Η έγκυρη διάγνωση μπορεί να σώσει μια γυναίκα με καρκίνο του μαστού που, όπως δείχνουν οι στατιστικές, είναι ο δεύτερος πιο συνηθισμένος καρκίνος, στις γυναίκες. Μια στις οχτώ γυναίκες θα εμφανίσει καρκίνο, κάποια στιγμή στην ζωή της. Οι νέες επιστημονικές μελέτες επικεντρώνονται στην έρευνα και ανάπτυξη νέων τρόπων πρόληψης, της εμφάνισης του καρκίνου του μαστού.
Γενικότερα, υπάρχει βιβλιογραφία που δείχνει συσχέτιση μεταξύ του καρκίνου του μαστού και της βιταμίνης D. Σύμφωνα με πρόσφατες έρευνες φάνηκε ότι, υπάρχει συσχέτιση μεταξύ του καρκίνου του μαστού με τα χαμηλά επίπεδα ή ανεπάρκεια της βιταμίνης D. Επίσης τελευταίες μελέτες έδειξαν το πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος της βιταμίνης D, στη ρύθμιση της κυτταρικής ανάπτυξης. Η βιταμίνη D, δρα ως αντιπολλαπλασιαστικός παράγοντας σε πολλούς ιστούς και επιβραδύνει σημαντικά την κακοήθη κυτταρική ανάπτυξη.
Σύμφωνα με το περιοδικό HarvardHealth, παρατηρήθηκε ότι το 41 % του ενήλικου πληθυσμού έχουν χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D. Σε αρκετές μελέτες τα αποτελέσματα δείχνουν ότι γυναίκες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού. Σε μια πρόσφατη ανασκόπηση μελετών βρέθηκε ότι οι γυναίκες με χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D, μετά την εμμηνόπαυση, έχουν υψηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, σε αντίθεση με τις γυναίκες που έχουν υψηλά επίπεδα.
Στο πανεπιστήμιο του Stanford School of Medicine στην California (2016), έγινε μια μελέτη σε ασθενείς με καρκίνο του μαστού, με προϋπάρχουσα ανεπάρκεια βιταμίνης D, όταν αναπτύχθηκε ο καρκίνος τους. Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η μη ύπαρξη της βιταμίνης D, στα κύτταρα με καρκίνο του μαστού, επιταχύνει την ανάπτυξη του πρωτεύοντος όγκου και καθιστά δυνατή την ανάπτυξη μεταστάσεων, αποδεικνύοντας ότι η ύπαρξη βιταμίνης D, πιθανόν ευθύνεται για την καταστολή των καρκινικών μεταστάσεων. Στη μελέτη αυτή φάνηκε ότι η βιταμίνη D αναστέλλει την έκφραση του γονιδίου για πρόοδο του όγκου, όπως φάνηκε και σε 2 έρευνες με ποντίκια με καρκίνο του μαστού. Τα αποτελέσματα της έρευνας σχετίζονται με τον άνθρωπο, διότι ανακαλύψαμε ότι ο μηχανισμός VDR, ρύθμισης του αναστολέα της διαφοροποίησης 1 (ID1), διατηρείται στα ανθρώπινα κύτταρα με καρκίνο του μαστού και υπάρχει αρνητική συσχέτιση μεταξύ των επιπέδων 25-υδροξυβιταμίνης D στον ορό και του επιπέδου ID1 στους πρωτογενείς όγκους, από ασθενείς με καρκίνο του μαστού (Williams et al., 2016).
Επιδημιολογικές μελέτες δείχνουν μια αντίστροφη συσχέτιση μεταξύ του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του μαστού και της κατάστασης της βιταμίνης D στους ανθρώπους, ωστόσο χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση.
Άλλες επιδημιολογικές μελέτες έχουν δείξει ότι η έκθεση στην υπεριώδη ακτινοβολία μπορεί να συμβάλει στη μείωση του κινδύνου και του επιπολασμού του καρκίνου, υποδεικνύοντας έναν πιθανό ρόλο της βιταμίνης D, ως έναν παράγοντα για την πρόληψη της εμφάνισης και επανεμφάνισης του καρκίνου.
Με τον προληπτικό ρόλο της βιταμίνης D, ως βιολογικού δραστικού παράγοντα, προτείνουμε σε χώρες όπου ο καρκίνος αυξάνεται, (ενώ έχουν ηλιοφάνεια και επομένως η βιταμίνη D μπορεί εύκολα να αποκτηθεί), να υιοθετήσουν στρατηγικές ευαισθητοποίησης, εκπαίδευσης και εφαρμογής για την αύξηση της συμπλήρωσης με τη βιταμίνη D, σε όλες τις ηλικιακές ομάδες ως προληπτικό μέτρο για τη μείωση του κινδύνου και του επιπολασμού του καρκίνου (Moukayed & Grant, 2013).
