Με βάση τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας πρόκειται για τα συμπτώματα που εμφανίζονται σε άτομα με ιστορικό πιθανής ή επιβεβαιωμένης λοίμωξης από SARS-COV-2, συνήθως μέσα σε 3 μήνες από την έναρξη της COVID-19, διαρκούν τουλάχιστον 2 μήνες και δεν μπορούν να εξηγηθούν από κάποια εναλλακτική διάγνωση. Συχνά συμπτώματα περιλαμβάνουν την κόπωση, την δύσπνοια, την γνωσιακή δυσλειτουργία και άλλα, τα οποία γενικά έχουν επίδραση στην καθημερινή δραστηριότητα. Τα συμπτώματα μπορεί να πρωτοεμφανίζονται μετά από την αρχική ίαση από οξύ COVID-19 ή να συνεχίζουν από την αρχική νόσηση.
Έχει προταθεί η νόσηση από COVID-19 να χωρίζεται στα εξής στάδια:
- Οξεία COVID-19 (Acute COVID-19) : αφορά σε σημεία και συμπτώματα έως 4 εβδομάδες.
- Συνεχιζόμενη συμπτωματική COVID-19 (Ongoing symptomatic COVID-19) : αφορά σε σημεία και συμπτώματα από 4 έως 12 εβδομάδες.
- Μετά-COVID-19 σύνδρομο (Post COVID-19 syndrome) : αφορά σε σημεία και συμπτώματα που αναπτύσσονται κατά τη διάρκεια ή μετά από τη λοίμωξη με COVID-19 και συνεχίζουν για περισσότερο από 12 εβδομάδες, χωρίς να μπορούν να αποδοθούν σε εναλλακτική διάγνωση.
- α δύο τελευταία αφορούν τις καταστάσεις μετά τον COVID-19.
Συμπτώματα της κατάστασης μετά από COVID-19
Η κόπωση είναι τo συχνότερο με μεγάλη διαφορά εμμένον σύμπτωμα μετά από COVID-19 (58%). Χαρακτηρίζεται από αδυναμία, μειωμένη αντοχή και εξάντληση μετά την προσπάθεια. Έχει σημαντική ομοιότητα με το σύνδρομο χρόνιας κόπωσης/μυαλγικής εγκεφαλομυελίτιδας. Εμφανίζεται τόσο σε ασθενείς που νοσηλεύτηκαν, όσο και ασθενείς που δεν χρειάστηκαν νοσηλεία.
Δύσπνοια (24%), χρόνιος βήχας (19%), θωρακική δυσφορία ή άλγος (16%) είναι, επίσης, συχνά εμμένοντα συμπτώματα. Επίσης, η επηρεασμένη γεύση και όσφρηση (23%), νευρονοητικά συμπτώματα όπως κεφαλαλγία (44%), διαταραχή της συγκέντρωσης (27%) και της μνήμης (16%), η αποκαλούμενη “εγκεφαλική ομίχλη” (brain fog), ψυχολογικά συμπτώματα όπως άγχος/κατάθλιψη (13%). Άλλα συχνά συμπτώματα είναι η τριχόπτωση (25%), οι αρθραλγίες (19%), οι εφιδρώσεις (17%).
Πόσο συχνό είναι το Long Covid;
Σύμφωνα με το European Centre of Disease Prevention and Control (ECDC). υπολογίζεται ότι 20% των ανθρώπων που ανιχνεύονται θετικοί για λοίμωξη από SARS-COV-2 αναφέρουν ένα τουλάχιστον σύμπτωμα στην περίοδο έως 5 εβδομάδες μετά, και 10% στην περίοδο 12 ή παραπάνω εβδομάδες μετά.
Άλλες μεγάλες μελέτες αναδεικνύουν μεγαλύτερα ποσοστά. Μια πρόσφατη συστηματική ανάλυση διάφορων διεθνών μελετών κατέληξε ότι μεταξύ 3-6 μηνών μετά την COVID-19, ένας μέσος όρος 26% ασθενών που δεν νοσηλεύτηκαν και ένας μέσος όρος 57% ασθενών που νοσηλεύτηκαν συνεχίζουν να βιώνουν συμπτώματα.
