(25 Μαρτίου 1907 - 8 Ιουνίου 1987)
Στις 8 Ιουνίου του 1987, έφυγε από τη ζωή ο Αλέξανδρος Ιόλας, ο κοσμοπολίτης συλλέκτης έργων τέχνης και γκαλερίστας, που συνέβαλε στην καθιέρωση των σουρεαλιστών ζωγράφων αλλά και σε ένα βαθμό της ποπ αρτ.
Στα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξε θύμα ενός πρωτοφανούς διασυρμού και το εξέχον θήραμα του «αυριανισμού».
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια το 1907 σπούδασε χορό στο Βερολίνο και το Παρίσι, όπου μετακόμισε το 1933 καθώς η άνοδος του ναζισμού τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Γερμανία. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με εικαστικούς καλλιτέχνες και πόζαρε ως μοντέλο για τον ντε Κίρικο και τον Χέρμπερτ Λιστ.
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 έφυγε για τη Νέα Υόρκη, όπου έγινε κορυφαίος χορευτής στη νεοσύστατη «Ballet Theatre Company». Μετά από ένα ατύχημα το 1944, εγκατέλειψε τον χορό και αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στη συλλογή έργων τέχνης. Στις 8 Ιουνίου του 1987, έφυγε από τη ζωή ο Αλέξανδρος Ιόλας, ο κοσμοπολίτης συλλέκτης έργων τέχνης και γκαλερίστας, που συνέβαλε στην καθιέρωση των σουρεαλιστών ζωγράφων αλλά και σε ένα βαθμό της ποπ αρτ. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξε θύμα ενός πρωτοφανούς διασυρμού και το εξέχον θήραμα του «αυριανισμού».
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια το 1907 σπούδασε χορό στο Βερολίνο και το Παρίσι, όπου μετακόμισε το 1933 καθώς η άνοδος του ναζισμού τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Γερμανία. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με εικαστικούς καλλιτέχνες και πόζαρε ως μοντέλο για τον ντε Κίρικο και τον Χέρμπερτ Λιστ.
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 έφυγε για τη Νέα Υόρκη, όπου έγινε κορυφαίος χορευτής στη νεοσύστατη «Ballet Theatre Company». Μετά από ένα ατύχημα το 1944, εγκατέλειψε τον χορό και αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στη συλλογή έργων τέχνης.
Το 1946 άνοιξε την πρώτη του γκαλερί στη Νέα Υόρκη με τη βοήθεια της φίλης του δούκισσας Μαρία ντε Γκραμόν. Εκεί παρουσίασε ατομικές εκθέσεις του Ρενέ Μαγκρίτ και του Μαξ Ερνστ, με τον οποίο τον συνέδεε μεγάλη φιλία. Το 1952 «ανακάλυψε» τον Άντι Γουόρχολ, κάνοντάς του την πρώτη ατομική του έκθεση, μια σειρά εικονογραφήσεων διηγημάτων του Τρούμαν Καπότε. Από εκεί και μετά η πορεία ήταν μόνον ανοδική και θριαμβική. Εγκαινίαζε τη μία γκαλερί μετά την άλλη, ξεκινώντας με τη Γενεύη το 1963. Ακολούθησαν Παρίσι, Λονδίνο, Μιλάνο, Μαδρίτη, Βυρηττός.
Σημαντική υπήρξε, ακόμη, η συμβολή του στην καθιέρωση στις ΗΠΑ των εξόριστων λόγω του Πολέμου σουρεαλιστών. Αν και ήδη ώριμοι και καταξιωμένοι οι σουρεαλιστές στην Ευρώπη, οι εκθέσεις τους δεν είχαν βρει ακόμη ανταπόκριση στο κοινό της Αμερικής. O Ιόλας παρέμεινε αποκλειστικός αντιπρόσωπος του Μαξ Ερνστ και του Ρενέ Μαγκρίτ για τις ΗΠΑ μέχρι τον θάνατο τους.
Παράλληλα, προώθησε στο εξωτερικό Έλληνες καλλιτέχνες, όπως τους Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Βαγή, Γουναρόπουλο, Μόραλη και Τσαρούχη. Συνεργάστηκε και με τη νεότερη γενιά Ελλήνων όπως οι Τσόκλης, Παύλος, Τάκις και η Μάρα Καρέτσου, οι οποίοι είχαν ήδη ξεκινήσει καριέρα στο εξωτερικό.
