Η λαϊκή ρήση ότι το γέλιο κάνει καλό φαίνεται τελικά ότι έχει επιστημονική βάση.
Μια ομάδα ερευνητών εντόπισε την αιτία για την οποία μας κάνει να ξεχνάμε τον πόνο: όταν γελάμε με την καρδιά μας- ή μάλλον καλύτερα με την... κοιλιά μας- απελευθερώνονται στον οργανισμό ενδορφίνες, ουσίες οι οποίες έχουν αναλγητική δράση και μας κάνουν να νιώθουμε ευχάριστα. Το «κοιλιακό» γέλιο -δηλαδή το βαθύ γέλιο που συνοδεύεται από συσπάσεις στην κοιλιά- αποτελεί μια αποκλειστικά ανθρώπινη ικανότητα την οποία δεν διαθέτει κανένας από τους πιθηκοειδείς συγγενείς μας.
Οι επιστήμονες που διεξήγαγαν τη σχετική μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Proceedings of the Royal Society B», θεωρούν ότι πέραν της παυσίπονης και ευεργετικής για τη διάθεση λειτουργίας της η μοναδική αυτή ικανότητα έχει επίσης τεράστια εξελικτική αξία. Υποστηρίζουν ότι ενδέχεται να αποτελεί τον κινητήριο παράγοντα που βοήθησε τα πρώτα ανθρωποειδή να σχηματίσουν μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες και να ξεχωρίσουν από τα άλλα πρωτεύοντα.
Στο κατώφλι του πόνο
Προκειμένου να διερευνήσουν την αναλγητική επίδραση του γέλιου οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εξέτασαν αρχικά το «κατώφλι του πόνου» - δηλαδή το όριο αντοχής στον πόνο- των εθελοντών που συμμετείχαν στο πείραμα.
Στη συνέχεια οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δυο ομάδες. Η πρώτη παρακολούθησε επί 15 λεπτά σε πέντε διαφορετικές «συνεδρίες» βίντεο με κωμωδίες ενώ η δεύτερη είδε κάποια προγράμματα που οι ερευνητές αξιολόγησαν ως βαρετά- όπως π.χ. οι αγώνες γκολφ.
Μετά την προβολή των βίντεο οι ειδικοί εξέτασαν ξανά το κατώφλι του πόνου των εθελοντών υποβάλλοντάς τους στις ίδιες οδυνηρές δοκιμασίες. Διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν γελάσει «με την κοιλιά» τους είχαν μεγαλύτερη αντοχή στον πόνο. Όπως απέδειξαν αυτό δεν συνέβαινε εξ αιτίας κάποιας αόριστης ευφορίας ή καλής διάθεσης αλλά επειδή το «κοιλιακό γέλιο» είχε προκαλέσει αύξηση των επιπέδων των ενδορφινών στον εγκέφαλό τους.
Το "κοιλιακό γέλιο" μας ξεχωρίζει από τους πιθήκους
Όπως εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης Ρόμπιν Ντάνμπαρ, εξελικτικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στόχος της μελέτης δεν ήταν να ανακαλύψει μια καινούργια - ανώδυνη και ανέξοδη - αναλγητική θεραπεία. Οι ερευνητές επιδιώκουν για πρώτη φορά να διερευνήσουν το «κοινωνικό γέλιο»- τον ρόλο δηλαδή που έχει διαδραματίσει το γέλιο στον σχηματισμό των πρώτων ανθρώπινων κοινωνιών.
Ολοι οι πίθηκοι γελούν με κάποιο τρόπο, ο άνθρωπος όμως είναι το μόνο πρωτεύον θηλαστικό που γελάει με συσπάσεις της κοιλιάς και παράγει ενδορφίνες. Ο κ. Ντάνμπαρ θεωρεί ότι εκτός του ότι καταπραΰνουν τον πόνο και δημιουργούν ευχάριστο συναίσθημα οι ενδορφίνες μας καθιστούν επί πλέον πιο «επιρρεπείς» στο να αναπτύσσουμε κοινωνικούς δεσμούς.
«Σε αυτό το στάδιο προσπαθήσαμε να δείξουμε ότι ναι, το γέλιο ενεργοποιεί τις ενδορφίνες» εξήγησε ο καθηγητής. «Στο επόμενο θα δούμε αν το γέλιο πραγματικά κάνει τις ομάδες να δένονται μεταξύ τους και να λειτουργούν με πιο ομαδικό πνεύμα ενισχύοντας τη γενναιοδωρία μεταξύ των μελών τους».
Κάτι τέτοιο, υποστηρίζει ο κ. Ντάνμπαρ, μπορεί ενδεχομένως να εξηγήσει γιατί πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια οι πρώτοι άνθρωποι ήταν σε θέση να σχηματίζουν μεγάλες κοινότητες των 100 ατόμων ενώ οι κοινότητες των άλλων πιθηκοειδών δεν ξεπερνούσαν τον αριθμό των 50 ατόμων.
