Η Ίντιρα Γκάντι (इन्दिरा गांधी, 19 Νοεμβρίου 1917 - 31 Οκτωβρίου 1984) ήταν Ινδή πολιτικός.
Διετέλεσε πρωθυπουργός της Ινδίας για τρεις συνεχόμενες θητείες από το 1966 έως το 1977 και με τέταρτη θητεία το 1980 μέχρι τη δολοφονία της το 1984, συνολικά δεκαπέντε χρόνια. Ήταν η πρώτη και μέχρι στιγμής η μόνη γυναίκα πρωθυπουργός της Ινδίας.Το 1999 ψηφίστηκε σε δημοσκόπηση του BBC ως η σημαντικότερη γυναίκα της τελευταίας χιλιετηρίδας ανάμεσα σε άλλες γυναικείες προσωπικότητες όπως η βασίλισσα Ελισάβετ Α' της Αγγλίας, η Μαρία Κιουρί και η Μητέρα Τερέζα.
Η ζωή της
Η Ίντιρα Γκάντι ήταν μέλος της πολιτικά ισχυρής δυναστείας Νεχρού και μεγάλωσε σε εξαιρετικά πολιτικοποιημένη ατμόσφαιρα. Το επίθετο Γκάντι είναι το συζύγου της που ήταν ανιψιός του Μαχάτμα Γκάντι. Ο παππούς της, Μοτιλαλ Νεχρού, ήταν εξέχων Ινδός εθνικόφρων ηγέτης. Ο πατέρας της, Τζαβαχαρλάλ Νεχρού, ήταν καθοριστική φυσιογνωμία για το κίνημα ανεξαρτησίας της Ινδίας και ο πρώτος πρωθυπουργός της αυτόνομης Ινδίας. Η Ίντιρα Γκάντι γνώρισε από κοντά τον αγώνα της ανεξαρτησίας και τους ηγέτες του, αναμίχθηκε στην πολιτική όταν ήταν ακόμη φοιτήτρια, προσχώρησε στα 21 της στο Κόμμα του Κογκρέσου. Επιστρέφοντας από την Οξφόρδη το 1941, προσχώρησε στο κίνημα ανεξαρτησίας της Ινδίας. Φυλακίστηκε από τους Άγγλους για 13 μήνες.
Τη δεκαετία του 1950, ήταν η σκιά του πατέρα της, υπηρετώντας τον ανεπίσημα ως ιδιαιτέρα γραμματέας του κατά τη διάρκεια της θητείας του ως πρώτου πρωθυπουργού της Ινδίας. Μετά το θάνατο του πατέρα της το 1964, διορίστηκε από τον πρόεδρο της Ινδίας ως μέλος του Ράτζα Σάμπα, ανώτερου νομοθετικού συμβουλίου της Ινδικής Βουλής, και έγινε μέλος της κυβερνητικής ομάδας του πρωθυπουργού Λαλ Μπαλαντούρ Σάστρι ως υπουργός πληροφοριών και Τύπου.
Στις 19 Ιανουαρίου του 1966, η 48χρονη τότε Ίντιρα Γκάντι κέρδισε εύκολα τη μάχη για τη διαδοχή του Λαλ Μπαλαντούρ Σάστρι, ο οποίος πέθανε από καρδιακή προσβολή στην Τασκένδη, στις 11 Ιανουαρίου, λίγο μετά την υπογραφή της ινδοπακιστανικής διακήρυξης. "Θέτω τον εαυτό μου στην υπηρεσία του κόμματος και του έθνους. Τα προβλήματα είναι τεράστια, η μεγάλη αυτή χώρα κρύβει, όμως, ανεξάντλητες δυνάμεις. Έχω εμπιστοσύνη στον ινδικό λαό, που έμεινε ενωμένος παρά τις αλλεπάλληλες κρίσεις", είπε η Ίντιρα Γκάντι μετά την ορκωμοσία της. Η νέα πρωθυπουργός, που ως "κεντρώα" κλήθηκε να συγκεράσει τις διαφορετικές τάσεις ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή πτέρυγα του Κόμματος του Κογκρέσου, ανέλαβε καθήκοντα σε περίοδο οξύτατης κρίσης. Η ξηρασία της προηγούμενης χρονιάς είχε ως αποτέλεσμα τη δραματική έλλειψη σιτηρών. Με το λιμό προ των πυλών η Ίντιρα Γκάντι άρχισε τον Μάρτιο του 1966 περιοδεία στο εξωτερικό, οργώνοντας Ανατολή και Δύση, συναντώντας τους ηγέτες όλων των μεγάλων δυνάμεων.