Από τη δεκαετία του 1960 περνάει όλο και περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα και συνεργάζεται με διάφορες γκαλερί όπως οι Ζουμπουλάκη-Ιόλα, Μέδουσα, Βίκυ Δράκου, Αίθουσα Τέχνης Αθηνών, Σκουφά. Χτίζει στην Αγία Παρασκευή Αττικής ένα σπίτι -για τα δεδομένα ιδίως Ελλάδας ένα ανάκτορο- όπου μεταφέρει την τεράστια προσωπική συλλογή του από έργα αρχαίας, βυζαντινής και σύγχρονης Τέχνης, καθώς και άλλα κομμάτια όπως ταπισερί, έπιπλα και σερβίτσια μεγάλης καλλιτεχνικής και χρηματικής αξίας.
Το «ανάκτορο» του στην Αγία Παρασκευή έγινε στην εποχή του «αυριανισμού» η βίλα των οργίων. «Όλη η πολιτική, καλλιτεχνική και κοινωνική σαπίλα τραπεζωνόταν στο ανάκτορο του Ιόλα», έγραφαν οι εφημερίδες. «2.000 ντόπιες και ξένες προσωπικότητες μάζεψε ο ανώμαλος αρχαιοκάπηλος στο Γεύμα του Αιώνα» κ.λπ.
Δύο χρόνια μετά από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, ο Ιόλας παραχώρησε στην Όλγα Μπακομάρου μια συνέντευξη-ποταμό για τη «Γυναίκα». Μίλησε απαξιωτικά για όλους και όλα. Από τον Τσαρούχη, με τον οποίο εν τω μεταξύ είχε έρθει σε ρήξη, μέχρι τον Κουν και τη Μελίνα Μερκούρη (που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού). Ειρωνεύτηκε την «αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου. Υπήρξε όμως και περιπαικτικός απέναντι στον στενό του φίλο Κωνσταντίνο Καραμανλή, Πρόεδρο της Δημοκρατίας εκείνη την εποχή. Ολοκλήρωσε την πολιτική του θέση, λέγοντας το αμίμητο «Η φτερού να μας κυβερνήσει».
Η κοινή γνώμη εξαγριώθηκε, με τον Τύπο της εποχής να πρωτοστατεί στον διασυρμό του. Το 1984, οι κατηγορίες πρώην συνεργάτη του -ο οποίος φέρεται να ήθελε να τον εκδικηθεί επειδή ο Ιόλας στάματησε τη συνεργασία τους- για παιδεραστία, αρχαιοκαπηλία και χρήση ναρκωτικών, παίρνουν διαστάσεις σκανδάλου. Η υπόθεση έφτασε ως τη δικαιοσύνη και απασχόλησε και τον διεθνή Τύπο. Στο εξωτερικό υπήρξε προσπάθεια υπεράσπισής του, με πρωτοβουλία του Κώστα Γαβρά, την οποία συνυπέγραψαν πολλές διεθνείς προσωπικότητες, ανάμεσά τους και ο Φρανσουά Μιτεράν.
Μερικοί ακόμη τίτλοι εφημερίδων της εποχής ήταν: «Ο σάπιος Ιόλας και η σαπίλα των άλλων», «Υψηλή σαπίλα: Ασέλγειες και ναρκωτικά», «Καλός κόσμος και υπόκοσμος στην αγκαλιά του Ιόλα», «Γνωστοί Αθηναίοι σε όργια του Ιόλα. Παραπέμπονται για πορνεία - παιδεραστία».
Μετά τον διασυρμό, κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής τους, Οι Έλληνες καλλιτέχνες σταμάτησαν να τον παίρνουν τηλέφωνο, οι κοινωνικές επαφές περιορίστηκαν, άρχισε να έχει οικονομικό πρόβλημα. Είχε επίσης χαρίσει τις γκαλερί στους εραστές του, που τις διηύθυναν.
