Βλαισοποδία και ραιβοποδία ονομάζουμε τη διαφορετική γωνία του πέλματος, σε σχέση πάντα με το φυσιολογικό, στην οποία τυχόν λειτουργεί ένα άτομο στην όρθια στάση και τη βάδιση.
Βλαισοποδία έχουμε σε κάθε στροφή της πτέρνας προς τα έξω, σε σχέση με την κνήμη. Στη βλαισοποδία το βάρος του σώματος περνάει από την εσωτερική επιφάνεια του πέλματος, ενώ φυσιολογικά περνά κάθετα μέσα από τη βάση του άκρου ποδός, δηλαδή το πέλμα.
Στη βλαισοποδία, το μεγάλο δάκτυλο αλλά και τα μετατάρσια του ποδιού, στρέφονται προς τα έσω. Έτσι , επηρρεάζεται η ποδική καμάρα του πέλματος, και έτσι η ποδική καμάρα ή φαίνεται μειωμένη ή είναι ανύπαρκτη. Σε περίπτωση όπου δεν υπάρχει ποδική καμάρα, την απόκλιση αυτή την αποκαλούμε πλατυποδία.
Η διαφορετική γωνία στα πέλματα στην βλαισοποδία, επηρρεάζει όπως είναι φυσικό και τις υπερκείμενες και υποκείμενες αρθρώσεις. Έτσι επηρεάζεται και η γωνία των γονάτων, που εμφανίζονται να ακουμπούν μεταξύ τους ενώ τα πέλματα απομακρύνονται. Τα ισχία αποκλίνουν από τη μέση γραμμή και αργότερα ίσως να αναφέρεται και πόνος κατά την λειτουργία. Ενώ τα μετατάρσια και τα δάκτυλα συγκλίνουν προς τη μέση γραμμή και έρχονται σε έσω στοφή, μειώνοντας ή “εξαφανίζοντας” την ποδική καμάρα.
Ραιβοποδία
Η ραιβοποδία είναι η στροφή της πτέρνας προς τα έσω σε σχέση με την κνήμη και το βάρος περνάει από την έξω πλευρά του ποδιού. Είναι η ακριβώς αντίθετη κλίση του άκρου ποδός από ότι στη βλαισοποδία.
Σε αυτή την περίπτωση η ποδική καμάρα φαίνεται να είναι ψηλότερη από το φυσιολογικό πρότυπο. Το μεγάλο δάκτυλο και τα μετατάρσια στρέφονται προς τα έξω.
Στη ραιβοποδία επίσης έχουμε απόκλιση των γονάτων από τη φυσιολογική θέση. Σε αυτή την περίπτωση τα γόνατα απομακρύνονται μεταξύ τους και τα πέλματα συγκλίνουν. Τα ισχία επίσης συγκλίνουν περισσότερο προς τη μέση γραμμή. Τα μετατάρσια και τα δάκτυλα αποκλίνουν από τη μέση γραμμή και δημιουργούν καμπύλη σε σχέση με το έδαφος.
Σε περίπτωση έντονης ραιβοποδίας όπου η ποδική καμάρα δεν ακουμπάει καθόλου στο έδαφος έχουμε τη λεγόμενη κοιλοποδία.
Τι συμβαίνει σε περίπτωση βλαισοποδίας ή ραιβοποδίας;
Σε κάθε περίπτωση που υπάρχει ανισορροπία της βάσης στήριξης επηρρεάζεται η όρθια στάση και η βάδιση. Στην βλαισοποδία αλλά και στη ραιδοποδία τα οστά, οι μύες αλλά και οι τένοντες δυσλειτουργούν. Στις περιπτώσεις αυτές έχουμε κούραση, πόνους, κακό συντονισμό, ρικνώσεις ή χαλάρωση των μυών, και τελικά εύκολους τραυματισμούς.
Η δυσλειτουργία του άκρου ποδός όποτε συμβαίνει, έχει σαν αποτέλεσμα είτε βράχυνση των μυών ή την χαλάρωση τους. Αυτό με την πάροδο του χρόνου επηρρεάζει και τις αρθρώσεις των γονάτων και των ισχίων. Πάρα πολλές φορές τα άτομα με βλαισοποδία ή ραιβοποδία αναφέρουν έντονους πόνους και στις υπερκείμενες αρθρώσεις.
