιστικού Κόμματος (1966 έως 1969)..
Μεταξύ 1969 και 1975 αναλαμβάνει υπεύθυνος της επιτροπής του κόμματος για θέματα πολιτισμού, ενώ από το 1976 έως το 1979 ήταν υπεύθυνος για την οικονομική πολιτική του κόμματος, αλλά και η επίσημη φωνή του κόμματος για τις σχέσεις του με την Κυβέρνηση Αντρεότι. Μεταξύ 1981 και 1986 υπήρξε επικεφαλής της κοινοβουλευτικής ομάδας του PCI στην Κάτω Βουλή, ενώ από το 1989 έως το 1992 ευρωβουλευτής..
Παρέμεινε στο Κομμουνιστικό Κόμμα μέχρι και τη διάλυσή του το 1991.
0 Σχόλια