Πέντε μήνες πριν από τον θάνατό του, ο Ιόλας έδωσε το παρών στον 13ο τακτικό ανακριτή για την υπόθεση αρχαιοκαπηλίας. Οκτώ χοντρόδετα ντοσιέ αποδείκνυαν την προέλευση όλων των αντικειμένων. Ο ανακριτής τον διαβεβαίωσε ότι θεωρούσε την υπόθεση λήξασα και ότι το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να αποκαταστήσει το όνομά του στον Τύπο. Ουσιαστικά, ήταν σαν να είχε επαναπατρίσει 2.500 αρχαία.
Ο Αλέξανδρος Ιόλας απεβίωσε στις 8 Ιουνίου 1987 από AIDS στη Νέα Υόρκη. Μετά τον θάνατο του η βίλα του λεηλατήθηκε από συγγενείς και φίλους. Η μοναδικής αξίας, τόσο καλλιτεχνικής, όσο και ιστορικής και οικονομικής, συλλογή του με 11.000 έργα τέχνης υπήρξε αντικείμενο κλοπής.
Η επιθυμία του πριν πεθάνει ήταν να δωρίσει την αμύθητη συλλογή του από έργα τέχνης στο ελληνικό κράτος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την προσφορά του και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του χάθηκε. Ένα µικρό της τµήµα της τεράστιας συλλογής τους βρίσκεται στο Centre Pompidou στο Παρίσι.
Σήµερα στην Ελλάδα τίποτα δεν θυµίζει το ευφυές και δηµιουργικό του πέρασµα, µόνον η συλλογή των 47 έργων που εκείνος δώρισε τότε, «σαν πυρήνα», για να ξεκινήσει τη ζωή του το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη.
Πηγές:
-Κατερίνα Λυμπεροπούλου, «Ο “ακόλαστος” που τα έβαλε με το κατεστημένο του ’80», Το Βήμα, 6/5/2012
-Κωστής Παπαγιώργης, «Eγώ, ο Ιόλας», Lifo, 20/6/2012
-Χρήστος Παρίδης, «Αλέξανδρος Ιόλας: Το εξέχον θήραμα του αυριανισμού», Lifo, 28/3/2012.
-«Αλέξανδρος Ιόλας: Αποκαλυπτική βιογραφία, 25 χρόνια από το θάνατό του», Antivirus, 14/4/2012.
-«Ο Αλέξανδρος Ιόλας και η Θεσσαλονίκη», Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 έφυγε για τη Νέα Υόρκη, όπου έγινε κορυφαίος χορευτής στη νεοσύστατη «Ballet Theatre Company». Μετά από ένα ατύχημα το 1944, εγκατέλειψε τον χορό και αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στη συλλογή έργων τέχνης. Στις 8 Ιουνίου του 1987, έφυγε από τη ζωή ο Αλέξανδρος Ιόλας, ο κοσμοπολίτης συλλέκτης έργων τέχνης και γκαλερίστας, που συνέβαλε στην καθιέρωση των σουρεαλιστών ζωγράφων αλλά και σε ένα βαθμό της ποπ αρτ. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξε θύμα ενός πρωτοφανούς διασυρμού και το εξέχον θήραμα του «αυριανισμού».
Γεννημένος στην Αλεξάνδρεια το 1907 σπούδασε χορό στο Βερολίνο και το Παρίσι, όπου μετακόμισε το 1933 καθώς η άνοδος του ναζισμού τον ανάγκασε να εγκαταλείψει τη Γερμανία. Στο Παρίσι ήρθε σε επαφή με εικαστικούς καλλιτέχνες και πόζαρε ως μοντέλο για τον ντε Κίρικο και τον Χέρμπερτ Λιστ.
Στα μέσα της δεκαετίας του '30 έφυγε για τη Νέα Υόρκη, όπου έγινε κορυφαίος χορευτής στη νεοσύστατη «Ballet Theatre Company». Μετά από ένα ατύχημα το 1944, εγκατέλειψε τον χορό και αφιερώθηκε εξ ολοκλήρου στη συλλογή έργων τέχνης.
