Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Νίκος Καζαντζάκης 1883-1957 συγγραφέας, δημοσιογράφος

Νίκος Καζαντζάκης

«Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος».

Γέννηση: 18 Φεβρουαρίου 1883, Ηράκλειο
Απεβίωσε: 26 Οκτωβρίου 1957

Νίκος Καζαντζάκης
Ο συγγραφέας που μεταφράστηκε σε περισσότερες γλώσσες από κάθε άλλο Έλληνα. Ο δημιουργός που προτάθηκε τρεις φορές για το βραβείο Νόμπελ, εισερχόμενος σε ρεύματα από το χριστιανισμό έως τον κομμουνισμό. Ο Νίκος Καζαντζάκης έφυγε από τη ζωή σαν σήμερα, στις 26 Οκτώβρη του 1957.
Μυθιστοριογράφος, φιλόσοφος, δημοσιογράφος, ποιητής και θεατρικός συγγραφέας, ο Νίκος Καζαντζάκης (18 Φεβρουαρίου 1883 έως 26 Οκτωβρίου 1957) θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα.

Πιο γνωστός για τα έργα του: Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται, Βίος και Πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά και Ο Τελευταίος Πειρασμός(έχουν μεταφερθεί και στον κινηματογράφο), προτάθηκε τρεις φορές για το βραβείο Νόμπελ.
Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, όταν αποτελούσε ακόμη μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στο Ηράκλειο έβγαλε το γυμνάσιο και το 1902 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα όπου ξεκίνησε νομικές σπουδές.
Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα, το 1906, δημοσιεύοντας το δοκίμιο Η Αρρώστια του Αιώνος και το πρώτο του μυθιστόρημα Όφις και Kρίνο(με το ψευδώνυμο Κάρμα Νιρβάμη). Τον επόμενο χρόνο ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές, στο Παρίσι. Εκεί, επηρεάστηκε από τις διαλέξεις του Ανρί Μπεργκσόν. Με την επιστροφή του στην Ελλάδα, δημοσίευσε κριτικές μελέτες σε διάφορα περιοδικά και εξέδωσε το 1909 τη διατριβή του επί υφηγεσία Ο Φρειδερίκος Νίτσε εν τη Φιλοσοφία του Δικαίου και της Πολιτείας.
Νίκος Καζαντζάκης
Στον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο, το 1912, κατατάχτηκε εθελοντής, αποσπασμένος στο γραφείο του πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου. Στη συνέχεια πρωτοστάτησε στην κίνηση για την ίδρυση του Εκπαιδευτικού Ομίλου, μέσω του οποίου συνδέθηκε φιλικά, το 1914, με τον ποιητή Άγγελο Σικελιανό. Μαζί ταξίδεψαν στο Άγιον Όρος όπου διέμειναν περίπου σαράντα ημέρες, ενώ περιηγήθηκαν και σε πολλά άλλα μέρη της Ελλάδας. Τότε ήρθε σε επαφή και με το έργο του Δάντη, που τον χαρακτηρίζει στα ημερολόγιά του ως έναν από τους δασκάλους του, μαζί με τον Όμηρο και τον Μπεργκσόν.
Το 1919, ο Ελευθέριος Βενιζέλος διόρισε τον Καζαντζάκη Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Περιθάλψεως, με αποστολή τον επαναπατρισμό Ελλήνων από την περιοχή του Καυκάσου. Oι εμπειρίες που αποκόμισε αξιοποιήθηκαν αργότερα στο μυθιστόρημα του Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται. Τον επόμενο χρόνο, μετά την ήττα του κόμματος των Φιλελευθέρων, ο Καζαντζάκης αποχώρησε από το Υπουργείο Περιθάλψεως και ταξίδεψε στην Ευρώπη. Τον Αύγουστο του 1924, φυλακίστηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης, επειδή είχε αναλάβει την πνευματική ηγεσία κομμουνιστικής οργάνωσης δυσαρεστημένων προσφύγων. Το Μάιο του 1927 απομονώθηκε στην Αίγινα με σκοπό την ολοκλήρωση της Οδύσσειας.