Η συνολική συχνότητα των συμπτωμάτων μετά COVID-19 στα παιδιά είναι μικρότερη και υπολογίζεται γύρω στο 4%, με συχνότερα συμπτώματα την κόπωση και την διαταραχή της προσοχής
Ποιοι κινδυνεύουν περισσότερο από Long Covid;
Όσοι νόσησαν βαρύτερα και ιδιαίτερα οι ασθενείς που χρειάστηκαν νοσηλεία σε νοσοκομείο ή στο σπίτι.
Επίσης οι ασθενείς με προϋπάρχουσες παθήσεις του αναπνευστικού, οι παχύσαρκοι, οι ηλικιωμένοι.
Τέλος φαίνεται ότι οι γυναίκες και η μαύρη φυλή εμφανίζουν πιο εύκολα το σύνδρομο.
Τι γίνεται με την μετάλλαξη Όμικρον και το Long COVID;
Έχουν εκφραστεί επιστημονικές υποθέσεις ότι η ηπιότερη κλινική εικόνα που έχει η μεγάλη πλειοψηφία των ασθενών με την παραλλαγή Όμικρον πιθανά να συσχετίζεται με ελαττωμένη συχνότητα και βαρύτητα των καταστάσεων μετά COVID-19, εν τούτοις δεν υπάρχουν ακόμα μελέτες που να στηρίζουν αυτή την υπόθεση, αφού η εν λόγω παραλλαγή έχει επικρατήσει από τον Νοέμβριο 2021, και χρειάζεται περαιτέρω συλλογή δεδομένων.
Πώς προκαλείται το Long COVID;
Δεν υπάρχει μια σίγουρη επιστημονική εξήγηση. Φαίνεται ότι είναι ένας συνδυασμός αιτιών που οφείλονται στην συγκεκριμένη λοίμωξη και σε άλλες αιτίες.
Πολλοί ασθενείς, βιώνοντας συμπτώματα του COVID-19 μέσα στις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες φόβου και κοινωνικής απομόνωσης της πανδημίας, συχνά υποφέρουν για καιρό από διαταραχές διάθεσης, άγχους και κατάθλιψης. Επίσης, πολλά συμπτώματα μετά από νοσηλεία για COVID-19 είναι στην πραγματικότητα όμοια με αυτά που επιμένουν μετά από νοσηλείες για άλλες λοιμώξεις του αναπνευστικού, όπως για παράδειγμα το σύνδρομο μετά τη Μονάδα Εντατικής θεραπείας (post intensive care syndrome, PICS), σύνδρομα που προκαλούν σημαντική φυσική και νευρονοητική απορρύθμιση (ιδίως στους ηλικιωμένους), αδυναμία και μετατραυματικό στρες.
Στις αιτίες που οφείλονται στην ίδια την νόσηση από COVID-19 και οδηγούν σε Long COVID περιλαμβάνονται βλάβες οργάνων που μπορούμε να επιβεβαιώσουμε με ιατρικές εξετάσεις και αφορούν κυρίως ασθενείς που είχαν σοβαρή νόσο (πνευμονική ίνωση ή πνευμονική εμβολή, έφραγμα μυοκαρδίου, μυοκαρδίτιδα ή μυοκαρδιακή ίνωση, νεφρική δυσλειτουργία κ.αλ.) και σε διαταραχές του οργανισμού που δεν αναδεικνύονται σε καμία εξέταση ( χρόνια κόπωση, η κακουχία, ¨εγκεφαλική ομίχλη» κ.αλ). Υπάρχουν υποψίες ότι για τα παραπάνω ευθύνεται μια χρόνια υποβόσκουσα φλεγμονή μετά τον COVID-19.