Το 1946 άνοιξε την πρώτη του γκαλερί στη Νέα Υόρκη με τη βοήθεια της φίλης του δούκισσας Μαρία ντε Γκραμόν. Εκεί παρουσίασε ατομικές εκθέσεις του Ρενέ Μαγκρίτ και του Μαξ Ερνστ, με τον οποίο τον συνέδεε μεγάλη φιλία. Το 1952 «ανακάλυψε» τον Άντι Γουόρχολ, κάνοντάς του την πρώτη ατομική του έκθεση, μια σειρά εικονογραφήσεων διηγημάτων του Τρούμαν Καπότε. Από εκεί και μετά η πορεία ήταν μόνον ανοδική και θριαμβική. Εγκαινίαζε τη μία γκαλερί μετά την άλλη, ξεκινώντας με τη Γενεύη το 1963. Ακολούθησαν Παρίσι, Λονδίνο, Μιλάνο, Μαδρίτη, Βυρηττός.
Σημαντική υπήρξε, ακόμη, η συμβολή του στην καθιέρωση στις ΗΠΑ των εξόριστων λόγω του Πολέμου σουρεαλιστών. Αν και ήδη ώριμοι και καταξιωμένοι οι σουρεαλιστές στην Ευρώπη, οι εκθέσεις τους δεν είχαν βρει ακόμη ανταπόκριση στο κοινό της Αμερικής. O Ιόλας παρέμεινε αποκλειστικός αντιπρόσωπος του Μαξ Ερνστ και του Ρενέ Μαγκρίτ για τις ΗΠΑ μέχρι τον θάνατο τους.
Παράλληλα, προώθησε στο εξωτερικό Έλληνες καλλιτέχνες, όπως τους Χατζηκυριάκο-Γκίκα, Βαγή, Γουναρόπουλο, Μόραλη και Τσαρούχη. Συνεργάστηκε και με τη νεότερη γενιά Ελλήνων όπως οι Τσόκλης, Παύλος, Τάκις και η Μάρα Καρέτσου, οι οποίοι είχαν ήδη ξεκινήσει καριέρα στο εξωτερικό.
Από τη δεκαετία του 1960 περνάει όλο και περισσότερο χρόνο στην Ελλάδα και συνεργάζεται με διάφορες γκαλερί όπως οι Ζουμπουλάκη-Ιόλα, Μέδουσα, Βίκυ Δράκου, Αίθουσα Τέχνης Αθηνών, Σκουφά. Χτίζει στην Αγία Παρασκευή Αττικής ένα σπίτι -για τα δεδομένα ιδίως Ελλάδας ένα ανάκτορο- όπου μεταφέρει την τεράστια προσωπική συλλογή του από έργα αρχαίας, βυζαντινής και σύγχρονης Τέχνης, καθώς και άλλα κομμάτια όπως ταπισερί, έπιπλα και σερβίτσια μεγάλης καλλιτεχνικής και χρηματικής αξίας.
Το «ανάκτορο» του στην Αγία Παρασκευή έγινε στην εποχή του «αυριανισμού» η βίλα των οργίων. «Όλη η πολιτική, καλλιτεχνική και κοινωνική σαπίλα τραπεζωνόταν στο ανάκτορο του Ιόλα», έγραφαν οι εφημερίδες. «2.000 ντόπιες και ξένες προσωπικότητες μάζεψε ο ανώμαλος αρχαιοκάπηλος στο Γεύμα του Αιώνα» κ.λπ.
Δύο χρόνια μετά από την άνοδο του ΠΑΣΟΚ στην εξουσία το 1981, ο Ιόλας παραχώρησε στην Όλγα Μπακομάρου μια συνέντευξη-ποταμό για τη «Γυναίκα». Μίλησε απαξιωτικά για όλους και όλα. Από τον Τσαρούχη, με τον οποίο εν τω μεταξύ είχε έρθει σε ρήξη, μέχρι τον Κουν και τη Μελίνα Μερκούρη (που ήταν τότε υπουργός Πολιτισμού). Ειρωνεύτηκε την «αλλαγή» του Ανδρέα Παπανδρέου. Υπήρξε όμως και περιπαικτικός απέναντι στον στενό του φίλο Κωνσταντίνο Καραμανλή, Πρόεδρο της Δημοκρατίας εκείνη την εποχή. Ολοκλήρωσε την πολιτική του θέση, λέγοντας το αμίμητο «Η φτερού να μας κυβερνήσει».
