Για τον λησμονημένο στην εποχή μας, περίφημο όμως στην εποχή του, ποιητή Σπύρο Ματσούκα (1870-1928), που κατάγονταν από την Υπάτη, η θαυμάσια εξάτομη Βιογραφική Εγκυκλοπαίδεια Ελλήνων Λογοτεχνών, γράφει μεταξύ πολλών άλλων και τα εξής: «Δημεγερτικός «εθνικός» ποιητής. ΄Ηρθε στην Αθήνα να σπουδάση νομικά, αλλά από φοιτητής ακόμη έδειξε τον φλογερό πατριωτικό του χαρακτήρα, που δεν ήταν δυνατό να ταυτισθή με την οργανωμένη πειθαρχία μιας πανεπιστημιακής μόρφωσης.
Πρωτοστάτησε σε όλες τις φοιτητικές ταραχές της εποχής του και ήταν ο «στρατολόγος» των συμφοιτητών του, που έφυγαν εθελοντές στην Επανάσταση της Κρήτης. Σαν επαγγελματίας νομικός, ωστόσο, ο Σπύρος Ματσούκας ποτέ δεν διακρίθηκε. Προτιμούσε την ποίηση από την θέμιδα. Ο Σπύρος Ματσούκας έζησε όλους τους πολέμους της χώρας και πήγαινε με το στρατό, σαν ένα είδος Τυρταίου, απαγγέλλοντας τα ποιήματά του και μεταδίδοντας τον ενθουσιασμό του. Ταυτόχρονα πραγματοποιούσε και εράνους, με εκκλήσεις στους ομογενείς. Η ποίησή του είναι μεγαλόστομη, κραυγαλέα, έτσι όπως την ήθελε αυτός ο φλογερός άνθρωπος, για να εξυπηρετήσει τους σκοπούς του: την αφύπνιση του Ελληνικού Έθνους», (τόμος 3ος, σελ.31, εκδ. «Παγουλάτος», Αθήνα 1976).
Ο Σπύρος Ματσούκας, με τους εράνους που πραγματοποίησε στις περιοδείες του, τόσο στην Ελλάδα όσο και στους ομογενείς των μεγάλων πόλεων του εξωτερικού, συγκέντρωσε τεράστια για την εποχή χρηματικά ποσά. Με τα ποσά αυτά περιέθαλψε τους προσφυγικούς πληθυσμούς που δημιούργησαν οι πόλεμοι από το 1897 μέχρι την Μικρασιατική καταστροφή, αγόρασε το αντιτορπιλικό «Νέα Γενεά» το οποίο παρέδωσε στον Εθνικό Στόλο και το οποίο πήρε μέρος στους νικηφόρους πολέμους του 1912-13, προίκισε χιλιάδες κορίτσια που είχαν μείνει ορφανά εξ αιτίας των πολέμων και προσέφερε τόσα, όσα δεν προσέφερε καμιά άλλη ατομική πρωτοβουλία της εποχής του.
Χαρακτηριστικό της εντιμότητας του Ματσούκα και του αγνού πατριωτισμού του ήταν, το ότι από τα τεράστια αυτά χρηματικά ποσά που συγκεντρώθηκαν από τους εράνους, ουδέποτε «έπιασε» στα χέρια του ούτε μία δραχμή, αλλά σε κάθε έρανο που πραγματοποιούσε, συγκροτούσε τοπικές επιτροπές, οι οποίες συγκέντρωναν τα χρήματα και τα κατέθεταν στην Εθνική Τράπεζα σε λογαριασμό του Εθνικού Στόλου.
Το 1904 ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ (1845-1913), κάλεσε τον ποιητή για να τον τιμήσει. Στην μεγάλης κυκλοφορίας γνωστή εφημερίδα της εποχής «ΣΚΡΙΠ» των Αθηνών, που από το 1893 είχε εκδώσει ο παλιός δημοσιογράφος Ευάγγελος Κουσουλάκος (1861-1903) και στο φύλλο της 2-3-1904, δημοσιεύεται με τον τίτλο «Ο κ. ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΒΑΣΙΛΕΩΣ», το εξής ενδιαφέρον κείμενο: «Η Α.Μ. ο Βασιλεύς έκαμε χθες την δικαιοτάτην τιμήν εις τον ενθουσιώδη εθνικόν ποιητήν κ. Σπύρον Ματσούκαν να τον καλέση εις ιδιαιτέραν ακρόασιν, να τον γνωρίσει και να τον συγχαρή δια το πατριωτικόν έργον του. Ο κ.Ματσούκας ηυχαρίστησε τον Βασιλέα δια το παράσημον δι ού η Α.Μ. ετίμησε τα στήθη του και είπε προς την Α.Μ.: Η πατρίς μας Μεγαλειότατε, έχει ανάγκην αυταπαρνήσεων, οι δε εξερχόμενοι εκ τοιούτων εργασιών, ως η ιδική μου, πρέπει να εξέρχονται απολύτως αγνοί και απολύτως πτωχοί. Ο Βασιλεύς επέδειξε θερμότατον ενδιαφέρον προς τον κ. Ματσούκαν, σφίγγων δε την χείρα του, του επανέλαβε μετά ζωηρού ενδιαφέροντος. Εύγε κ. Ματσούκα. Σας συγχαίρω δια το ειλικρινές και τίμιον έργον σας».
