Μια σημαντική διαφορά ανάμεσα στα καλοκαιρινά και τα χειμωνιάτικα μωρά εντόπισαν οι ερευνητές που μπορεί να εξηγεί και διαφορές στην ψυχική μας υγεία.
Υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες, έχουν οι γυναίκες που γέννησαν φθινόπωρο και χειμώνα συγκριτικά με εκείνες που γέννησαν άνοιξη ή καλοκαίρι. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ σε δημοσίευση που έκαναν στο Psychoneuroendocrinology.
Τα ευρήματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί οι ψυχικές νόσοι είναι πιο κοινές σε άτομα που γεννιούνται τον χειμώνα, συμπέρασμα που είχε εξαχθεί και σε προηγούμενες μελέτες.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από μακροχρόνια μελέτη που διεξήχθη στην Ουαλία και εξέτασαν την πιθανή σχέση μεταξύ των εποχών και των συγκεντρώσεων κορτιζόλης σιέλου, κατάθλιψης, συμπτωμάτων άγχους και του βάρους γέννησης. Η μελέτη περιελάμβανε 316 γυναίκες. Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν σε ένα προ-χειρουργικό ραντεβού και αμέσως μετά τη γέννα, μέσω ενός εκτεταμένου ερωτηματολογίου και σημειώσεων. Η κορτιζόλη προήλθε από δείγματα μητρικού σάλιου.
Ο καθηγητής Ros John από τη Σχολή Βιοχημείας του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ εξήγησε πως «αν και τα επίπεδα κορτιζόλης της μητέρας είναι φυσιολογικό να αυξάνονται κατά την εγκυμοσύνη, τα δεδομένα μάς δείχνουν πως τα παιδιά που γεννήθηκαν φθινόπωρο και χειμώνα είχαν εκτεθεί σε περισσότερη κορτιζόλη, λίγο πριν γεννηθούν. Κατά μέσο όρο οι γυναίκες που γέννησαν φθινόπωρο ή χειμώνα είχαν 20% περισσότερη κορτιζόλη σιέλου πριν τη γέννα συγκριτικά με τις γυναίκες που γέννησαν άνοιξη ή καλοκαίρι.
Τα επίπεδα κορτιζόλης της εγκύου έχουν συσχετιστεί σε προηγούμενες έρευνες με υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης ψυχικών διαταραχών των παιδιών. Τα νέα αυτά ευρήματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί εκείνες οι διαταραχές είναι πιο κοινές σε ανθρώπους που γεννήθηκαν κατά τους χειμερινούς μήνες. Οι ειδικοί δεν γνωρίζουν ωστόσο, για ποιους λόγους παρουσιάζονται υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης αυτές τις εποχές.
Οι αλλαγές στη διάθεση και τη συμπεριφορά που οφείλονται στην εποχή είναι συνήθεις στον γενικό πληθυσμό, αλλά λίγα πράγματα είναι γνωστά για το πώς μπορούν να επηρεάσουν τη διάθεση κατά την εγκυμοσύνη. Η ερευνητική ομάδα προσπάθησε να καλύψει αυτό το κενό διερευνώντας τη σχέση ανάμεσα στις εποχές και των συγκεντρώσεων κορτιζόλης σιέλου,της κατάθλιψης και των αγχωδών διαταραχών, καθώς και του βάρους γέννησης του μωρού και του πλακούντα σε έγκυες γυναίκες στην Νότια Ουαλία.
Υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης, της ορμόνης του στρες, έχουν οι γυναίκες που γέννησαν φθινόπωρο και χειμώνα συγκριτικά με εκείνες που γέννησαν άνοιξη ή καλοκαίρι. Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ σε δημοσίευση που έκαναν στο Psychoneuroendocrinology.
Τα ευρήματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί οι ψυχικές νόσοι είναι πιο κοινές σε άτομα που γεννιούνται τον χειμώνα, συμπέρασμα που είχε εξαχθεί και σε προηγούμενες μελέτες.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν δεδομένα από μακροχρόνια μελέτη που διεξήχθη στην Ουαλία και εξέτασαν την πιθανή σχέση μεταξύ των εποχών και των συγκεντρώσεων κορτιζόλης σιέλου, κατάθλιψης, συμπτωμάτων άγχους και του βάρους γέννησης. Η μελέτη περιελάμβανε 316 γυναίκες. Τα δεδομένα συγκεντρώθηκαν σε ένα προ-χειρουργικό ραντεβού και αμέσως μετά τη γέννα, μέσω ενός εκτεταμένου ερωτηματολογίου και σημειώσεων. Η κορτιζόλη προήλθε από δείγματα μητρικού σάλιου.
Ο καθηγητής Ros John από τη Σχολή Βιοχημείας του Πανεπιστημίου του Κάρντιφ εξήγησε πως «αν και τα επίπεδα κορτιζόλης της μητέρας είναι φυσιολογικό να αυξάνονται κατά την εγκυμοσύνη, τα δεδομένα μάς δείχνουν πως τα παιδιά που γεννήθηκαν φθινόπωρο και χειμώνα είχαν εκτεθεί σε περισσότερη κορτιζόλη, λίγο πριν γεννηθούν. Κατά μέσο όρο οι γυναίκες που γέννησαν φθινόπωρο ή χειμώνα είχαν 20% περισσότερη κορτιζόλη σιέλου πριν τη γέννα συγκριτικά με τις γυναίκες που γέννησαν άνοιξη ή καλοκαίρι.
Τα επίπεδα κορτιζόλης της εγκύου έχουν συσχετιστεί σε προηγούμενες έρευνες με υψηλότερο κίνδυνο εκδήλωσης ψυχικών διαταραχών των παιδιών. Τα νέα αυτά ευρήματα θα μπορούσαν να εξηγήσουν γιατί εκείνες οι διαταραχές είναι πιο κοινές σε ανθρώπους που γεννήθηκαν κατά τους χειμερινούς μήνες. Οι ειδικοί δεν γνωρίζουν ωστόσο, για ποιους λόγους παρουσιάζονται υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης αυτές τις εποχές.
Οι αλλαγές στη διάθεση και τη συμπεριφορά που οφείλονται στην εποχή είναι συνήθεις στον γενικό πληθυσμό, αλλά λίγα πράγματα είναι γνωστά για το πώς μπορούν να επηρεάσουν τη διάθεση κατά την εγκυμοσύνη. Η ερευνητική ομάδα προσπάθησε να καλύψει αυτό το κενό διερευνώντας τη σχέση ανάμεσα στις εποχές και των συγκεντρώσεων κορτιζόλης σιέλου,της κατάθλιψης και των αγχωδών διαταραχών, καθώς και του βάρους γέννησης του μωρού και του πλακούντα σε έγκυες γυναίκες στην Νότια Ουαλία.
0 Σχόλια