Ο Γιόσιπ Μπροζ (κυριλλικό αλφάβητο: Јосип Броз, λατινικό αλφάβητο: Josip Broz, 7 Μαΐου 1892 - 4 Μαΐου 1980), κοινώς γνωστός με το κομματικό του ψευδώνυμο ως Τίτο, ήταν Γιουγκοσλάβος κομμουνιστής επαναστάτης και πολιτικός ηγέτης, που υπηρέτησε σε διάφορους ρόλους από το 1943 μέχρι το θάνατό του το 1980. Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν ο ηγέτης των Παρτιζάνων, συχνά θεωρούμενων ως το πιο αποτελεσματικό αντιστασιακό κίνημα στην κατεχόμενη Ευρώπη. Ενώ η προεδρία του έχει επικριθεί ως αυταρχική και έχουν διατυπωθεί επικρίσεις για καταπίεση των πολιτικών του αντιπάλων, ορισμένοι ιστορικοί τον θεωρούν «καλόπιστο δικτάτορα». Ήταν δημοφιλές δημόσιο πρόσωπο τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και στο εξωτερικό.
Θεωρούμενος ως ενοποιητικό σύμβολο, οι εσωτερικές του πολιτικές διατήρησαν την ειρηνική συνύπαρξη των εθνών της Γιουγκοσλαβικής ομοσπονδίας. Απέκτησε περαιτέρω σημασία διεθνώς ως αρχηγός του Κινήματος των Αδεσμεύτων, μαζί με το Τζαβαχαρλάλ Νεχρού της Ινδίας, το Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ της Αιγύπτου, το Σουκάρνο της Ινδονησίας και τον Κβάμε Νκρούμαχ της Γκάνα.
Ο Μπροζ γεννήθηκε από Κροάτη πατέρα και Σλοβένα μητέρα στο χωριό Κούμροβετς της Αυστροουγγαρίας (σήμερα Κροατία). Αφού στρατολογήθηκε διακρίθηκε, γινόμενος ο νεαρότερος επιλοχίας του Αυστρουγγρικού Στρατού εκείνης της εποχής. Αφού τραυματίστηκε σοβαρά και συνελήφθη από τους Ρώσους κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εστάλη σε στρατόπεδο εργασίας στα Ουράλια Όρη. Συμμετείχε σε μερικά γεγονότα της Ρωσικής Επανάστασης το 1917 και τον Εμφύλιο Πόλεμο που ακολούθησε. Μετά την επιστροφή του στην πατρίδα ο Μπροζ βρέθηκε στο νεοσύστατο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας, όπου εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Γιουγκοσλαβίας (KPJ).
Ήταν Γενικός Γραμματέας (αργότερα Πρόεδρος του Προεδρείου) της Ενωσης Κομμουνιστών της Γιουγκοσλαβίας (1939-1980) και ηγήθηκε του Γιουγκοσλαβικού αντάρτικου κινήματος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, των Παρτιζάνων (1941-1945).
Μετά τον πόλεμο ήταν πρωθυπουργός (1944-1963), Πρόεδρος (αργότερα Ισόβιος Πρόεδρος) (1953-1980) της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (SFRY).
Από το 1943 έως το θάνατό του το 1980, κατείχε τον βαθμό του Στρατάρχη της Γιουγκοσλαβίας, υπηρετώντας ως ανώτατος διοικητής του Γιουγκοσλαβικού Λαϊκού Στρατού (JNA). Με πολύ καλή φήμη στο εξωτερικό και στα δύο μπλοκ του Ψυχρού Πολέμου, έλαβε περίπου 98 ξένα παράσημα, όπως της Λεγεώνα της Τιμής.
Ο Τίτο ήταν ο αρχιτέκτονας της δεύτερης Γιουγκοσλαβίας, μιας σοσιαλιστικής ομοσπονδίας, που διήρκεσε από το Νοέμβριο του 1942 έως τον Απρίλιο του 1992. Παρά το γεγονός ότι ήταν ένας από τους ιδρυτές της Κομινφόρμ, έγινε το πρώτο μέλος της που αψήφησε τη σοβιετική ηγεμονία το 1948 και ο μόνος επί του Ιωσήφ Στάλιν που κατάφερε να την εγκαταλείψει και να ξεκινήσει το δικό του σοσιαλιστικό πρόγραμμα με στοιχεία σοσιαλισμού της αγοράς.