Είναι φυσιολογικό να επηρεάζεται πάντα ο τρόπος λειτουργίας και οργάνωσης του κινητικού προτύπου στην όρθια στάση σε κάθε δυσλειτουργία ή κακό έλεγχο του άκρου πόδα. Το πέλμα είναι αυτό που σταθεροποιεί όλο το σώμα και τις υπερκείμενες αρθρώσεις.
Τα άτομα με κάποια από αυτές τις στρεβλοποδίες, αναφέρουν κούραση, δεν αντέχουν στην ορθοστασία, δεν μπορούν να περπατάνε πολύ ώρα και στραβοπατάνε εύκολα. Η αστάθεια είναι αποτέλεσμα της κακής στάσης τόσο του πέλματος όσο και της ποδοκνημικής άρθρωσης.
Τι συμβαίνει στα παιδιά όταν έχουμε βλαισοποδία ή πλατυποδία;
Στην νεογνική ηλικία είναι πολύ σύνηθες το βρέφος να παρουσιάζει μία σχετική ραιβότητα στον άκρο πόδα. Αυτό ίσως συμβαίνει λόγο της θέσης των ποδιών στην εμβρυϊκή ζωή. Καθώς το παιδί μεγαλώνει, φυσιολογικά, ο προσανατολισμός του πέλματος οργανώνεται και τα πέλματα προσανατολίζονται στην φυσιολογική μέση θέση συμμετρικά.
Παρόλαυτα, υπάρχουν πολλές περιπτώσεις που τα πέλματα παρουσιάζουν απόκλιση και η πτέρνα δεν περνά από τη μέση γραμμή. Σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμη και μετά την ηλικία που το μωρό θα σηκωθεί και θα αρχίσει να βαδίζει, η οργάνωση του άκρου πόδα παρουσιάζει ακόμη απόκλιση. Σε κάθε τέτοια περίπτωση, για να μην γίνει μία χρόνια και μόνιμη κατάσταση, ίσως πρέπει να αξιολογηθεί από κάποιο ειδικό.
Επίσης κάποια παιδιά εκτός της ραιβής απόκλισης της γωνίας στην πτέρνα, περπατούν και στα δάκτυλα. Ο συνδυασμός αυτών των δύο αποκλίσεων καλείται ραιβοϊποποδία. Στην ραιβοϊποποδία το παιδί είναι δακτυλοβάμων αλλά ταυτόχρονα έχει και ραιβοποδία. Αποτέλεσμα η στροφή της πτέρνας προς τα έσω, η στάση και το περπάτημα γίνεται στα δάκτυλα και το ΚΒΣ στην έξω επιφάνεια του πέλματος. Αυτό επηρρεάζει τόσο τη στάση όσο και τη βάδιση.
Σε περιπτώσεις συνδιασμού βλαισοποδίας και πλατυποδίας έχουμε τη λεγόμενη βλαισοπλατυποδία. Σύμφωνα με τις νέες μελέτες η βλαισοπλατυποδία χαρακτηρίζεται ως ασθένεια. Ως τέτοια χρειάζεται αγιολόγηση και αποκατάσταση από εξειδικευμένο παιδιατρικό φυσικοθεραπευτή, ανάλογα της σοβαρότητας της.
Το πόδι είναι το όργανο που στηρίζει όλο το σώμα του ατόμου. Αν δεν λειτουργεί σωστά είναι φανερό ότι και το υπόλοιπο σώμα θα έχει παθογένεια.
Πώς γίνεται η διάγνωση της βλαισοποδίας και ραιβοποδίας;
Η διάγνωση της βλαισοποδίας, ραιβοποδίας ή και των συνδυασμών τους γίνεται από τον ορθοπεδικό ή με πελματογράφημα ή με ειδικές μετρήσεις από έναν εξειδικευμένο φυσικοθεραπευτή.
Εφόσον μετρηθεί η απόκλιση του άκρου ποδός είναι εφικτό να κατασκευαστούν ορθωτικά πέλματα με την κατάλληλη διόρθωση. Η διόρθωση αφορά στην γωνία της πτέρνας και στην αποκατάσταση του ΚΒΣ ώστε να περνά από τη βάση στήριξης.
Πια είναι τα αίτια της βλαισοποδίας και ραιβοποδίας;
Τα αίτια που οδηγούν στις απόκλισεις της πτέρνας και του άκρου ποδός είναι μάλλον γεννετικοί, αλλά πολλές φορές και εξωγενείς παράγοντες επηρρεάζουν τη στάση και την βάδιση.