Τον ίδιο χρόνο ξεκίνησε την ανθολογία των ταξιδιωτικών του άρθρων για την έκδοση του πρώτου τόμου του Ταξιδεύοντας. Το περιοδικό, Αναγέννηση, του Δημήτρη Γληνού, δημοσίευσε την Aσκητική, το φιλοσοφικό του έργο.
Νίκος Καζαντζάκης
Τον Οκτώβριο του 1927, ο Καζαντζάκης επισκέπτεται τη Μόσχα, προσκεκλημένος της Σοβιετικής κυβέρνησης για να συμμετάσχει στα δεκάχρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης. Εκεί γνωρίστηκε με τον Ελληνορουμάνο λογοτέχνη, Παναΐτ Ιστράτι, μαζί με τον οποίον επέστρεψε στην Ελλάδα. Τον Ιανουάριο του 1928, στο θέατρο «Αλάμπρα», στην Αθήνα, και οι δύο εξυμνούν τη Σοβιετική Ένωση. Μετά την ομιλία, ακολούθησε και διαδήλωση. Τόσο ο Καζαντζάκης, όσο και ο συνδιοργανωτής της εκδήλωσης, Δημήτρης Γληνός, διώχθηκαν, ωστόσο, ποτέ δεν δικάστηκαν.
Το 1930, ο Καζαντζάκης κατηγορήθηκε για αθεϊσμό(Ασκητική), ωστόσο, επίσης δεν δικάστηκε ποτέ. Το 1935 ταξίδεψε στην Ιαπωνία και την Κίνα, εμπλουτίζοντας τα ταξιδιωτικά του κείμενα. Το 1938 ολοκλήρωσε την Οδύσσεια, ένα επικό ποίημα στα πρότυπα της Οδύσσειας του Ομήρου, αποτελούμενο από συνολικά 33.333 στίχους και 24 ραψωδίες.
Μετά από την αποχώρηση των Γερμανών, δραστηριοποιήθηκε έντονα στην ελληνική πολιτική ζωή, αναλαμβάνοντας την προεδρία της Σοσιαλιστικής Εργατικής Κίνησης. Διατέλεσε και υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου της κυβέρνησης του Σοφούλη, από τις 26 Νοεμβρίου του 1945 έως τις 11 Ιανουαρίου του 1946. Παραιτήθηκε από το αξίωμά του μετά από την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων.
Νίκος Καζαντζάκης
Το 1953 προσβλήθηκε από μόλυνση στο μάτι, γεγονός που τον υποχρέωσε να νοσηλευτεί αρχικά στην Ολλανδία και αργότερα στο Παρίσι. Τελικά, έχασε την όρασή του από το δεξί μάτι. Μετά την επιστροφή του από την Αντίμπ, η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία επιχειρούσε τη δίωξή του. Κατηγορήθηκε ως ιερόσυλος, με βάση αποσπάσματα του Kαπετάν Mιχάλη και ολόκληρου του Τελευταίου Πειρασμού(1953), που ακόμη δεν είχε κυκλοφορήσει στην Ελλάδα.
«Μου δώσατε μια κατάρα, Άγιοι Πατέρες, σας δίνω μια ευχή: Σας εύχομαι να 'ναι η συνείδησή σας τόσο καθαρή όσο η δική μου και να 'στε τόσο ηθικοί και θρήσκοι όσο είμαι εγώ», έγραψε ο ίδιος σε επιστολή του, απευθυνόμενος στους εκπροσώπους της εκκλησίας. Λόγω των αντιρρήσεων από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, Αθηναγόρα, δεν αφορίστηκε, ωστόσο, η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδας τον καταράστηκε.

Ο Ζορμπάς εκδόθηκε στο Παρίσι το 1947. Με την επανέκδοσή του, το 1954, βραβεύτηκε ως το καλύτερο ξένο βιβλίο της χρονιάς. Μετά από δεύτερο ταξίδι στην Κίνα, προσκεκλημένος της κινεζικής κυβέρνησης τον Ιούνιο του 1957, επέστρεψε με κλονισμένη την υγεία του –λευχαιμία. Νοσηλεύτηκε στην Κοπεγχάγη της Δανίας και το Φράιμπουργκ της Γερμανίας, όπου απεβίωσε στις 26 Οκτωβρίου του 1957, σε ηλικία 74 ετών.