Σε μια μελέτη που διεξήχθη στη Νεμπράσκα, έλαβαν μέρος μετα-εμμηνοπαυσιακές γυναίκες που ακολουθούσαν θεραπεία 1450 mg / ημέρα ασβεστίου ή 1450 mg / ημέρα ασβεστίου συν 1100 IU / ημέρα βιταμίνης D3. Μεταξύ των δύο ομάδων (του πρώτου και τέταρτου έτους), όσοι έλαβαν μόνον ασβέστιο είχαν 44% μείωση της εμφάνισης όλων των τύπων καρκίνου, ενώ εκείνοι που έλαβαν Ασβέστιο συν βιταμίνη D είχαν μείωση κατά 77%. Με βάση την σχέση μεταξύ των επιπέδων συχνότητας εμφάνισης καρκίνου του μαστού, από τις μελέτες ελέγχου των περιπτώσεων, έναντι του επιπέδου 25 (OH) D του ορού, η αναμενόμενη μείωση θα ήταν 18%. Η διαφορά μεταξύ 44% και 77% είναι 33%. Και το Ασβέστιο έχει βρεθεί ότι μειώνει τον κίνδυνο καρκίνου σε αρκετές μελέτες.
Μια ακόμα επιτυχημένη μελέτη, που αφορά στην βιταμίνη D και ασβέστιο RCT, ήταν από μια ανασκόπηση μιας υπο-ομάδας δεδομένων, από την μελέτη για την Πρωτοβουλία Υγείας των Γυναικών. Οι συμμετέχοντες έλαβαν 400 IU / ημέρα βιταμίνη D3 και Ασβέστιο 1500 mg / ημέρα, αλλά πολλοί δεν λάμβαναν όλα τα συμπληρώματα. Για τους συμμετέχοντες που δεν έλαβαν βιταμίνη D ή συμπληρώματα Ασβεστίου, πριν από την έρευνα, σημειώθηκαν σημαντικές μειώσεις του συνολικού καρκίνου του μαστού και του διηθητικού καρκίνου του μαστού κατά 14% -20% και επίσης μειώθηκε ο κίνδυνος εμφάνισης του καρκίνου του παχέος εντέρου κατά 17% . Για όσους έλαβαν βιταμίνη D ή και ασβέστιο πριν από την έρευνα, δεν υπήρξε ευεργετικό αποτέλεσμα από την λήψη τους, κατά την διάρκεια της μελέτης. Αυτή η μείωση είναι περίπου διπλάσια από αυτήν που αναμένεται μόνον από την βιταμίνη D, γι ‘αυτό πιθανότατα συμπεριλαμβάνεται και η συμβολή του Ασβεστίου. (Kim & Je ,2014)
Άλλες μελέτες έχουν δείξει πως υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της ποσότητας της βιταμίνης D που λαμβάνει κάποιος, με το πώς αντιδρά ο οργανισμός. Όσο τα επίπεδα της βιταμίνης D αυξάνονται τόσο μειώνονται οι πιθανότητες κινδύνου του καρκίνου του μαστού.
Ωστόσο, υπάρχουν και έρευνες που έχουν δείξει πως υπάρχει σχέση μεταξύ των επιπέδων της βιταμίνης D και της υποτροπής του καρκίνου του μαστού, του μεγέθους του όγκου και του θανάτου από καρκίνο του μαστού. Αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, όσοι έχουν αρκετή ποσότητα βιταμίνης D, έχουν και αρκετές πιθανότητες να μην επιδεινωθεί ο καρκίνος. Επίσης, σε μια πρόσφατη ανασκόπηση, φάνηκε ότι τα χαμηλά επίπεδα βιταμίνης D είχαν διπλάσια επίπτωση στην υποτροπή του καρκίνου του μαστού και της θνησιμότητας. Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως αν διατηρούνται τα επίπεδα βιταμίνης D σε ένα ιδανικό επίπεδο όπως 70ng/ml, κατά την διάρκεια της διάγνωσης και ένα χρόνο μετά την διάγνωση, τότε θα υπάρξει μεγάλη πρόοδος στην επιβίωση των ασθενών με καρκίνο του μαστού.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί, ότι είναι δύσκολο να γίνει μια γενική σύσταση για την ποσότητα βιταμίνης D που απαιτείται, καθώς η δόση διαφέρει από άτομο σε άτομο. Στην πραγματικότητα, θα πρέπει οι γυναίκες, οι άντρες και τα παιδιά να παρακολουθούν τακτικά τα επίπεδα της βιταμίνης D και να λάβουν, αν και όποτε χρειάζεται, κάποια ποσότητα της βιταμίνης D3, ώστε αυτή να διατηρηθεί σε καλό επίπεδο.
nevronas.gr
0 Σχόλια