Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Προσεγγίζοντας ηλεκτρομαγνητικά την κακοήθεια

Τα έμβια όντα του πλανήτη μας, μεταξύ των οποίων και o άνθρωπος, ζουν επί δισεκατομμύρια χρόνια υπό την επίδραση διάφορων ηλεκτρομαγνητικών πεδίων. Η πρώτη επίδραση που ασκείται στα όντα είναι του γήινου μαγνητικού πεδίου με συχνότητα 7-8 Hz και ένταση που κυμαίνεται από 35 mT στον ισημερινό μέχρι 75 mT στους πόλους. Ο ίδιος ο άνθρωπος έχει δικό του μαγνητικό πεδίο συχνότητας, περίπου 7,8 Hz (και έντασης μεγέθους μΤ).
Ο πλανήτης μας, όμως, καθώς και τα έμβια, βομβαρδίζεται καθημερινά από ένα τεράστιο εύρος ηλεκτρομαγνητικών ακτινοβολιών, από τα πολύ χαμηλής συχνότητας (ELF &VLF) μέχρι και την ιονίζουσα (ακτίνες Χ) και την κοσμική ακτινοβολία. Αυτά τα πεδία είναι τα φυσικά πεδία στα οποία το μαγνητικό πεδίο της γης, καθώς και η γήινη ατμόσφαιρα (για την κοσμική ακτινοβολία), προσέφερε σημαντική προστασία. Όμως, από τις αρχές του19ου αιώνα η ανθρωπογενής δραστηριότητα προσέθεσε ένα σημαντικό εύρος πεδίων (ηλεκτρισμός, ραντάρ, επικοινωνίες κ.α.) που κάλυψαν το μέχρι τότε κενό εύρος, μέχρι τις συχνότητες του ορατού φωτός.

Η εξάρτηση του ανθρώπου από τα ηλεκτρομαγνητικά πεδία
Η εξάρτηση των λειτουργιών του ανθρώπου και άλλων μορφών ζωής από τα διάφορα ηλεκτρομαγνητικά πεδία είναι γνωστή από μελέτες, ήδη από το 1890. Οι μεταβολές του μαγνητικού πεδίου που προκαλούνται από τις περιοδικές ηλιακές μαγνητικές καταιγίδες (Zadhin M, 2001) επιδρούν στην ανθρώπινη υγεία.
Φορέας του ηλεκτρομαγνητικού πεδίου είναι το ηλεκτρομαγνητικό κύμα, το οποίο περιέχει ένα ηλεκτρικό και ένα μαγνητικό σκέλος (κύμα), τα οποία διαδίδονται μαζί κάθετα και ισοφασικά το ένα με το άλλο, με ταχύτητα (στο κενό) ίση με αυτή του φωτός (c).
Ο άνθρωπος και όλα τα έμβια είναι, πέραν των άλλων, κι ένα δίκτυο παραγωγής και υποδοχής- διάδοσης και εκπομπής ηλεκτρομαγνητικών πεδίων. Η ηλεκτρική λειτουργία των διαφόρων συστημάτων, τα σωμάτια σιδήρου στα κύτταρα του κωναρίου, η λειτουργία των πρωτεϊνών ως ημιαγωγών, των συστατικών της κυτταρικής μεμβράνης (λιπιδίων πρωτεϊνών κ.α.) και του ενδο- και εξωκυττάριου νερού ως «υγρών κρυστάλλων», στοιχειοθετούν την άποψη του παραγωγού, πομπού και δέκτη ηλεκτρομαγνητικής πληροφορίας.
Είναι πια γνωστό ότι οι κυτταρικοί- σωματικοί μικροσωληνίσκοι είναι αγωγοί ηλεκτρομαγνητικών κυμάτων (f=1013 Ηz και των αρμονικών τους, σε λ= mm), που συντονίζουν τις κυτταρικές λειτουργίες (Lasley και Primram,1991), τα κεντροσωμάτια περιέχουν οξείδια του πυριτίου και εκπέμπουν και δέχονται ηλεκτρομαγνητικά «σήματα».
Το ανθρώπινο σώμα παράγει μια σειρά θεμελιωδών ηλεκτρομαγνητικών συχνοτήτων χαρακτηριστικών της δομής και της λειτουργίας του (Andreyev YA, Bely MA, Sitʼko SP,1982). Τα νευρικά κύτταρα εκπέμπουν και λαμβάνουν ηλεκτρομαγνητικά πεδία στην περιοχή ELF (Elul J UCLA, 1967).
Η κυτταρική μεμβράνη συμπεριφέρεται ως κρυσταλλοδίοδος ή τρανζίστορ, μετατρέποντας τα εναλλασσόμενα ηλεκτρομαγνητικά πεδία σε συνεχή και ενισχύοντάς τα (Pinkard W,1985). To κυτταρικό DNA εκπέμπει ηλεκτρομαγνητικά κύματα (τύπου Laser) , με τα οποία γίνεται η ένδο- και διακυτταρική επικοινωνία.
Και το πιο σπουδαίο είναι πως τα κύτταρα, προ του θανάτου τους, εκπέμπουν ένα χαρακτηριστικό ηλεκτρομαγνητικό κύμα, ενημερώνοντας τα υπόλοιπα (Popp F.A 1986 και 1989).

