«Ποια πιστεύω ότι πρέπει να είναι τα δύο χαρακτηριστικά ενός έργου τέχνης; Πρώτον, πρέπει να είναι απερίγραπτο, και δεύτερον πρέπει να είναι μοναδικό» Πιερ Ογκίστ Ρενουάρ
O Pierre Auguste Renoir είναι ένας από τους σημαντικότερους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους. Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1841 στη Λιμόζ της Γαλλίας και πέθανε στις 3 Δεκέμβρη του 1919. Ο Ρενουάρ ήταν μεγάλος θαυμαστής της ομορφιάς, ιδιαίτερα της γυναικείας, και έχει ειπωθεί ότι «είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος μιας παράδοσης που απορρέει από τον Ρούμπενς και τον Βαττώ».
«Το έργο τέχνης πρέπει να σε κατακυριεύει, να σε ‘τυλίγει’ γύρω του και να σε συνεπαίρνει. Είναι το μέσο με το οποίο ο καλλιτέχνης μεταφέρει το πάθος του», έχει δηλώσει ο ίδιος.
Στα τρία του χρόνια, η οικογένειά του μετακόμισε στο Παρίσι. Στα επτά γράφτηκε σε καθολικό σχολείο, όπου, μεταξύ άλλων, πήρε τις βασικές γνώσεις μουσικής. Στην αρχή έδειξε εξαιρετική κλίση για τη μουσική κι ο δάσκαλός του, τον σπρώχνει σ' αυτό το δρόμο. Όμως, ο πατέρας του, θεωρώντας ότι θα ζούσε καλύτερα αν γινόταν τεχνίτης, αποφάσισε να σταματήσει το σχολείο και τον έβαλε μαθητευόμενο σε ένα εργαστήριο που έφτιαχνε πορσελάνες. Ο Ρενουάρ τα βράδια παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Σχεδίου και Διακόσμησης, ενώ επισκεπτόταν συχνά το Λούβρο για να μελετήσει έργα σημαντικών ζωγράφων.
Το 1862 ξεκίνησε τις σπουδές του στο ατελιέ του Σαρλ Γκλαιρ, ενώ συνδέεται στενά με τον Μονέ, τον Σίσλεϋ, τον Μπαζίλ. Το 1869 η διάσημη κρατική έκθεση τέχνης του Παρισιού, Salon, δέχεται έναν από τους πίνακές του, ενώ το 1874 συμμετέχει στην πρώτη έκθεση των ιμπρεσιονιστών κι εξακολουθεί να εκθέτει μαζί τους, μέχρι την έβδομη έκθεσή τους, το 1882.
Οι ιμπρεσιονιστές εμπνέονταν από τη φύση και την οπτική πραγματικότητα και προσπαθούσαν να την παρουσιάσουν με ένα φρέσκο και άμεσο τρόπο. Χρησιμοποιούσαν ζωντανά χρώματα, κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων, ενώ έδιναν έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός. Ο Ιμπρεσιονισμός θεωρείται πως ξεκίνησε ουσιαστικά από τους Μονέα, Ρενουάρ και Σίσλεϋ.
Στη μικρή αυτή ομάδα προστέθηκαν σταδιακά, μεταξύ άλλων, οι Μανέ και Ντεγκά, ενώ και ο Σεζάν επηρεάστηκε από αυτό το κίνημα και αργότερα ο ίδιος αποτέλεσε τον κορυφαίο ίσως εκπρόσωπο της αποκαλούμενης και μετα-ιμπρεσσιονιστικής περιόδου.
Τη δεκαετία του 1880, ο Ρενουάρ άρχισε να διαχωρίζεται από τους υπόλοιπους ιμπρεσιονιστές και σταδιακά στράφηκε προς τον κλασικισμό. Το 1881 ταξίδεψε στην Αλγερία και κατόπιν στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Ραφαήλ από το οποίο επηρεάστηκε βαθιά. Το 1892 άρχισε να αναπτύσσει παραμορφωτική αρθρίτιδα, νόσος που τον καθήλωσε σε αναπηρική καρέκλα, ενώ αντιμετώπισε σημαντικό πρόβλημα παραμορφώσεων στα χέρια. Ωστόσο, ακόμα και όταν ένας ώμος του καθηλώθηκε εξαιτίας αγκύλωσης, δεν εγκατέλειψε την ζωγραφική.
Συνεχίζει να δημιουργεί αλλάζοντας την τεχνική του και δένοντας το πινέλο στο χέρι του. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών, στις 3 Δεκεμβρίου του 1919. Πριν το θάνατό του, κατάφερε να δει έργα του να εκτίθενται στο μουσείο του Λούβρου.
