Ο Όλιβερ Χάρντι (Oliver Hardy, 18 Ιανουαρίου 1892 - 7 Αυγούστου 1957) ήταν Αμερικανός ηθοποιός, γνωστός ως ο "Χοντρός" του κωμικού διδύμου Χοντρός και Λιγνός.
Δύο αστεροειδείς, οι 2865 και 2866 ονομάστηκαν «Λόρελ» και «Χάρντι» στη μνήμη των Σταν Λόρελ και Όλιβερ Χάρντι.
Βιογραφία
Ο Νόρβεν Χάρντι, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, ξεκίνησε τη ζωή του ως όμορφος μπέμπης σε μία πολυμελή οικογένεια στην Τζόρτζια και ήταν το μικρότερο από έξι παιδιά. Ο πατέρας του ήταν δικηγόρος και πέθανε όταν ο Όλιβερ ήταν 10 ετών. "Νομίζω ότι δεν αποφάσισα ποτέ τη ζωή μου το οριστικό μου επάγγελμα.
Θέλησα να ακολουθήσω τα νομικά αλλά σύντομα εγκατέλειψα τις σπουδές". Είχε φυσική κλίση στο τραγούδι (όλη η οικογένεια αγαπούσε τη μουσική) και σπούδασε μάλιστα τενόρος στη Μουσική Ακαδημία της Ατλάντας. Πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο το 1914 (στην ταινία Outwitting Dad) και στα επόμενα χρόνια ερμήνευσε δευτερεύοντες ρόλους. Ζύγιζε 127 κιλά και είχε ύψος 1,88 μ. Η αγάπη του στο φαγητό τον βοήθησε να διατηρήσει τον όγκο του, αν και νέος ασχολιόταν με τα σπορ, έπαιζε ποδόσφαιρο και λάτρευε (ως μεγάλος) το γκολφ. Ήταν ευκίνητος και πολύ καλός χορευτής.
Πριν γνωρίσει τον Σταν Λόρελ, ο Όλιβερ Χάρντι είχε παίξει σε περισσότερες από 250 ταινίες. Μαζί με τον Σταν Λόρελ, όμως, αποτέλεσαν το διασημότερο κωμικό δίδυμο στην ιστορία του κινηματογράφου. Το δίδυμο δημιουργήθηκε από τον παραγωγό Χολ Ρόουτς, πνευματικό πατέρα -μαζί με τον σκηνοθέτη Λίο Μακ Κάρεϊ- του Χοντρού και του Λιγνού. Πρωτοσυναντήθηκαν στην οθόνη στο The Lucky Dog (1921)και έπαιξαν μαζί και σε άλλες ταινίες, όπως στο Duck Soup (1927), αλλά ως πραγματικό ντουέτο εμφανίστηκαν στο Φορώντας παντελόνια στον Φίλιπ (Putting Pants on Philip, 1927), όπου ο Σταν υποδύεται έναν νεαρό Σκωτσέζο που έρχεται στην Αμερική στον θείο του Όλι.
Το 1927 ο Χοντρός και ο Λιγνός γύρισαν 13 ταινίες και το 1928 11 και ως το 1932 εμφανίζονταν σε μικρού μήκους και, ως επί το πλείστον, βουβές. Μεταξύ αυτών οι: Η μάχη του αιώνα, Μουσικοί για κλάματα, Μια τέλεια μέρα (1929), Ο Χοντρός και ο Λιγνός φορτοεκφορτωτές (The Music Box, 1932), που απέσπασε ένα από τα Όσκαρ για μικρού μήκους ταινία εκείνης της χρονιάς, κ.α. Μετά το 1932 άρχισαν την παραγωγή μεγάλου μήκους και ομιλουσών, ανάμεσα στις οποίες ορισμένες από τις πιο απολαυστικές: Ο Χοντρός και ο Λιγνός πάνε στον πόλεμο, Τα παιδιά της ερήμου, Δυο εύθυμοι Σκωτσέζοι, Ο Χοντρός και ο Λιγνός καουμπόηδες, Οι δύο βλάκες, Βάρδα Φουρνέλο, Τα κούτσουρα της Οξφόρδης, κ.α.
