Στο παρελθόν διετέλεσε προπονητής στο ελληνικό πρωτάθλημα στον Πανιώνιο, στον ΠΑΟΚ και στο Λεβαδειακό, στο κυπριακό πρωτάθλημα σε διάφορους συλλόγους και στην εθνική ομάδα της Κύπρου.
Ως ποδοσφαιριστής ξεκίνησε την καριέρα του στην Παρτιζάν Βελιγραδίου σε ηλίκια 12 ετών και έπαιξε στην α΄ ομάδα από τα 17 του χρόνια. Αγωνίστηκε ως βασικός για μια δεκαετία σημειώνοντας 79 γκολ σε 257 ματς και κατέκτησε δυο πρωταθλήματα (1976, 1978). Τη σεζόν 1978-79 αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό και μεταγράφηκε στη γαλλική Ζιροντέν Μπορντό αλλά δεν κατάφερε να ποσαρμοστεί. Επέστρεψε στην Παρτιζάν, στην οποία αγωνίστηκε ως το τέλος της καριέρας του (1984), σημειώνοντας άλλα 33 γκολ σε 138 ματς και κατακτώντας άλλο ένα πρωτάθλημα το 1983. Κατέχει το απόλυτο ρεκόρ συμμετοχών στη ιστορία της Παρτιζάν, αφού συμμετείχε σε 752 ματς σε διοργανώσεις όλων των ηλικιακών κατηγοριών, ενώ έχει σημειώσει 306 γκολ.
Στις 16 σεζόν που αγωνίστηκε σε υψηλό επίπεδο έπαιξε σε περισσότερα από 430 ματς πρωταθλήματος και σημείωσε πάνω από 120 γκολ.
Εθνική ομάδα
Ο Μόμτσιλο Βούκοτιτς αγωνίστηκε 14 φορές στην εθνική Γιουγκοσλαβίας από το 1972 ως το 1978. Έκανε ντεμπούτο στις 20-9-1972, στον αγώνα Ιταλία-Γιουγκοσλαβία 3-1, στον οποίο σκόραρε το μοναδικό γκολ της ομάδς του. Συνολικά σημείωσε 4 γκολ με την εθνική ομάδα και έπαιξε για τελευταία φορά στις 4-10-1978 στο ματς Γιουγκοσλαβία-Ισπανία 1-2. Στις 16-11-1977 αγωνίστηκε και κατά της Ελλάδας σε ματς για το Βαλκανικό Κύπελλο (σκορ: 0-0). Ήταν μέλος της ομάδας της Γιουγκοσλαβίας που μετείχε στα ημιτελικά του Κυπέλλου Εθνών Ευρώπης το 1976 χωρίς να αγωνιστεί.
Προπονητής
Ως προπονητής εργάστηκε αμέσως μόλις σταμάτησε να αγωνίζεται, αρχικά ως βοηθός στην Παρτιζάν ως το 1987 και στη συνέχεια ως α΄ προπονητής. Ως βοηθός προπονητής στην Παρτιζάν κατέκτησε δύο πρωταθλήματα (1986, 1987) και ως α΄ προπονητής το Κύπελλο ποδοσφαίρου Γιουγκοσλαβίας το 1989, το οποίο η ομάδα κατέκτησε ξανά έπειτα από 32 χρόνια.
Στη συνέχεια ήρθε στον Πανιώνιο, όπου εργάστηκε δύο σεζόν και ακολούθως πήγε στην Κύπρο, όπου δούλεψε για πάνω από μια δεκαετία. Η πρώτη ομάδα του ήταν ο Απόλλων Λεμεσού, όπου έμεινε δύο σεζόν. Συνέχισε στη Νέα Σαλαμίνα Αμμοχώστου άλλα δυο χρόνια και τρεις σεζόν στον Εθνικό Άχνας, τον οποίο οδήγησε στην 4η θέση, την υψηλότερη στην ιστορία του. Στη συνέχεια εργάστηκε ως βοηθός προπονητής στην εθνική Γιουγκοσλαβίας, η οποία δεν κατάφερε να προκριθεί στην τελική φάση του παγκοσμίου κυπέλλου 2002 μόλις για ένα βαθμό. Συνέχισε ως ομοσπονδιακός προπονητής στην Εθνική Κύπρου, χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία.
Τη σεζόν 2005-06 εργάστηκε στη Φάρουλ Κωστάντζας της Ρουμανίας, την οποία οδήγησε στον ημιτελικό του Κυπέλλου και στον 3ο γύρο στο Κύπελλο Ιντερτότο. Έμεινε στην ομάδα ως την αρχή της σεζόν 2006-07 και τον Οκτώβριο του 2006 ήρθε ξανά στην Ελλάδα, στον ΠΑΟΚ, όπου έμεινε ως τον Ιανουάριο του 2007. Τη σεζόν 2008-09 εργάστηκε στο Λεβαδειακό.
0 Σχόλια