Η κοινή γνώμη εξαγριώθηκε, με τον Τύπο της εποχής να πρωτοστατεί στον διασυρμό του. Το 1984, οι κατηγορίες πρώην συνεργάτη του -ο οποίος φέρεται να ήθελε να τον εκδικηθεί επειδή ο Ιόλας στάματησε τη συνεργασία τους- για παιδεραστία, αρχαιοκαπηλία και χρήση ναρκωτικών, παίρνουν διαστάσεις σκανδάλου. Η υπόθεση έφτασε ως τη δικαιοσύνη και απασχόλησε και τον διεθνή Τύπο. Στο εξωτερικό υπήρξε προσπάθεια υπεράσπισής του, με πρωτοβουλία του Κώστα Γαβρά, την οποία συνυπέγραψαν πολλές διεθνείς προσωπικότητες, ανάμεσά τους και ο Φρανσουά Μιτεράν.
Μερικοί ακόμη τίτλοι εφημερίδων της εποχής ήταν: «Ο σάπιος Ιόλας και η σαπίλα των άλλων», «Υψηλή σαπίλα: Ασέλγειες και ναρκωτικά», «Καλός κόσμος και υπόκοσμος στην αγκαλιά του Ιόλα», «Γνωστοί Αθηναίοι σε όργια του Ιόλα. Παραπέμπονται για πορνεία - παιδεραστία».
Μετά τον διασυρμό, κατά τα τελευταία χρόνια της ζωής τους, Οι Έλληνες καλλιτέχνες σταμάτησαν να τον παίρνουν τηλέφωνο, οι κοινωνικές επαφές περιορίστηκαν, άρχισε να έχει οικονομικό πρόβλημα. Είχε επίσης χαρίσει τις γκαλερί στους εραστές του, που τις διηύθυναν.
Πέντε μήνες πριν από τον θάνατό του, ο Ιόλας έδωσε το παρών στον 13ο τακτικό ανακριτή για την υπόθεση αρχαιοκαπηλίας. Οκτώ χοντρόδετα ντοσιέ αποδείκνυαν την προέλευση όλων των αντικειμένων. Ο ανακριτής τον διαβεβαίωσε ότι θεωρούσε την υπόθεση λήξασα και ότι το μόνο που έπρεπε να κάνει ήταν να αποκαταστήσει το όνομά του στον Τύπο. Ουσιαστικά, ήταν σαν να είχε επαναπατρίσει 2.500 αρχαία.
Ο Αλέξανδρος Ιόλας απεβίωσε στις 8 Ιουνίου 1987 από AIDS στη Νέα Υόρκη. Μετά τον θάνατο του η βίλα του λεηλατήθηκε από συγγενείς και φίλους. Η μοναδικής αξίας, τόσο καλλιτεχνικής, όσο και ιστορικής και οικονομικής, συλλογή του με 11.000 έργα τέχνης υπήρξε αντικείμενο κλοπής.
Η επιθυμία του πριν πεθάνει ήταν να δωρίσει την αμύθητη συλλογή του από έργα τέχνης στο ελληνικό κράτος δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε την προσφορά του και έτσι το μεγαλύτερο μέρος της συλλογής του χάθηκε. Ένα µικρό της τµήµα της τεράστιας συλλογής τους βρίσκεται στο Centre Pompidou στο Παρίσι.
Σήµερα στην Ελλάδα τίποτα δεν θυµίζει το ευφυές και δηµιουργικό του πέρασµα, µόνον η συλλογή των 47 έργων που εκείνος δώρισε τότε, «σαν πυρήνα», για να ξεκινήσει τη ζωή του το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης στη Θεσσαλονίκη.
Πηγές:
-Κατερίνα Λυμπεροπούλου, «Ο “ακόλαστος” που τα έβαλε με το κατεστημένο του ’80», Το Βήμα, 6/5/2012
-Κωστής Παπαγιώργης, «Eγώ, ο Ιόλας», Lifo, 20/6/2012
-Χρήστος Παρίδης, «Αλέξανδρος Ιόλας: Το εξέχον θήραμα του αυριανισμού», Lifo, 28/3/2012.
-«Αλέξανδρος Ιόλας: Αποκαλυπτική βιογραφία, 25 χρόνια από το θάνατό του», Antivirus, 14/4/2012.
-«Ο Αλέξανδρος Ιόλας και η Θεσσαλονίκη», Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
0 Σχόλια