Περισσότερες από 100 ταινίες γύρισαν ως ζευγάρι. Ο Λόρελ και ο Χάρντι είχαν μία επαγγελματική φιλοδοξία και μόνο: ήθελαν να κάνουν τους ανθρώπους να γελούν. Δεν έτρεφαν αυταπάτες για τους εαυτούς τους. Οι μέθοδοι και η τεχνική τους είχαν πολλά στοιχεία από τους κλόουν, το χιούμορ της μία αλληλοδιαδοχή από γκαγκ, τα αστεία τους έκαναν τα παιδιά να ξεκαρδίζονται γιατί αναγνώριζαν στα πρόσωπα των δύο κωμικών τη δική τους αδεξιότητα και αθωότητα. Ανάμεσα στον Σταν (Λόρελ) και τον Όλι (Χάρντι) ο πρώτος ήταν ο πιο κουτός. Ανήγγελλε στον Όλι από το τηλέφωνο ότι τον δάγκωσε σκύλος και όταν εκείνος τον ρωτούσε σε ποιο σημείο, τότε ο Σταν τοποθετούσε το ακουστικό ακριβώς πάνω από την πληγή σαν ο συνομιλητής του να ήταν σε θέση να δει μέσα από τη γραμμή. Κατά μία άλλη εκδοχή ο Όλι ήταν πιο κουτός γιατί θεωρούσε τον εαυτό του έξυπνο. Και όπως έλεγε και ο ίδιος: "Δεν υπάρχει πιο βλάκας από τον βλάκα που νομίζει ότι είναι έξυπνος". Για τον Όλι έγραψαν ότι ήταν ευχαριστημένος με το να πέφτει συνέχεια μέσα στον ασβέστη. Πολλοί λίγοι κωμικοί έπεφταν τόσο συχνά και τόσο καλά μέσα στον ασβέστη. Όπως κανείς άλλος δεν μπορούσε να κινηθεί με τόση χάρη έχοντας τόσο μεγάλες διαστάσεις ή να παίξει με τη γραβάτα του έτσι ώστε να αποτελέσει σημείο αναφοράς.
Οι κωμωδίες τους απλές σε δράση, γίνονταν απολαυστικές από τις συνεχείς ανατροπές των καταστάσεων, τα εναλλασσόμενα γκαγκ. Ήρωες μικροαστικής προέλευσης, ήθελαν να γίνουν κοινωνικά σεβαστοί αλλά και αρεστοί. Φορούσαν αξιοπρεπή κοστούμια, σκληρά καπέλα και απευθύονταν ο ένας στον άλλον με την προσφώνηση μίστερ. Αποκτούσαν μία καθωσπρέπει απασχόληση ως μεταφορείς πιάνων ή πωλητές χριστουγεννιάτικων δέντρων κι αν στο τέλος τα έκαναν θάλασσα, αυτό δεν έβλαπτε παρά τους ίδιους.
Άτολμοι και γκαφαδόροι παρά το σοβαροφανές ύφος τους, βυθίζονταν μεγαλοπρεπώς σε λακκούβες, έβαφαν καλοσχηματισμένα οπίσθια ανύποπτων κυριών, προσπαθούσαν, με απόγνωση, να απαλλαγούν από μία κατσίκα και κατόρθωσαν να ανεβάσουν ένα άλογο πάνω σε ένα πιάνο.
Ο Χοντρός και ο Λιγνός, το διασημότερο δίδυμο στην ιστορία του κινηματογράφου, έπαψε ουσιαστικά να υπάρχει πριν από τον κλινικό θάνατο του ζεύγους. Την τελευταία τους ταινία τη γύρισαν στη Γαλλία το 1950 (Οι Νέοι Ροβινσώνες).
Οι βασιλιάδες του γέλιου ήταν ήδη εξασθενημένοι και κουρασμένοι. Αλλά από τη στιγμή που συναντήθηκαν, τέλη του 1920, ως τη χρονιά που ο Όλιβερ Χάρντι πέθανε παρέμειναν στενά συνδεδεμένοι όχι μόνο γιατί το ντουέτο τους πωλούσε αλλά γιατί ήταν και καλοί φίλοι: "Ο Όλι ήταν σαν αδελφός μου. Νιώθαμε ο ένας τον άλλον, αν και δεν κάναμε συχνά παρέα έξω από τα πλατό. Η ζωή του έξω από το στούντιο ήταν αφιερωμένη στα σπορ και κυρίως στο γκολφ, που λάτρευε. Η δική μου ζωή, ήταν δουλειά και τίποτα άλλο. Μου άρεσε να παρακολουθώ την ταινία σε όλα τα στάδια της παραγωγής. Μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι δεν μαλώσαμε ποτέ".
Ο Όλιβερ Χάρντι πέθανε το 1957, ύστερα από μακροχρόνια ασθένεια, σε ηλικία 65 χρόνων[9].
0 Σχόλια