Η κληρονομικότητα φαίνεται να μπορεί να επηρρεάσει την εμφάνιση τέτοιων αποκλίσεων. Τα άτομα που έχουν μεγάλη ποδική καμάρα είναι πιο εύκολο να αναπτύξουν ραιβοποδία. Επίσης μπορεί να υπάρχει διαφορετικό μήκος στον άκρο πόδα ή και περιπτώσεις πο το ένα πόδι είναι διαφορετικού μήκους από το άλλο πόδι. Αυτό επηρρεάζει τη στάση και τη βάδιση και μπορεί να αναπτύξουν βλαισοποδία.
Υπάρχουν και οικογενή χαρακτηριστικά που μπορεί να επηρρεάζουν την εμφάνιση τέτοιων λανθασμένων τύπων στάσης και βάδισης.
Όμως πολύ συχνά το λαθος παπούτσι μπορεί να οδηγήσει, ειδικά στη μικρή ηλικία, σε λάθος στάση άρα και βάδιση…Προσοχή στα παπούτσια των παιδιών. Πρέπει να υποστηρίζουν το πέλμα και να βοηθούν στην οργάνωση της ποδικής καμάρας χωρίς την αλλοίωση των φυσιολογικών γωνιών του πέλματος.
Διορθώνεται η βλαισοποδία και ραιβοποδία;
Οι βλαισότητα και η ραιβότητα του άκρου ποδός αλλά και οι συνδυασμοί που προαναφέρθηκαν είναι δυνατόν να αποκατασταθούν με προϋποθέσεις. Ο κατάλληλος να αξιολογήσει τη σοβαρότητα της πάθησης είναι ο ορθοπεδικός και ο εξειδικευμένος φυσικοθεραπευτής.
Η αποκατάσταση μπορεί να είναι συντηρητική ή χειρουργική σε σοβαρές περιπτώσεις.Η συντηρητική αγωγή αφορά στα ορθωτικά πέλματα και στη φυσικοθεραπευτική αντιμετώπιση. Η χειρουργική αντιμετώπιση αφορά σε ορθοπεδική παρέμβαση και μετεγχειρητικά χρήζει φυσικοθεραπευτικής αποκατάστασης.
Τα ορθωτικά πέλματα πρέπει να κατασκευαστούν σύμφωνα με τις οδηγίες του φυσικοθεραπευτή. Αυτός είναι ο πλέον κατάλληλος να υποδείξει τις γωνίες και το μέγεθος της διόρθωσης ώστε να είναι ανεκτό, κάθε φορά, από τον ασθενή .
Εκτός των ορθωτικών η φυσικοθεραπευτική παρέμβαση είναι αυτή που θα δώσει την απάντηση στο λάθος κινητικό πρότυπο του ασθενή. Πολλές φορές η χρήση των ορθωτικών πιστεύουμε ότι είναι το μόνο που χρειάζεται…Αυτό είναι μεγάλο λάθος είτε πρόκειται για ενήλικα είτε για μικρό παιδί.
Η φυσικοθεραπευτική παρέμβαση βοηθάει στην εκμάθηση, στην οργάνωση, στην υιοθέτηση και στην αντίληψη ενός πιο φυσιολογικού κινητικού προτύπου στάσης και βάδισης. Αυτό δεν μπορεί να επιτευχθεί μόνο με το ορθωτικό πέλμα, καθώς δεν αποτελεί παρά μόνο παθητική διόρθωση. Γνωρίζουμε οτι η εκμάθηση κάθε νέου προτύπου κίνησης χρειάζεται πάντα ενεργητική κίνηση. Έτσι η εξειδικευμένη και εξατομικευμένη άσκηση λειτουργεί διορθωτικά και οργανώνει τη στάση και τη βάδιση.
Ποια τα είδη της ραιβοποδίας και της βλαισοπλατυποδίας;
Η ραιβοποδία είναι συχνά συγγενής πάθηση (εκ γεννετής) και άλλες επίκτητη(παράλυση, σπαστικότητα, μετατραυματική).
Η ανισορροπία που χαρακτηρίζει τους μύες και τις αρθρώσεις σε τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να έχει σαν αποτέλεσμα δευτερογενείς αλλοιώσεις. Τέτοιες μπορεί να είναι η άκανθα της πτέρνας, η πτώση των μεταταρσίων, η παραμόρφωση των δακτύλων, η αγκύλωση των δακτύλων και των μεταταρσίων κλπ.