Οι οικονομολόγοι της πρώην Γιουγκοσλαβίας, συμπεριλαμβανομένων του Γιάροσλαβ Βάνεκ, γεννημένου στην Τσεχική Δημοκρατία και του Μπράνκο Χόρβατ, γεννημένου στην, προήλθαν από ένα μοντέλο σοσιαλισμού της αγοράς που ονομάστηκε Ιλλυρικό, όπου οι επιχειρήσεις ανήκαν κοινωνικά στους υπαλλήλους τους και ήταν δομημένες με εργατική αυτοδιαχείριση και συναγωνίζονταν μεταξύ τους σε ανοικτές και ελεύθερες αγορές.
Ο Τίτο είχε πολλές σχέσεις και παντρεύτηκε αρκετές φορές. Το 1918 μεταφέρθηκε στο Ομσκ της Ρωσίας ως αιχμάλωτος πολέμου. Εκεί συναντήθηκε με την Πελαγία Μπελούσοβα που ήταν τότε δεκατεσσάρων ετών. Την παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα και μετακόμισε μαζί του στη Γιουγκοσλαβία, στο στο Βέλικο Τρόϊνστβο. Η Πελαγία έκανε μαζί του πέντε παιδιά, αλλά μόνο ο γιος τους Ζάρκο Λέον (γεννημένος στις 4 Φεβρουαρίου, 1924) επέζησε. Όταν ο Τίτο φυλακίστηκε το 1928 εκείνη επέστρεψε στη Ρωσία. Μετά το διαζύγιό τους το 1936 στη συνέχεια ξαναπαντρεύτηκε. Κατά τη σταλινική περίοδο η Πελαγία φυλάκίστηκε και εξορίστηκε. Μετά το θάνατο του Στάλιν οι σχέσεις της Πελαγίας και του Τίτο εν μέρει αποκαταστάθηκαν και σύμφωνα με το Μπόρισλαβ Μιλόσεβιτς – ακόλουθο της γιουγκοσλαβικής πρεσβείας στη Μόσχα αντάλλασσαν και δώρα.
Το 1936, όταν ο Τίτο διέμενε στο Ξενοδοχείο Λουξ στη Μόσχα, συναντήθηκε με την Αυστριακή κομμουνίστρια Λούτσια Μπάουερ. Παντρεύτηκαν τον Οκτώβριο του 1936, αλλά η καταγραφή αυτού του γάμου διεγράφη αργότερα.
Η επόμενη σχέση του ήταν με τη Χέρτα Χάας, Σλοβένα φοιτήτρια, την οποία παντρεύτηκε το 1940.
Ο Μπροζ έφυγε για το Βελιγράδι μετά τη Γερμανική εισβολή στη Γιουγκοσλαβία, αφήνοντας τη Χάας έγκυο. Το Μάιο του 1941 γεννήθηκε ο γιος τους, Αλεξάνταρ «Μίσκο» Μπροζ. Σε όλη τη διάρκεια της σχέσης του με τη Χάας ο Τίτο διήγε έκλυτο βίο και είχε παράλληλη σχέση με τη Νταβοριάνκα Παούνοβιτς, Σέρβα, που με την κωδική ονομασία «Ζντένκα» υπηρετούσε ως αγγελιαφόρος στην αντίσταση και στη συνέχεια έγινε προσωπική γραμματέας του. Η Χάας και ο Τίτο χώρισαν ξαφνικά το 1943 στο Γιάιτσε κατά τη διάρκεια της δεύτερης συνόδου του Αντιφασιστικού Συμβούλιου Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ), όταν σύμφωνα με πληροφορίες τον έπιασε επ' αυτοφόρω με τη Νταβοριάνκα. Την τελευταία φορά που είδε η Χάας το Μπροζ ήταν το 1946.
Η Χέρτα Χάας έζησε στο Βελιγράδι και πέθανε σε βαθιά γεράματα το 2010. Η Νταβοριάνκα πέθανε από φυματίωση το 1946 και ο Τίτο επέμεινε να ταφεί στην αυλή του Μπέλι Ντβορ (Λευκό Ανάκτορο), της κατοικίας του στο Βελιγράδι.
Η πιο γνωστή σύζυγός του ήταν η Γιοβάνκα Μπουντισάβλιεβιτς, Σέρβα. Ο Τίτο είχε τα 59α γενέθλιά του, ενώ εκείνη ήταν 27 ετών, όταν τελικά παντρεύτηκαν τον Απρίλιο του 1952, με κουμπάρο τον επικεφαλής της κρατικής ασφάλειας Αλεκσάνταρ Ράνκοβιτς.
Ο γάμος τους έγινε τελικά κάπως απροσδόκητα, καθώς ο Τίτο την είχε απορρίψει μερικά χρόνια νωρίτερα, όταν του τη γνώρισε αρχικά ο έμπιστός του Ιβάν Κράγιατσιτς. Τότε αυτή είχε μόλις περάσει τα 20 και ο Τίτο, αντιπαθώντας τη δυναμική της προσωπικότητα, επέλεξε αντ 'αυτής την πιο ώριμη τραγουδίστρια της όπερας Zίνκα Κουντς. Μη αποθαρρυνόμενη εύκολα η Γιοβάνκα συνέχισε να δουλεύει στο Μπέλι Ντβορ, όπου διεύθυνε το προσωπικό και τελικά άρπαξε άλλη μια ευκαιρία όταν τέλειωσε η παράξενη σχέση του Τίτο με τη Zίνκα.
Η σχέση τους όμως δεν ήταν ευτυχισμένη. Πέρασε πολλά, συχνά δημόσια, σκαμπανεβάσματα με επεισόδια απιστίας, ακόμη και ισχυρισμούς απόπειρας πραξικοπήματος από εκείνη. Ορισμένες ανεπίσημες πηγές ισχυρίζονται ότι ο Τίτο και η Γιοβάνκα χώρισαν ακόμη και επίσημα, στα τέλη της δεκαετίας του 1970, λίγο πριν από το θάνατό του. Ωστόσο κατά τη διάρκεια της κηδείας του Τίτο ήταν επίσημα παρούσα ως σύζυγός του και αργότερα διεκδίκησε κληρονομικά δικαιώματα. Το ζευγάρι δεν απέκτησε παιδιά. Η Γιοβάνκα Μπροζ, απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών, τον Οκτώβριο του 2013 και ενταφιάστηκε δίπλα στον Τίτο.
Ο Τίτο ήταν πατέρας – επίσημα – δύο γιων:
Ζάρκο Μπροζ (1924-1995) – Συνταγματάρχης του Κόκκινου και του Γιουγκοσλαβικού Στρατού γιός από το γάμο του με την Πελαγία.
Αλεξάνταρ Μίσο Μπροζ (1941) – Διπλωμάτης, πρέσβης της Κροατίας στη Ρωσία και την Ινδονησία από το γάμο με τη Χέρτα Χάας.
Από τα πολλά εγγόνια του Τίτο που ζουν σε όλες τις δημοκρατίες της πρωην Γιουγκοσλαβίας σημαντικό είναι να αναφερθούν η Σβετλάνα, ο Γιόσιπ και η Αλεξάνδρα.
Η Σβετλάνα Μπροζ είναι καρδιολόγος. Την εποχή του εμφυλίου στη Βοσνία ζούσε στο Σαράγιεβο αρνούμενη να το εγκαταλείψει παρέχοντας τις ιατρικές της υπηρεσίες στους πολιορκημένους πολίτες της πόλης χωρίς εθνική διάκριση. Ιδρυτής της Gariwo (Gardens of Righteous Worlwide), της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης που ως στόχο έχει να διδάξει στους νέους ανθρώπους την αξία του πολιτικού θάρρους (civil courage).
Ο Γιόσιπ ή Γιόσκα Μπροζ, ζει στη Σερβία, ήταν αξιωματικός της αστυνομίας και σωματοφύλακας του παππού του, σήμερα είναι πρόεδρος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σερβίας, ενός μικρού κόμματος με ποσοστό, στις τελευταίες εκλογές, μόλις 0,74%. Σήμερα είναι βουλευτής στο Σερβικό Κοινοβούλιο συνεργαζόμενος με το Σοσιαλιστικό Κόμμα της Σερβίας.
Η Αλεξάνδρα Μπροζ ζει στην Κροατία και είναι ηθοποιός του θεάτρου και της τηλεόρασης.
Ως Πρόεδρος ο Τίτο είχε πρόσβαση σε εκτεταμένη (κρατική) ιδιοκτησία, συνδεόμενη με το αξίωμά του και ζούσε με πολυτέλεια. Στο Βελιγράδι κατοικούσε στην επίσημη κατοικία του, το Μπέλι Ντβορ, και διατηρούσε ξεχωριστή ιδιωτική κατοικία. Τα Νησιά Μπριούνι ήταν ο τόπος της Επίσημης Θερινής Κατοικίας από το 1949. Το θέρετρο σχεδιάστηκε από το Γιόζε Πλέτσνικ και περιλάμβανε ζωολογικό κήπο. Περίπου 100 ξένοι αρχηγοί κρατών επισκέφθηκαν τον Τίτο στη νησιωτική κατοικία του και κινηματογραφικοί αστέρες όπως οι Ελίζαμπεθ Τέιλορ, Ρίτσαρντ Μπάρτον, Σοφία Λόρεν, Κάρλο Πόντι και Τζίνα Λολομπρίτζιτα.
Μια άλλη κατοικία διατηρούσε στη Λίμνη Μπλεντ, ενώ η περιοχή του Καρατζόρτζεβο ήταν η περιοχή των «διπλωματικών κυνηγιών». Το 1974 ο Γιουγκοσλάβος Πρόεδρος είχε στη διάθεσή του 32 επίσημες κατοικίες, μεγαλύτερες και μικρότερες, το γιοτ Γκάλεμπ («γλάρος»), ένα Boeing 727 ως προεδρικό αεροπλάνο και το Γαλάζιο Τρένο. Μετά το θάνατο του Τίτο το προεδρικό Boeing 727 πωλήθηκε στην Aviogenex (αεροπορική εταιρεία τσάρτερ), το Γκάλεμπ παρέμεινε αγκυροβολημένο στο Μαυροβούνιο, ενώ το Γαλάζιο Τρένο αποθηκεύτηκε σε ένα σιδηροδρομικό υπόστεγο για πάνω από 20 χρόνια. Ενώ ο Τίτο ήταν το πρόσωπο που κατείχε το αξίωμα του προέδρου επί μακράν τη μεγαλύτερη περίοδο, τα συνδεόμενα με αυτό ακίνητα δεν ήταν ιδιωτικά και μεγάλο μέρος τους εξακολουθεί να χρησιμοποιείται από τα διάδοχα της Γιουγκοσλαβίας κράτη ως δημόσια περιουσία ή να είναι στη διάθεση των υψηλόβαθμων αξιωματούχων.
Όσον αφορά τη γνώση γλωσσών ο Τίτο απάντησε ότι μιλούσε Σερβοκροατικά, Γερμανικά, Ρωσικά και λίγο Αγγλικά.
Ο επίσημος βιογράφος του Μπροζ και τότε σύντροφος μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Βλαντιμίρ Ντέντιγερ δήλωσε το 1953 ότι μιλούσε «Σερβοκροατικά... Ρωσικά, Τσεχικά, Σλοβενικά ... Γερμανικά (με βιεννέζικη προφορά) ... κατανοούσε και διάβαζε Γαλλικά και Ιταλικά... [και] μιλούσε επίσης Κιργιζικά. ".