Αλλά και μεγάλοι Έλληνες ποιητές και λογοτέχνες της εποχής του, οι περισσότεροι της περίφημης γενιάς του 1880, ασχολήθηκαν κατά καιρούς με τον αποκαλούμενο «Εθναπόστολο», ποιητή Σπύρο Ματσούκα και το έργο του. Στην σειρά των «Απάντων» πολλών Νεοελλήνων συγγραφέων, που αναστύλωσε, επιμελήθηκε και εξέδωσε σε πολυσέλιδους τόμους, ο διαπρεπής γνωστός φιλόλογος Γιώργος Βαλέτας (1907-1989), ο οποίος επί δεκαετίες συγκέντρωνε το σκόρπιο και δυσεύρετο έργο ποιητών και πεζογράφων μας, διαβάζουμε ενδιαφέροντα κείμενα για τον Ματσούκα.
Ο μέγιστος της νεωτέρας Ελλάδος σατυρικός ποιητής Γεώργιος Σουρής (1853-1919), γράφει για τον Ματσούκα στον περίφημο «ΡΩΜΗΟ» του στις 22-1-1900: «Στην ζάλη της Πρωτοχρονιάς και μες στο τράκα – τρούκα / βγήκαν «Γλυκοχαράγματα» του Σπύρου του Ματσούκα / ποιήματα νεώτατα, λαχταριστά, ποικίλα / που και το πνεύμα συγκινούν και της καρδιάς τα φύλλα», (Γεωργίου Σουρή: « Άπαντα», Επιμ. Γ.Βαλέτα, τόμος 4ος , Φιλολογικά Ελεγεία, σελ.515, εκδ. «Γιοβάνης», Αθήναι 1966).
Ο θαυμάσιος επίσης ποιητής Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869-1943),ο οποίος υπήρξε φίλος και συμφοιτητής του Ματσούκα, γράφει στις 15-1-1902 στο εξαίρετο περιοδικό «ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ» με τον τίτλο «ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ», μεταξύ άλλων και τα εξής: «Ο ποιητής όστις ήρχισε περιοδείαν ανά τον υπόδουλον Ελληνισμόν προς συλλογήν εράνων υπέρ του Εθνικού Στόλου, είναι από του τελευταίου πολέμου και εντεύθεν γνωστοτάτη φυσιογνωμία και λίαν δημοτική εις την πρωτεύουσαν. Ποητής και πολεμιστής και δικηγόρος, ενθυμίζει κάπως τον Κρυστάλλην με την αγνότητα των τραγουδιών του και φέρει εις την μνήμην άλλους χρόνους λεβεντιάς και σεμνοπρεπείας», (Μιλτιάδη Μαλακάση: «Άπαντα», έκρινε Γ. Βαλέτας, τόμος Β΄, σελ. 631, εκδ. «ALVIN REDMAN», Αθήνα 1964).
Τέλος ο Παύλος Νιρβάνας (1866-1937), ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες και χρονογράφους της εποχής του, ο οποίος επίσης υπήρξε φίλος με τον Ματσούκα, γράφει για τον θάνατό του: «Δεν απέθανε, χθες, ένας άνθρωπος. Έσπασε το ευγενές κρύσταλλον μιάς καρδιάς που είχε ραγίσει από τους ιδίους της παλμούς. ΄Αλλοι άνθρωποι ζουν με τον εγκέφαλόν των, άλλοι με τους μυς των, άλλοι με τας αισθήσεις των. Ο Ματσούκας εζούσεν, αποκλειστικώς, με την καρδιά του. Όλη του η ζωή είχε συγκεντρωθή στο εύθραυστον αυτό όργανον. Με τόσην έντασιν ενεργείας, δεν ήτο δυνατόν ν΄ανθέξει περισσότερον. Υπέκυψεν εις τον σκληρόν αγώνα, που του είχεν επιβάλει ο ποιητής. Τον είπαν εθνικόν ζητιάνον. Αλλά τι ζητιάνος. Από τον δίσκον της επαιτείας εδημιούργησε την υπερηφάνειάν του και το καύχημά του. Εχάραζεν εις εκείνους, που έδιναν, την υπερηφάνειαν, ότι έδωκαν για την πατρίδα των, ότι έδωκαν για τα ορφανά της πατρίδος των. Εξηυγένιζε και ανύψωσε ψυχάς ανθρώπων», (Παύλου Νιρβάνα: «Άπαντα», αναστύλωσε Γ. Βαλέτας, τόμος 4ος , σελ. 383, εκδ. «Γιοβάνης», Αθήναι 1968).
Ο ποιητής Σπύρος Ματσούκας πέθανε στην Αθήνα τον Νοέμβριο του 1928. Όλος ο ημερήσιος τύπος των Αθηνών της εποχής εκείνης ασχολήθηκε με τον θάνατό του και στην κηδεία του, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα αυτά, παραβρέθηκε ο τότε Πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος με όλους σχεδόν τους Υπουργούς του, αλλά και όλος ο τότε πνευματικός κόσμος. Συγκινητικότατο επικήδειο λόγο εκφώνησε στον Μητροπολιτικό Ναό Αθηνών, ο μεγάλος μας ποιητής Κωστής Παλαμάς (1859-1943).Ο λόγος αυτός δημοσιεύεται στα «Άπαντα» του Κωστή Παλαμά (τόμος 13ος, σελ. 187, εκδ. «Μπίρης», Αθήναι 1972).
Αυτός ήταν ο λησμονημένος στην εποχή μας ποιητής Σπύρος Ματσούκας, που με την ανιδιοτελή προσφορά του προς το Έθνος, θα πρέπει να αποτελεί φωτεινό παράδειγμα προς μίμηση, στους σημερινούς ιδίως δύσκολους καιρούς που περνάμε.-
0 Σχόλια