Σύμφωνα με νέα ανασκόπηση μελετών, που δημοσιεύεται στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό Obesity Reviews, φαίνεται ότι οι διαφημίσεις «ανθυγιεινών» τροφίμων και ροφημάτων, με υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη και αλάτι έχουν άμεση και σημαντική επίδραση στη διαιτητική πρόσληψη των παιδιών.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 29 μελέτες, οι οποίες είχαν εξετάσει την επίδραση του μάρκετινγκ «ανθυγιεινών» τροφίμων και ροφημάτων, μέσω διαφημίσεων στην τηλεόραση, στο διαδίκτυο και σε ηλεκτρονικά παιχνίδια και χρήσης λογοτύπων και χαρακτήρων στις συσκευασίες, στην ενεργειακή πρόσληψη και τις διατροφικές προτιμήσεις 6.000 παιδιών, συνολικά.
Ειδικότερα, φάνηκε πως όταν τα παιδιά είχαν εκτεθεί στις εν λόγω διαφημίσεις, κατανάλωναν στατιστικά σημαντικά περισσότερες «ανθυγιεινές» θερμίδες. Επιπλέον, τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν πως οι διαφημίσεις ενδεχομένως να έχουν μεγαλύτερη επίδραση στη διαιτητική πρόσληψη των μικρότερων παιδιών, ηλικίας έως 8 ετών, τα οποία πιθανόν συσχετίζουν τα διαφημιζόμενα προϊόντα με θετικά μηνύματα που προβάλλονται και στη συνέχεια προσπαθούν να μιμηθούν τις συμπεριφορές που βλέπουν.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, η παρούσα μελέτη τονίζει τη σημασία εφαρμογής πολιτικών αυστηρότερου ελέγχου των διαφημίσεων τροφίμων και ροφημάτων που απευθύνονται σε παιδιά, δεδομένων των διαστάσεων που έχει λάβει το πρόβλημα της παιδικής παχυσαρκίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Χριστίνα Κατσαρού, neadiatrofis.gr
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από 29 μελέτες, οι οποίες είχαν εξετάσει την επίδραση του μάρκετινγκ «ανθυγιεινών» τροφίμων και ροφημάτων, μέσω διαφημίσεων στην τηλεόραση, στο διαδίκτυο και σε ηλεκτρονικά παιχνίδια και χρήσης λογοτύπων και χαρακτήρων στις συσκευασίες, στην ενεργειακή πρόσληψη και τις διατροφικές προτιμήσεις 6.000 παιδιών, συνολικά.
Ειδικότερα, φάνηκε πως όταν τα παιδιά είχαν εκτεθεί στις εν λόγω διαφημίσεις, κατανάλωναν στατιστικά σημαντικά περισσότερες «ανθυγιεινές» θερμίδες. Επιπλέον, τα ευρήματα της μελέτης έδειξαν πως οι διαφημίσεις ενδεχομένως να έχουν μεγαλύτερη επίδραση στη διαιτητική πρόσληψη των μικρότερων παιδιών, ηλικίας έως 8 ετών, τα οποία πιθανόν συσχετίζουν τα διαφημιζόμενα προϊόντα με θετικά μηνύματα που προβάλλονται και στη συνέχεια προσπαθούν να μιμηθούν τις συμπεριφορές που βλέπουν.
Όπως αναφέρουν οι ερευνητές, η παρούσα μελέτη τονίζει τη σημασία εφαρμογής πολιτικών αυστηρότερου ελέγχου των διαφημίσεων τροφίμων και ροφημάτων που απευθύνονται σε παιδιά, δεδομένων των διαστάσεων που έχει λάβει το πρόβλημα της παιδικής παχυσαρκίας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Χριστίνα Κατσαρού, neadiatrofis.gr
0 Σχόλια