Η βλαισοπλατυποδία μπορεί να είναι χαλαρή ή δύσκαμπτη.
Η χαλαρή βλαισοπλατυποδία είναι συνήθως αμφοτερόπλευρη και συνήθως αφορά σε συνδέσμους. Η χαλαρότητα των συνδέσμων μπορεί να οδηγήσει πολλές φορές σε ατυχήματα όπως είναι τα διαστρέματα κλπ. Εξαιτίας λοιπόν αυτής της κακής οργάνωσης λόγο χαλαρότητας των συνδέσμων υπάρχει και κακή σχέση μεταξύ των υπερκείμενων και υποκείμενων αρθρώσεων.
Η χαλαρότητα των συνδέσμων αξιολογείται συνολικά για όλο το σώμα. Δεν αφορά μεμονομένες αρθρώσεις ούτε και συγκεκριμένους μυς. Η οργάνωση της κινητικής συμπεριφοράς πρέπει να είναι ολοστική και να εκπαιδεύει όλο το σώμα.
Τίποτε δεν λειτουργεί μεμονομένα στο σώμα μας. Όπου υπάρχει κάποια απόκλιση αυτή θα επηρεάσει και το υπόλοιπο σώμα. Αυτό πρέπει να λαμβάνεται υπόψιν κάθε φορά που οργανώνουμε ένα φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα. Η κίνηση ενός μέλους είναι οργανωμένη όταν όλο το υπόλοιπο σώμα μπορεί να ακολουθήσει την κίνηση και να μην αποκλίνει γιατί θα προκληθούν αντισταθμιστικές κινήσεις και αντισταθμιστικές μυικές συσπάσεις.
Στην δύσκαμπτη βλαισοπλατυποδία ο ασθενής παραπονιέται για πόνο και δυσκαμψία στα πόδια. Αυτό μπορεί να είναι αιτία για απώλεια κίνησης, δυσλειτουργία και άρνηση για λειτουργία ενάντια στη βαρύτητα. τα παιδιά μπορεί να παραπονιούνται να μη θέλουν να περπατούν πολύ ώρα αλλά και να μη θέλουν να αθλούνται.
Η δυσκαμψία μπορεί να οφείλεται σε
1.οστική ή χόνδρινη γέφυρα σύνδεσης των οστών της πατούσας
2.κατάγματα πτέρνας ή αστραγάλου
3.φλεγμονές της αστραγαλοπτερνικής άρθρωσης
4.κάθετος αστράγαλος, αποτελεί ανωμαλία διάπλασης
Η χαλαρή βλαισοπλατυποδία αντιμετωπίζεται συντηρητικά. Στην δύσκαμπτη μορφή η αντιμετώπιση είναι χειρουργική ανάταξη.
Πώς βοηθά η φυσικοθεραπεία στη βλαισοποδία, βλαισοπλατυποδία, ραιβοποδία και ραιβοϊποποδία;
Η φυσικοθεραπεία οργανώνει το σωστό λειτουργικό πρότυπο με το οποίο ο άνθρωπος κινείται ενάντια στη βαρύτητα. Όταν το πόδι έχει λάθος θέση, είναι επόμενο ότι θα συμπαρασύρει σε λάθος κίνηση και όλο το σώμα.
Η λάθος θέση του ποδιού δεν μαθαίνεται στον εγκέφαλο με την τοποθέτηση απλά ενός ορθωτικού πέλματος. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος “μαθαίνει” μόνο με την λειτουργία, με την ενεργητική κίνηση. Δεν μαθαίνει με την παθητική τοποθέτηση ή την παθητική κινητοποίηση.
Ένα λάθος κινητικό πρότυπο πρέπει να επανεκπαιδευτεί και να αποκατασταθεί η κίνηση με το φυσιολογικό πρότυπο. Ο φυσικοθεραπευτής είναι ο εξειδικευμένος επιστήμονας που είναι υπεύθυνος για την αξιολόγηση, την οργάνωση και την επανεκπαίδευση του ασθενή στο νέο κινητικό λειτουργικό πρότυπο.