O Pierre Auguste Renoir είναι ένας από τους σημαντικότερους ιμπρεσιονιστές ζωγράφους. Γεννήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου του 1841 στη Λιμόζ της Γαλλίας και πέθανε στις 3 Δεκέμβρη του 1919. Ο Ρενουάρ ήταν μεγάλος θαυμαστής της ομορφιάς, ιδιαίτερα της γυναικείας, και έχει ειπωθεί ότι «είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος μιας παράδοσης που απορρέει από τον Ρούμπενς και τον Βαττώ».
«Το έργο τέχνης πρέπει να σε κατακυριεύει, να σε ‘τυλίγει’ γύρω του και να σε συνεπαίρνει. Είναι το μέσο με το οποίο ο καλλιτέχνης μεταφέρει το πάθος του», έχει δηλώσει ο ίδιος.
Στα τρία του χρόνια, η οικογένειά του μετακόμισε στο Παρίσι. Στα επτά γράφτηκε σε καθολικό σχολείο, όπου, μεταξύ άλλων, πήρε τις βασικές γνώσεις μουσικής. Στην αρχή έδειξε εξαιρετική κλίση για τη μουσική κι ο δάσκαλός του, τον σπρώχνει σ' αυτό το δρόμο. Όμως, ο πατέρας του, θεωρώντας ότι θα ζούσε καλύτερα αν γινόταν τεχνίτης, αποφάσισε να σταματήσει το σχολείο και τον έβαλε μαθητευόμενο σε ένα εργαστήριο που έφτιαχνε πορσελάνες. Ο Ρενουάρ τα βράδια παρακολουθούσε μαθήματα στη Σχολή Σχεδίου και Διακόσμησης, ενώ επισκεπτόταν συχνά το Λούβρο για να μελετήσει έργα σημαντικών ζωγράφων.
Το 1862 ξεκίνησε τις σπουδές του στο ατελιέ του Σαρλ Γκλαιρ, ενώ συνδέεται στενά με τον Μονέ, τον Σίσλεϋ, τον Μπαζίλ. Το 1869 η διάσημη κρατική έκθεση τέχνης του Παρισιού, Salon, δέχεται έναν από τους πίνακές του, ενώ το 1874 συμμετέχει στην πρώτη έκθεση των ιμπρεσιονιστών κι εξακολουθεί να εκθέτει μαζί τους, μέχρι την έβδομη έκθεσή τους, το 1882.
Οι ιμπρεσιονιστές εμπνέονταν από τη φύση και την οπτική πραγματικότητα και προσπαθούσαν να την παρουσιάσουν με ένα φρέσκο και άμεσο τρόπο. Χρησιμοποιούσαν ζωντανά χρώματα, κυρίως με χρήση των βασικών χρωμάτων, ενώ έδιναν έμφαση στην αναπαράσταση του φωτός. Ο Ιμπρεσιονισμός θεωρείται πως ξεκίνησε ουσιαστικά από τους Μονέα, Ρενουάρ και Σίσλεϋ.
Στη μικρή αυτή ομάδα προστέθηκαν σταδιακά, μεταξύ άλλων, οι Μανέ και Ντεγκά, ενώ και ο Σεζάν επηρεάστηκε από αυτό το κίνημα και αργότερα ο ίδιος αποτέλεσε τον κορυφαίο ίσως εκπρόσωπο της αποκαλούμενης και μετα-ιμπρεσσιονιστικής περιόδου.
Τη δεκαετία του 1880, ο Ρενουάρ άρχισε να διαχωρίζεται από τους υπόλοιπους ιμπρεσιονιστές και σταδιακά στράφηκε προς τον κλασικισμό. Το 1881 ταξίδεψε στην Αλγερία και κατόπιν στην Ισπανία και την Ιταλία, όπου ήρθε σε επαφή με το έργο του Ραφαήλ από το οποίο επηρεάστηκε βαθιά. Το 1892 άρχισε να αναπτύσσει παραμορφωτική αρθρίτιδα, νόσος που τον καθήλωσε σε αναπηρική καρέκλα, ενώ αντιμετώπισε σημαντικό πρόβλημα παραμορφώσεων στα χέρια. Ωστόσο, ακόμα και όταν ένας ώμος του καθηλώθηκε εξαιτίας αγκύλωσης, δεν εγκατέλειψε την ζωγραφική.
Συνεχίζει να δημιουργεί αλλάζοντας την τεχνική του και δένοντας το πινέλο στο χέρι του. Έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 78 ετών, στις 3 Δεκεμβρίου του 1919. Πριν το θάνατό του, κατάφερε να δει έργα του να εκτίθενται στο μουσείο του Λούβρου.
0 Σχόλια