Μια ομάδα ερευνητών εντόπισε την αιτία για την οποία μας κάνει να ξεχνάμε τον πόνο: όταν γελάμε με την καρδιά μας- ή μάλλον καλύτερα με την... κοιλιά μας- απελευθερώνονται στον οργανισμό ενδορφίνες, ουσίες οι οποίες έχουν αναλγητική δράση και μας κάνουν να νιώθουμε ευχάριστα. Το «κοιλιακό» γέλιο -δηλαδή το βαθύ γέλιο που συνοδεύεται από συσπάσεις στην κοιλιά- αποτελεί μια αποκλειστικά ανθρώπινη ικανότητα την οποία δεν διαθέτει κανένας από τους πιθηκοειδείς συγγενείς μας.
Οι επιστήμονες που διεξήγαγαν τη σχετική μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Proceedings of the Royal Society B», θεωρούν ότι πέραν της παυσίπονης και ευεργετικής για τη διάθεση λειτουργίας της η μοναδική αυτή ικανότητα έχει επίσης τεράστια εξελικτική αξία. Υποστηρίζουν ότι ενδέχεται να αποτελεί τον κινητήριο παράγοντα που βοήθησε τα πρώτα ανθρωποειδή να σχηματίσουν μεγαλύτερες κοινωνικές ομάδες και να ξεχωρίσουν από τα άλλα πρωτεύοντα.
Στο κατώφλι του πόνο
Προκειμένου να διερευνήσουν την αναλγητική επίδραση του γέλιου οι ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης εξέτασαν αρχικά το «κατώφλι του πόνου» - δηλαδή το όριο αντοχής στον πόνο- των εθελοντών που συμμετείχαν στο πείραμα.
Στη συνέχεια οι εθελοντές χωρίστηκαν σε δυο ομάδες. Η πρώτη παρακολούθησε επί 15 λεπτά σε πέντε διαφορετικές «συνεδρίες» βίντεο με κωμωδίες ενώ η δεύτερη είδε κάποια προγράμματα που οι ερευνητές αξιολόγησαν ως βαρετά- όπως π.χ. οι αγώνες γκολφ.
Μετά την προβολή των βίντεο οι ειδικοί εξέτασαν ξανά το κατώφλι του πόνου των εθελοντών υποβάλλοντάς τους στις ίδιες οδυνηρές δοκιμασίες. Διαπίστωσαν ότι όσοι είχαν γελάσει «με την κοιλιά» τους είχαν μεγαλύτερη αντοχή στον πόνο. Όπως απέδειξαν αυτό δεν συνέβαινε εξ αιτίας κάποιας αόριστης ευφορίας ή καλής διάθεσης αλλά επειδή το «κοιλιακό γέλιο» είχε προκαλέσει αύξηση των επιπέδων των ενδορφινών στον εγκέφαλό τους.
Το "κοιλιακό γέλιο" μας ξεχωρίζει από τους πιθήκους
Όπως εξήγησε ο επικεφαλής της μελέτης Ρόμπιν Ντάνμπαρ, εξελικτικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, στόχος της μελέτης δεν ήταν να ανακαλύψει μια καινούργια - ανώδυνη και ανέξοδη - αναλγητική θεραπεία. Οι ερευνητές επιδιώκουν για πρώτη φορά να διερευνήσουν το «κοινωνικό γέλιο»- τον ρόλο δηλαδή που έχει διαδραματίσει το γέλιο στον σχηματισμό των πρώτων ανθρώπινων κοινωνιών.
Ολοι οι πίθηκοι γελούν με κάποιο τρόπο, ο άνθρωπος όμως είναι το μόνο πρωτεύον θηλαστικό που γελάει με συσπάσεις της κοιλιάς και παράγει ενδορφίνες. Ο κ. Ντάνμπαρ θεωρεί ότι εκτός του ότι καταπραΰνουν τον πόνο και δημιουργούν ευχάριστο συναίσθημα οι ενδορφίνες μας καθιστούν επί πλέον πιο «επιρρεπείς» στο να αναπτύσσουμε κοινωνικούς δεσμούς.
«Σε αυτό το στάδιο προσπαθήσαμε να δείξουμε ότι ναι, το γέλιο ενεργοποιεί τις ενδορφίνες» εξήγησε ο καθηγητής. «Στο επόμενο θα δούμε αν το γέλιο πραγματικά κάνει τις ομάδες να δένονται μεταξύ τους και να λειτουργούν με πιο ομαδικό πνεύμα ενισχύοντας τη γενναιοδωρία μεταξύ των μελών τους».
Κάτι τέτοιο, υποστηρίζει ο κ. Ντάνμπαρ, μπορεί ενδεχομένως να εξηγήσει γιατί πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια οι πρώτοι άνθρωποι ήταν σε θέση να σχηματίζουν μεγάλες κοινότητες των 100 ατόμων ενώ οι κοινότητες των άλλων πιθηκοειδών δεν ξεπερνούσαν τον αριθμό των 50 ατόμων.
0 Σχόλια