Η Ελένη Καζαντζάκη ζήτησε από την Εκκλησία της Ελλάδος να τεθεί η σορός του σε λαϊκό προσκύνημα, αλλά ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος, Θεόκλητος αρνήθηκε. Η σορός μεταφέρθηκε στο Ηράκλειο. Στον τάφο του Νίκου Καζαντζάκη χαράχθηκε η επιγραφή: «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος».
Νίκος Καζαντζάκης
Ο απίστευτος άθλος του Καζαντζάκη

Η «Οδύσειά» του περιέχει 7.500 αθησαύριστες λέξεις που δεν υπάρχουν σε κανένα λεξικό της ελληνικής!

«Πρέπει να φροντίσω το κορμί μου, αλλιώς αυτό το έργο θα με ρίξει καταγής», έγραψε για την «Οδύσειά» του των 33.333 στίχων ο Νίκος Καζαντζάκης. 33.333 στίχοι, με τις περιπέτειες, φυσικές και πνευματικές, και τα ταξίδια τού Οδυσσέα αφ' ότου επέστρεψε στην Ιθάκη και έφυγε ξανά, μέχρι τον θάνατό του στον Νότιο Παγωμένο Ωκεανό.
Επειδή ο Νίκος Καζαντζάκης -σε συνεργασία με τον Ι. Κακριδή- μετέφρασε την Οδύσσεια και την Ιλιάδα τού Ομήρου, μερικοί συγχέουν τη μετάφραση του ομηρικού έπους με την "Οδύσεια" του Νίκου Καζαντζάκη, η οποία είναι εντελώς πρωτότυπο έργο, διαφορετικό και ανεξάρτητο από τη μετάφραση της Οδύσσειας τού Ομήρου. Η «Οδύσεια» του Νίκου Καζαντζάκη αφηγείται τις περιπέτειες και τα ταξίδια του Οδυσσέα αφ' ότου επέστρεψε στην Ιθάκη, και μετά έφυγε ξανά, μέχρι τον θάνατό του στον Νότιο Παγωμένο Ωκεανό.
Νίκος Καζαντζάκης
Σύμφωνα με τον Νικόλαο Μαθιουδάκη, ειδικό ερευνητή του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιο Θράκης και συγγραφέα της μελέτης «Ποιητικοί νεολογισμοί στην "Οδύσεια" του Νίκου Καζαντζάκη: Χιλιάδες αθησαύριστες λέξεις αναζητούν την ταυτότητά τους»:
«Η ΟΔΥΣΕΙΑ του Νίκου Καζαντζάκη είναι μια σύγχρονη επική δημιουργία η οποία ουσιαστικά αποτελεί τη συνέχεια της ΟΔΥΣΣΕΙΑΣ του Ομήρου. Το ποίημα αποκαλύπτει την αγωνία και τον αγώνα του συγγραφέα να δημιουργήσει ένα έπος προκειμένου να θεωρηθεί ως ένα από τα σπουδαιότερα έργα της (sic) «λευκής φυλής» (Πρεβελάκης 1984) και να γίνει ισάξιο της ομηρικής δημιουργίας. Μετά από δεκατρία ολόκληρα χρόνια σκληρής δουλειάς, ο Καζαντζάκης, ως άλλος Οδυσσέας, περιπλανώμενος σε χιλιάδες στίχους, ανάμεσα σε εκατοντάδες λέξεις, αναγράφοντας την ποιητική του ιδέα εφτά φορές, αναζητά την αθάνατη πηγή, την προσωποποίηση του Θεού, καταλήγοντας μονιάς στην τελική μορφή του μεγαλειώδους έργου των εικοσιτεσσάρων (24) ραψωδιών και των τριάντα τριών χιλιάδων τριακοσίων τριάντα τριών (33.333) στίχων».
Η «Οδύσεια» του Καζαντζάκη αποτελεί σήμερα αντικείμενο εκτεταμένων ερευνών φιλόλογων και γλωσσολόγων για το λόγο ότι το συγκεκριμένο έργο περιέχει 7.500 νεολογισμούς, δηλαδή αθησαύριστες λέξεις, οι οποίες δεν υπάρχουν σε κανένα από τα μείζονα λεξικά της ελληνικής γλώσσας (Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής του Ινστιτούτου Νεοελληνικών Σπουδών (1998-2002), Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Μπαμπινιώτη (2008), Λεξικόν της Νέας Ελληνικής Γλώσσας της Πρωίας (1933) και Μέγα λεξικόν όλης της Ελληνικής Γλώσσης του Δημητράκου (1964). 

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια