Παρθένος
Μια από τις θεές του δωδεκάθεου των αρχαίων Ελλήνων ήταν η Δήμητρα, θεά της γης, της γεωργίας, των καρπών της.
Σχετική με την Δήμητρα είναι ακριβώς η μυθολογική καταγωγή της ερμηνείας των χαρακτηριστικών του ζωδίου αυτού. Όταν μοιράστηκαν, λοιπόν, μεταξύ τους οι τρεις γιοι του Κρόνου την κληρονομιά του πατέρα τους, ο Ποσειδώνας πήρε τις θάλασσες και ο Άδης (ή και Πλούτωνας) τον υπόγειο κόσμο των νεκρών.Κάποτε ο Άδης αποφάσισε να βρει σύζυγο. Ανέβηκε, λοιπόν, στον επάνω κόσμο μ΄ένα άρμα που το έσερναν τέσσερα άλογα και μια μέρα που η Περσεφόνη, κόρη της Δήμητρας, απομακρύνθηκε από τις φίλες της, ο Άδης την άρπαξε, την ανέβασε στο άρμα και θέλησε να την πάρει μαζί του στον κάτω κόσμο. Την ώρα όμως που έφευγαν από την επιφάνεια της γης, η Περσεφόνη έβγαλε τέτοια φωνή, ώστε την άκουσε η μητέρα της από τον Όλυμπο. Κατέβηκε η Δήμητρα στη γη για να την αναζητήσει αλλά μάταια. Παρά τις φωνές και τους λυγμούς της δεν την βρήκε πουθενά. Μαθαίνει, τέλος, από το Ήλιο, πως την κόρη της την άρπαξε ο Άδης. Απελπισμένη, εγκαταλείπει τον Όλυμπο, ντύνεται φτωχικά και κατεβαίνει να ζήσει στη γη. Μια μέρα, που βρισκόταν κόντα στην Ελευσίνα, ακουμπισμένη σε μια πέτρα κι έκλαιγε, την λυπήθηκε ένας περαστικός με την κόρη του και την πήρε στο σπίτι του, μετά από πολλά παρακάλια.
Στο φτωχικό του, το μικρότερο παιδί του, ο Τριπτόλεμος, ένα φιλάσθενο κι αδύναμο πλασματάκι, ήταν μονίμως άρρωστο. Η θεά το πήρε στη αγκαλιά της και του έδωσε να πιεί ζεστό γάλα με σπόρους σιταριού. Έπειτα, καθώς το παιδί είχε αποκοιμηθεί το πήγε κοντά στη φωτιά για να ζεσταθεί, μα το δέρμα του άρχισε να ροδίζει. Κατατρομαγμένη η μητέρα του το άρπαξε από τα χέρια της άγνωστης γριούλας. Τότε η Δήμητρα πέταξε τα φτωχικά της ρούχα, φανερώθηκε σ΄’ολο της το μεγαλείο και της είπε : ‘ Ήθελα να κάνω το παιδί σου αθάνατο. Αφού δεν θέλεις όμως, θα γίνει απλώς καλά, αλλά θα παραμείνει θνητός. Θα γίνει σοφός : αυτός θα μάθει στους άλλους ανθρώπους τα μυστικά της καλλιέργειας της γης και της συγκομιδής των καρπών της, αυτός θα τους μάθει τον τρόπο να φτιάχνουν ψωμί. Θα χτίσει, μάλιστα, εδώ πέρα έναν μεγαλοπρεπή ναό, όπου θα έρχονται να τον συμβουλεύονται και να μαθαίνουν όσα του εμπιστευτώ εγώ.’ Κι έφυγε.
Όλο αυτόν τον καιρό της θλίψης της η Δήμητρα δεν είχε δείξει κανένα ενδιαφέρον για τη γη, τα φυτά και τους καρπούς της. Τίποτα πια δε φύτρωνε και δεν κάρπιζε. Οι άνθρωποι κινδύνευαν να πεθάνουν από την πείνα. Ο Ζεύς έστειλε την Ίριδα στην Δήμητρα παρακαλώντας την να συνεχίσει να κάνει τα φυτά να μεγαλώνουν και να καρπίζουν. Η Δήμητρα αρνήθηκε : δεν πρόκειται να κάνει τίποτα αν δεν της έδιναν πίσω την κόρη της. Αναγκάστηκε, λοιπόν ο Ζεύς να στείλει τον Ερμή αγγελιοφόρο στον Άδη, να παρακάλεσει τον Πλούτωνα ν΄αφήσει την Περσεφόνη να γυρίσει κοντά στη μητέρα της. Ο Πλούτωνας δέχτηκε με τον όρο να ξαναγυρίσει πολύ σύντομα κοντά του. Μόλις η Δήμητρα δέχτηκε στην αγκαλιά της την Περσεφόνη αμέσως η γη σκεπάστηκε με φυτά και δέντρα. Η ζωή φάνηκε να ξαναγυρίζει πάνω στη γη. Η θεά υποσχέθηκε να συνεχίσει κανονικά την ενασχόληση της με τους καρπούς και την καλλιέργεια της γης αν άφηναν την κόρη της να περνάει τα δύο τρίτα του χρόνου της μαζί της. Κι έτσι για οχτώ μήνες η Περσεφόνη θα έμενε με την μητέρα της στον Όλυμπο, ενώ τους υπόλοιπους τέσσερις ( τον χειμώνα- τότε που τα φυτά και τα δέντρα δείχνουν να πεθαίνουν) θα τους περνούσε στον Κάτω Κόσμο, με τον σύζυγο της, τον Πλούτωνα.
Στο φτωχικό του, το μικρότερο παιδί του, ο Τριπτόλεμος, ένα φιλάσθενο κι αδύναμο πλασματάκι, ήταν μονίμως άρρωστο. Η θεά το πήρε στη αγκαλιά της και του έδωσε να πιεί ζεστό γάλα με σπόρους σιταριού. Έπειτα, καθώς το παιδί είχε αποκοιμηθεί το πήγε κοντά στη φωτιά για να ζεσταθεί, μα το δέρμα του άρχισε να ροδίζει. Κατατρομαγμένη η μητέρα του το άρπαξε από τα χέρια της άγνωστης γριούλας. Τότε η Δήμητρα πέταξε τα φτωχικά της ρούχα, φανερώθηκε σ΄’ολο της το μεγαλείο και της είπε : ‘ Ήθελα να κάνω το παιδί σου αθάνατο. Αφού δεν θέλεις όμως, θα γίνει απλώς καλά, αλλά θα παραμείνει θνητός. Θα γίνει σοφός : αυτός θα μάθει στους άλλους ανθρώπους τα μυστικά της καλλιέργειας της γης και της συγκομιδής των καρπών της, αυτός θα τους μάθει τον τρόπο να φτιάχνουν ψωμί. Θα χτίσει, μάλιστα, εδώ πέρα έναν μεγαλοπρεπή ναό, όπου θα έρχονται να τον συμβουλεύονται και να μαθαίνουν όσα του εμπιστευτώ εγώ.’ Κι έφυγε.
Όλο αυτόν τον καιρό της θλίψης της η Δήμητρα δεν είχε δείξει κανένα ενδιαφέρον για τη γη, τα φυτά και τους καρπούς της. Τίποτα πια δε φύτρωνε και δεν κάρπιζε. Οι άνθρωποι κινδύνευαν να πεθάνουν από την πείνα. Ο Ζεύς έστειλε την Ίριδα στην Δήμητρα παρακαλώντας την να συνεχίσει να κάνει τα φυτά να μεγαλώνουν και να καρπίζουν. Η Δήμητρα αρνήθηκε : δεν πρόκειται να κάνει τίποτα αν δεν της έδιναν πίσω την κόρη της. Αναγκάστηκε, λοιπόν ο Ζεύς να στείλει τον Ερμή αγγελιοφόρο στον Άδη, να παρακάλεσει τον Πλούτωνα ν΄αφήσει την Περσεφόνη να γυρίσει κοντά στη μητέρα της. Ο Πλούτωνας δέχτηκε με τον όρο να ξαναγυρίσει πολύ σύντομα κοντά του. Μόλις η Δήμητρα δέχτηκε στην αγκαλιά της την Περσεφόνη αμέσως η γη σκεπάστηκε με φυτά και δέντρα. Η ζωή φάνηκε να ξαναγυρίζει πάνω στη γη. Η θεά υποσχέθηκε να συνεχίσει κανονικά την ενασχόληση της με τους καρπούς και την καλλιέργεια της γης αν άφηναν την κόρη της να περνάει τα δύο τρίτα του χρόνου της μαζί της. Κι έτσι για οχτώ μήνες η Περσεφόνη θα έμενε με την μητέρα της στον Όλυμπο, ενώ τους υπόλοιπους τέσσερις ( τον χειμώνα- τότε που τα φυτά και τα δέντρα δείχνουν να πεθαίνουν) θα τους περνούσε στον Κάτω Κόσμο, με τον σύζυγο της, τον Πλούτωνα.
0 Σχόλια