Αφού αξιολογήσει την κινητική κατάσταση του ατόμου, ουσιαστικά πρέπει να κατανοήσει το γιατί και το πώς το άτομο λειτουργεί “λάθος” ενάντια στη βαρύτητα. Η κίνηση έχει συγκεκριμένα χαρακτηριστικά και υπάρχει μία φιλοσοφία και ένας κλινικός συλλογισμός πίσω από το αίτιο της απόκλισης.
Η απόκλιση οργανώνεται εξαιτίας μίας λάθος αρχικής θέσης και ίσως εξαιτίας μίας λάθος συνήθειας κινητικής συμπεριφοράς. Ο θεραπευτής θα βρει αυτό το λάθος και θα προσπαθήσει να ξαναμάθει το άτομο πώς να κινείται οργανωμένα και οικονομικά ενάντια στη βαρύτητα. Δεν είναι εύκολο να αλλάξει η συνήθεια όταν αυτή είναι πολυετής, γι αυτό είναι προτιμότερο να προλαμβάνουμε πάντα παρά να θεραπεύουμε ύστερα.
Η σωστή λειτουργία του άκρου πόδα βοηθά στην οργάνωση της σωστής στάσης και της κίνησης χωρίς πόνο και χωρίς κόπο και άρα σε κάθε άλλη περίπτωση, επηρρεάζει τους υπερκείμενους μυς και τις αρθρώσεις των γονάτων, των ισχίων,της ΣΣ, και του αυχένα.
Η “λάθος” κίνηση στην όρθια θέση έχει αποτέλεσμα την μη οικονομική κίνηση. Η αντιοικονομική κίνηση προκαλεί κόπωση, πόνο και έντονη αλλαγή-απόκλιση των γωνιών των υπερκείμενων και υποκείμενων αρθρώσεων. Επίσης αλλάζει και τη σχέση αυτών των αρθρώσεων μεταξύ τους.
Ο εγκέφαλος επιλέγει να λειτουργεί με οικονομία. Άρα απορρίπτει κάθε πρότυπο που δεν είναι συμβατό με αυτή την αρχή. Αυτός είναι και ο λόγος που το άτομο κουράζεται και δυσλειτουργεί. Για την οργάνωση της κίνησης ο εγκέφαλος απαιτεί τη λιγότερο επώδυνη κίνηση και προσπάθώντας να το καταφέρει προκαλούνται αντισταθμιστικές κινήσεις.
Η αντιστάθμιση είναι μία μη φυσιολογική κινητική συμπεριφορά. Γνωρίζοντας αυτό, πρέπει να πούμε οτι είναι καθοριστικό να βοηθάμε στην οργάνωση της κίνησης χωρίς αντισταθμίσεις. Η κίνηση μας πρέπει να είναι ομαλή και οργανωμένη και να μην κοπιάζουμε και να μην παραπονιόμαστε για πόνους και τρυματισμούς.
Η φυσικοθεραπευτική παρέμβαση είναι αυτή που θα βοηθήσει σε αυτή την οργάνωση του κινητικού ελέγχου και του σωστού κινητικού προτύπου στάσης και βάδισης.
Η φυσικοθεραπεία αφορά στην επανεκπαίδευση φυσιολογικού κινητικού προτύπου μέσω:
ενδυνάμωσης των μυών που είναι εξασθενημένοι
διατάσεις μυών που βρίσκονται σε ρίκνωση
ασκήσεις οργάνωσης της ιδιοδεκτικότητας του άκρου ποδός
ευθυγράμμιση των αρθρώσεων μέσα από ασκήσεις λειτουργικής επανοργάνωσης
οργάνωση της λειτουργικής κίνησης μέσω επανεκπαίδευσης του φυσιολογικού κινητικού προτύπου
Σε κάθε περίπτωση η παρέμβαση είναι εξατομικευμένη, αφορά το κάθε άτομο ειδικά και ανάλογα με τα προβλήματα και τις αποκλίσεις του κάθε ατόμου που εξετάζει. Επίσης η παρέμβαση είναι και εξειδικευμένη. Εφαρμόζεται η παρέμβαση που πρέπει, ανάλογα με την αξιολόγηση του κάθε ασθενή, και τις ιδιαίτερες ανάγκες του.
Η ηλικία, η σοβαρότητα της απόκλισης, η αιτία και η κινητική λειτουργία του ασθενή αξιολογούνται από τον εξειδικευμένο φυσικοθεραπευτή και επιλέγεται η κατάλληλη παρέμβαση.
0 Σχόλια