Μετρήσεις λειτουργιών
Οι μετρήσεις των διαφόρων λειτουργιών με τη μορφή ηλεκτρομαγνητικών συχνοτήτων με τα σύγχρονα μαγνητόμετρα (SQUIDs) και με τις συσκευές Πυρηνικού Μαγνητικού Συντονισμού (NMR, MRI) είναι σήμερα γεγονός.
To 1960 , οι Mosalenko Y et al, κοινοποίησαν μια ηλεκτρονική συσκευή μεγάλης εμβέλειας εκπομπής και καταγραφής ραδιοσυχνοτήτων στο ανθρώπινο σώμα (συχνότητες από 2-6 GHz, λ=mm-microwaves) και έδειξαν ότι η διαφορά μεταξύ εκπεμπόμενης και απαντώμενης συχνότητας μπορεί να δώσει διαγνωστικές πληροφορίες (Lin C: Bioelectromagnetics, 1992).
Το 1970, Ρώσοι και Ουκρανοί ραδιοφυσικοί ανακάλυψαν ότι υπάρχει συντονισμός των ιστών και κυττάρων με πολύ υψηλής συχνότητας και χαμηλής έντασης ραδιοκύματα . Έτσι, για πρώτη φορά, καταγράφηκαν οι ειδικές ραδιοσυχνότητες συντονισμού ανθρώπων, ζώων αλλά και άλλων συστατικών (βιολογικών και χημικών ουσιών) (Petrosyan V.I et al, 1970-Kositsky et al 2001).
H εκπομπή και καταγραφή πολύ χαμηλής έντασης φωτονίων (βιοφωτονίων) από το ανθρώπινο σώμα, διαφορετικής συχνότητας για κάθε όργανο, είναι μια ακόμη σημαντική ένδειξη .( Cohen &Popp, -Indian J Exp Biology, 2003).

Η γλώσσα του σώματος
Η βιοπληροφορική έχει δείξει ότι η επικοινωνία -η γλώσσα του σώματος- είναι ηλεκτρική και χημική. Οι νευρικές ηλεκτρικές διεγέρσεις περιέχουν πληροφορία, οι (βιο)χημικές ενώσεις- σήματα περιέχουν πληροφορία προς εκτέλεση, κωδικοποιημένη στη δομή τους. Τα κύτταρα είναι γεμάτα αποδέκτες τής πληροφορίας (υποδοχείς) και περιέχουν όλες τις λειτουργικές δομές και τα βιοχημικά μονοπάτια, μετάφρασης και μεταγωγής της πληροφορίας αυτής στον πυρήνα προς εκτέλεση της εντολής.
Είναι, όμως, μόνο αυτά τα δύο πληροφοριακά συστήματα που αποτελούν τη γλώσσα του σώματος; Μήπως τα έμβια -και ο ανθρώπινος οργανισμός- επικοινωνούν παράλληλα και ηλεκτρομαγνητικά; Μπορεί μια εντολή κωδικοποιημένη ηλεκτρομαγνητικά- ηλεκτρονικά να εκτελεσθεί από τον οργανισμό ή και τα κύτταρα των έμβιων όντων;
Το 1995, οι Edler και συνεργάτες τους, έδειξαν ότι οι βάτραχοι εκτελούν τη μη μοριακή ηλεκτρονική εντολή της θυροξίνης και γίνονται υπερθυρεοειδικοί, ενώ το 2000 οι Thomas έδειξαν ότι τα ουδετερόφιλα μπορεί να ενεργοποιηθούν και να παράγουν δραστικές μορφές οξυγόνου (ελεύθερες ρίζες), με ηλεκτρονική εκπομπή της οξικής μυριστικής φορβόλης.
Τo 2005 , δείξαμε ότι η ταυτόχρονη εκπομπή του ραδιοφωνικού φάσματος συντονισμού του NGF (αυξητικού νευρικού παράγοντα) σε κακοήθη κύτταρα μυελού των επινεφριδίων (PC12), προκαλεί τη διαφοροποίησή τους προς νευρώνες, όπως και ο ίδιος ο NGF (Karkabounas et al 2005). Και δείξαμε ακόμη ότι κύτταρα Hela, με αδρανοποιημένο το γονίδιο της πρωτεΐνης του θερμικού σοκ (heat shock protein 70), γίνονται θερμοάντοχα, αν εκτεθούν στο ηλεκτρομαγνητικό φάσμα της εν λόγω πρωτεΐνης (Evangelou et al 2010) και ότι η εκπομπή του φάσματος συντονισμού της μορφίνης σε πειραματόζωα προκαλεί αναλγητικά φαινόμενα, ανάλογα της ίδιας της μορφίνης (Verginadis et al 2009).
Αυτά είναι μερικά από τα πειραματικά δεδομένα που συνηγορούν ότι πιθανώς η ηλεκτρομαγνητική είναι μία από τις γλώσσες του σώματος.
Του Δρ. Άγγελου Μ. Ευαγγέλου , καθηγητή Φυσιολογίας,
Επίτιμου Μέλους του Κωνσταντίνειου Ερευνητικού Κέντροy

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια