Κι όμως υπήρξε. Ήταν ο γιγαντοπίθηκος, ένας μεγάλος πίθηκος του Πλειστόκαινου ο οποίος ζύγιζε 500 κιλά. Το Χόλιγουντ θα ήθελε διακαώς τα πνευματικά δικαιώματα, αλλά ο πραγματικός Κινγκ Κονγκ «επινοήθηκε» από τη φυσική εξέλιξη χιλιάδες χρόνια προτού τον κάνει διάσημο το σελιλόιντ.....
Ο γιγαντοπίθηκος (Gigantopithecus blacki) ήταν ένα εντυπωσιακό αγρίμι το οποίο ζύγιζε 500 κιλά και έφτανε τα τρία μέτρα όταν στεκόταν όρθιο. Είχε δηλαδή το διπλάσιο ύψος από τους σημερινούς πιθήκους. Θα μπορούσαμε να τον περιγράψουμε ως μία διασταύρωση ανάμεσα σε ουραγκοτάγκο και γορίλα, σε πολύ μεγαλύτερο όμως μέγεθος.
Είχε απίστευτα δυνατές σιαγόνες και περπατούσε στηριζόμενος στο πίσω μέρος των χεριών του. Ζούσε στη νότια Κίνα και στο βόρειο Βιετνάμ, μαζί με γιγαντιαία πάντα, τίγρεις, λεοπαρδάλεις, τα μικρόσωμα θηλαστικά τάπιρους και το στεγόδοντα, έναν παράξενο πρόγονο του ελέφαντα. Οι αρσενικοί ήταν ιδιαίτερα μεγαλόσωμοι, αποτέλεσμα του σκληρού ανταγωνισμού που υπήρχε μεταξύ τους για τη διεκδίκηση των μικρόσωμων θηλυκών.
Ο γίγαντας ήταν χορτοφάγος: τρεφόταν βασικά με μπαμπού και φρούτα και κινούνταν με βραδύτητα. Δεν υπήρχε άλλωστε κανένας λόγος βιασύνης. Η τρομακτική όψη του ήταν αρκετή για να σπείρει τον πανικό, ενώ οι βρυχηθμοί του αντηχούσαν σε ολόκληρα τα δάση της κινεζικής επαρχίας Κβανγκ-σι, τρομοκρατώντας ακόμα και τον ίδιο τον Homo erectus.
Το μόνο που διασώθηκε από αυτό το επιβλητικό πλάσμα είναι μερικές χιλιάδες δόντια και κάποιες σιαγόνες.
Οι παλαιοανθρωπολόγοι μελετάνε τα ευρήματα από το 1935, όταν ο γερμανός Ραλφ φον Κοένινγκσβαλντ ανακάλυψε τους πρώτους γομφίους σε ένα φαρμακείο του Χονγκ Κονγκ. Τα απομεινάρια που δεν κατάστρεψαν η υγρασία και οι σκαντζόχοιροι κονιορτοποιήθηκαν από τους Κινέζους φαρμακοποιούς για να πουληθούν σαν δόντι του δράκου ή κάποιο άλλο φάρμακο της Άπω Ανατολής. Άλλωστε, εδώ και χιλιάδες χρόνια, οι σπηλιές, πλούσιες σε απολιθώματα, «τροφοδοτούν» το φαρμακείο της εναλλακτικής ασιατικής ιατρικής.
Παράλληλα όμως έχουν προσφέρει και πολύτιμα ευρήματα, τα οποία μας έχουν δώσει πολλές πληροφορίες για αυτό το πρωτεύον θηλαστικό της Πλειστόκαινου.
Μιας περιόδου κατά την οποία πολλά ζώα έφτασαν σε τεράστια μεγέθη, λόγω της απουσίας σαρκοβόρων αλλά και της αφθονίας τροφής. Σε αυτό το πλαίσιο, ο γιγαντοπίθηκος δεν ήταν ένα «λάθος» της φύσης. Τουλάχιστον μέχρι την εποχή που η τροφή άρχισε να λιγοστεύει, οπότε τα ζώα-γίγαντες, υπερβολικά μεγάλα για να μπορούν να τραφούν, άρχισαν να μικραίνουν σε μέγεθος. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της μετάβασης ήταν οι ελέφαντες νάνοι, που δεν ξεπερνούσαν σε ύψος το ένα μέτρο.
Ο γιγαντοπίθηκος (Gigantopithecus blacki) ήταν ένα εντυπωσιακό αγρίμι το οποίο ζύγιζε 500 κιλά και έφτανε τα τρία μέτρα όταν στεκόταν όρθιο. Είχε δηλαδή το διπλάσιο ύψος από τους σημερινούς πιθήκους. Θα μπορούσαμε να τον περιγράψουμε ως μία διασταύρωση ανάμεσα σε ουραγκοτάγκο και γορίλα, σε πολύ μεγαλύτερο όμως μέγεθος.
Είχε απίστευτα δυνατές σιαγόνες και περπατούσε στηριζόμενος στο πίσω μέρος των χεριών του. Ζούσε στη νότια Κίνα και στο βόρειο Βιετνάμ, μαζί με γιγαντιαία πάντα, τίγρεις, λεοπαρδάλεις, τα μικρόσωμα θηλαστικά τάπιρους και το στεγόδοντα, έναν παράξενο πρόγονο του ελέφαντα. Οι αρσενικοί ήταν ιδιαίτερα μεγαλόσωμοι, αποτέλεσμα του σκληρού ανταγωνισμού που υπήρχε μεταξύ τους για τη διεκδίκηση των μικρόσωμων θηλυκών.
Ο γίγαντας ήταν χορτοφάγος: τρεφόταν βασικά με μπαμπού και φρούτα και κινούνταν με βραδύτητα. Δεν υπήρχε άλλωστε κανένας λόγος βιασύνης. Η τρομακτική όψη του ήταν αρκετή για να σπείρει τον πανικό, ενώ οι βρυχηθμοί του αντηχούσαν σε ολόκληρα τα δάση της κινεζικής επαρχίας Κβανγκ-σι, τρομοκρατώντας ακόμα και τον ίδιο τον Homo erectus.
Το μόνο που διασώθηκε από αυτό το επιβλητικό πλάσμα είναι μερικές χιλιάδες δόντια και κάποιες σιαγόνες.
Οι παλαιοανθρωπολόγοι μελετάνε τα ευρήματα από το 1935, όταν ο γερμανός Ραλφ φον Κοένινγκσβαλντ ανακάλυψε τους πρώτους γομφίους σε ένα φαρμακείο του Χονγκ Κονγκ. Τα απομεινάρια που δεν κατάστρεψαν η υγρασία και οι σκαντζόχοιροι κονιορτοποιήθηκαν από τους Κινέζους φαρμακοποιούς για να πουληθούν σαν δόντι του δράκου ή κάποιο άλλο φάρμακο της Άπω Ανατολής. Άλλωστε, εδώ και χιλιάδες χρόνια, οι σπηλιές, πλούσιες σε απολιθώματα, «τροφοδοτούν» το φαρμακείο της εναλλακτικής ασιατικής ιατρικής.
Παράλληλα όμως έχουν προσφέρει και πολύτιμα ευρήματα, τα οποία μας έχουν δώσει πολλές πληροφορίες για αυτό το πρωτεύον θηλαστικό της Πλειστόκαινου.
Μιας περιόδου κατά την οποία πολλά ζώα έφτασαν σε τεράστια μεγέθη, λόγω της απουσίας σαρκοβόρων αλλά και της αφθονίας τροφής. Σε αυτό το πλαίσιο, ο γιγαντοπίθηκος δεν ήταν ένα «λάθος» της φύσης. Τουλάχιστον μέχρι την εποχή που η τροφή άρχισε να λιγοστεύει, οπότε τα ζώα-γίγαντες, υπερβολικά μεγάλα για να μπορούν να τραφούν, άρχισαν να μικραίνουν σε μέγεθος. Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι της μετάβασης ήταν οι ελέφαντες νάνοι, που δεν ξεπερνούσαν σε ύψος το ένα μέτρο.
0 Σχόλια