Νέος ο Τίτο παρακολούθησε Καθολικό κατηχητικό και αργότερα ήταν παπαδοπαίδι. Μετά από ένα περιστατικό όπου τον χαστούκισε και του φώναξε ένας ιερέας όταν δυσκολεύτηκε να τον βοηθήσει να βγάλει τα άμφια του, ο Τίτο δεν ξαναπήγε ποτέ σε εκκλησία. Ως ενήλικας αυτοπροσδιοριζόταν ως άθεος
Χόρευε εκπληκτικό βαλς. Επαιζε πιάνο τον οποίο - σύμφωνα με το βιογράφο Βλαντιμίρ Ντέντιγερ- έμαθε όταν ήταν αιχμάλωτος στη Ρωσία. Ήταν επίσης λάτρης του αλκοόλ (κυρίως το ουίσκι) και του κυνηγιού.
Κάθε μια από τις ομοσπονδιακές δημοκρατίες μετονόμασε μια πόλη με ιστορική σημασία από την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με το όνομα του Τίτο. Η μεγαλύτερη από αυτές ήταν το Τίτογκραντ, σήμερα Ποντγκόριτσα, πρωτεύουσα του Μαυροβουνίου. Με εξαίρεση το Τίτογκραντ οι πόλεις μετονομάστηκαν απλώς με την προσθήκη του επίθετου «του Τίτο» ("Titov").
Προέλευση του ονόματος «Τίτο»
Καθώς το Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν απαγορευμένο στη Γιουγκοσλαβία από τις 30 Δεκεμβρίου 1920, ο Γιόσιπ Μπροζ πήρε πολλά ονόματα κατά τη διάρκεια της δραστηριότητάς του στο Κόμμα, συμπεριλαμβανομένων των «Ρούντι», «Βάλτερ» και «Τίτο».
Ο ίδιος ο Μπροζ εξηγεί:
Ήταν κανόνας στο Κόμμα εκείνη την εποχή να μη χρησιμοποιεί κανείς το πραγματικό του όνομα, προκειμένου να μειώσει τις πιθανότητες αποκάλυψης. Για παράδειγμα αν κάποιος συνεργαζόμενος μαζί μου συλλαμβανόταν και εκβιαζόταν να αποκαλύψει το πραγματικό μου όνομα, η αστυνομία θα με εντόπιζε εύκολα. Αλλά η αστυνομία δεν ήξερε ποτέ το πραγματικό πρόσωπο που κρύβεται πίσω από ένα υποτιθέμενο όνομα, που είχα στο Κόμμα. Φυσικά ακόμη και τα υποτιθέμενα ονόματα έπρεπε συχνά να αλλάζουν. Ακόμη και πριν πάω στη φυλακή, πήρα το όνομα Γκλιγκορίεβιτς και Ζάγκορακ, δηλαδή του «ανθρώπου από το Ζαγκόριε». Με το δεύτερο υπέγραψα ακόμη και μερικά άρθρα εφημερίδων.
Τώρα έπρεπε να πάρω ένα νέο όνομα. Υιοθέτησα πρώτα το όνομα Ρούντι, αλλά ένας άλλος σύντροφος είχε το ίδιο όνομα και γι 'αυτό υποχρεώθηκα να το αλλάξω υιοθετώντας το όνομα Τίτο. Αρχικά σπανίως χρησιμοποιούσα το Τίτο. Το υιοθέτησα αποκλειστικά το 1938, όταν άρχισα να υπογράφω άρθρα με αυτό. Γιατί πήρα αυτό το όνομα «Τίτο» και έχει ιδιαίτερη σημασία; Το πήρα όπως θα έπαιρνα οποιοδήποτε άλλο, γιατί έτυχε εκείνη τη στιγμή. Εκτός αυτού αυτό το όνομα είναι αρκετά συνηθισμένο στην περιοχή μου. Ο γνωστότερος συγγραφέας από το Ζαγκόριε του τέλους του δέκατου όγδοου αιώνα ονομαζόταν Τίτο Μπρεζόβατσκι. οι πνευματώδεις κωμωδίες του εξακολουθούν να παίζονται στο κροατικό θέατρο μετά από εκατό και πλέον χρόνια. Ο πατέρας του Κσάβερ Σάντορ Γκιάλσκι, ένας από τους μεγαλύτερους Κροάτες συγγραφείς, ονομαζόταν επίσης Τίτο.
0 Σχόλια