Καθ' οδόν προς την Ουάσινγκτον έκανε μία στάση στο Παρίσι, όπου συναντήθηκε με τον στρατηγό Σαρλ ντε Γκωλ στις 25 Μαρτίου. Στην αμερικανική πρωτεύουσα είχε επαφές με οικονομικούς κύκλους και απέσπασε την υπόσχεση του Αμερικανού προέδρου για αύξηση των εξαγωγών αμερικανικών σιτηρών προς την Ινδία με ευνοϊκούς όρους, καθώς και τη μεσολάβησή του για διεθνή βοήθεια. Η Ίντιρα Γκάντι συνέχισε το παιχνίδι ισορροπιών του πατέρα της ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση.
Στις 8 Ιουλίου του 1966 συναντήθηκε με τον πρόεδρο Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ στο Κάιρο και στις 12 Ιουλίου έφτασε στη Μόσχα, όπου της επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή. Στην κοινή διακήρυξη υπογραμμίστηκε η σημασία που απέδιδαν οι δύο χώρες στην πολιτική των Αδεσμεύτων, ο επιζήμιος ρόλος των ξένων βάσεων, η προσήλωση των δύο χωρών στον αφοπλισμό και η υποστήριξή τους προς όλους όσοι μάχονταν κατά της αποικιοκρατίας και, πρωτίστως, οι άριστες οικονομικές τους σχέσεις. Τα πρώτα βήματα της νέας πρωθυπουργού ήταν μάλλον σταθερά, μολονότι οι προτάσεις της για διευθέτηση του βιετναμικού παρέμειναν κενό γράμμα.
Η Γκάντι σύντομα επέδειξε ικανότητα να κερδίζει τις εκλογές και να χειρίζεται επιτυχώς τους αντιπάλους της με τη βοήθεια του λαϊκισμού. Εισήγαγε πιο αριστερές οικονομικές πολιτικές και προώθησε την αγροτική παραγωγικότητα. Το 1969 προκλήθηκε κρίση στο εσωτερικό του Κόμματος του Κογκρέσου. Η κρίση, την οποία πυροδότησε η πριμοδότηση του Βαραχατζίρι Τζίρι από την Ίντιρα Γκάντι και τη συμμαχία της αριστερής πτέρυγας του Κόμματος του Κογκρέσου με κομμουνιστές και σοσιαλιστές στις προεδρικές εκλογές εις βάρος του κομματικού υποψηφίου Σαντζίβα Ρένι, οδήγησε το Νοέμβριο του 1969 στη διάσπαση. Στις 12 του μήνα ο πρόεδρος του κόμματος Νιτζαλινγκάπα διέγραψε την Ίντιρα Γκάντι, εκείνη όμως κατόρθωσε να εξασφαλίσει την υποστήριξη της κοινοβουλευτικής ομάδας και της κεντρικής επιτροπής. Όταν στις 22 Νοεμβρίου ο Νιτζαλινγκάλπα καθαιρέθηκε από την κοινοβουλευτική ομάδα, η αποτελούμενη από 96 αντιφρονούντες βουλευτές ομάδα της αντιπολίτευσης του Κογκρέσου αποχώρησε και ίδρυσε δικό της κόμμα.
Μετά από μια αποφασιστική νίκη στον πόλεμο με το Πακιστάν το 1971 ακολούθησε περίοδος αστάθειας που οδήγησε την Ίντιρα Γκάντι να κηρύξει κατάσταση επείγουσας ανάγκης το 1975. Εξαιτίας των υπερβάσεων εξουσίας της περιόδου εκείνης παρέμεινε τρία χρόνια στην αντιπολίτευση. Η Ιντίρα Γκάντι επέστρεψε στην εξουσία το 1980 και η αυξανόμενη εμπλοκή της στην κλιμακούμενη διαμάχη με αυτονομιστές του Παντζάμπ οδήγησε τελικά στη δολοφονία της από σωματοφύλακές της το 1984.
0 Σχόλια