Πρόληψη του συνδρόμου Long Covid
Η πρόληψη του συνδρόμου γίνεται με την πρόληψη της νόσησης από τον ιό. Υπάρχουν ενδείξεις ότι ο εμβολιασμός μειώνει την επίπτωση των καταστάσεων μετά COVID έως και 50% στις περιπτώσεις των ασθενών που νόσησαν μετά τον εμβολιασμό (breakthrough infections). Επίσης σε μια μελέτη της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας της Μεγ. Βρετανίας σε ασθενείς που εμβολιάστηκαν μετά την οξεία λοίμωξη, φάνηκε μια συσχέτιση του εμβολιασμού με μια τάση μείωσης των συμπτωμάτων του Long COVID.
Πώς αντιμετωπίζεται το Long COVID;
Η αρχική αξιολόγηση όλων των ασθενών που προσέρχονται με εμμένοντα συμπτώματα μετά από νόσο COVID-19, πρέπει να περιλαμβάνει πλήρες ιστορικό της οξείας νόσου (βαρύτητα με βάση την ανάγκη ή όχι νοσηλείας σε κοινό θάλαμο/ΜΕΘ, διάρκεια και σοβαρότητα των συμπτωμάτων, επιπλοκές, βλάβη οργάνων), τα εμμένοντα συμπτώματα κατά τη φάση της αξιολόγησης και τις συννοσηρότητες. Ακολουθεί φυσική εξέταση που πρέπει να περιλαμβάνει την μέτρηση των ζωτικών σημείων (αρτηριακή πίεση, σφύξεις, θερμοκρασία,αναπνευστική συχνότητα, οξυμετρία), εξέταση καρδιοαναπνευστικού συστήματος και λοιπών συστημάτων). Πολύ σημαντική είναι και η αξιολόγηση της λειτουργικής κατάστασης του ασθενούς . Για τους περισσότερους ασθενείς χωρίς συμπτώματα ή με ήπια μη ειδικά συμπτώματα δεν προτείνονται ειδικές εξετάσεις. Σε ασθενείς μεγαλύτερης βαρύτητας νόσου που αντιμετωπίστηκε στο νοσοκομείο ή κατ’ οίκον, με επιβεβαιωμένα παθολογικά ευρήματα, με συμπτώματα που επιμένουν ή δεν μπορούν να ερμηνευτούν εύκολα ή εγείρουν την υποψία επιπλοκών, χρειάζεται να γίνει αρχικά ένας βασικός αιματολογικός έλεγχος. Ανάλογα με τα ευρήματα οι ασθενείς μπορεί να χρειαστούν περαιτέρω καρδιολογικό , πνευμονολογικό , νεφρολογικό ή άλλο έλεγχο. Πολύ σημαντική είναι η εκτίμηση των ψυχολογικών επιπτώσεων του συνδρόμου και η παραπομπή για υποστήριξη όταν χρειαστεί.
Οι ηλικιωμένοι ασθενείς μετά COVID είναι μια ειδική ομάδα που χρειάζεται αξιολόγηση και υποστήριξη για τις επιπτώσεις της φυσικής και ψυχοκινητικής αποδιοργάνωσης που μπορεί να υπάρχει (υποθρεψία, κατάθλιψη, παραλήρημα). Η υποστήριξη τους συχνά απαιτεί την συνεργασία του οικογενειακού ιατρού, του φυσιοθεραπευτή, του κοινωνικού λειτουργού, του ψυχοθεραπευτή, του φροντιστή.
Η αντιμετώπιση των ασθενών με Long COVID απαιτεί οργάνωση σε όλα τα μέτωπα με εξειδικευμένες μονάδες (ιατρεία και κλινικές Long COVID), διεπιστημονική προσέγγιση (ιατροί, νοσηλευτές, φυσιοθεραπευτές, κοινωνικοί λειτουργοί, υποστήριξη στο σπίτι, ψυχοθεραπευτές), αξιοποίηση των δυνατοτήτων της τηλεϊατρικής, και τέλος ρύθμιση νομικών, ασφαλιστικών και εργασιακών θεμάτων.
0 Σχόλια