ΟΙ ΒΛΑΧΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ, ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ & ΗΠΕΙΡΟΥ.
Η Κουτσοβλαχική γλώσσα
Κατά τον ΙΑ' αιώνα το Βυζαντινό Κράτος απασχολήθηκε με το ζήτημα των ξενοφώνων πληθυσμών, που κατοικούσαν σε ορεινά μέρη της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Αλβανίας ή και πιο πάνω ακόμη.
Στα μέρη αυτά υπήρχον διάφορες περιοχές, όπου οι κάτοικοι μιλούσαν μια παρεφθαρμένη Λατινική διάλεκτο, που μοιάζει κάπως με τη ρουμανική γλώσσα καθώς διαμορφώθηκε στη Δακοβλαχία.
Οι Βυζαντινοί φαίνεται πως δεν εξέτασαν σοβαρά το ζήτημα αυτό και γιαυτό δεν μας άφησαν καμμιά ιστορική πληροφορία, που να μας εξηγεί πως προήλθε και δημιουργήθηκε η γλωσσική αυτή διάλεκτος, που μιλήθηκε από τη μικρά αυτή μειονότητα των κατοίκων μερικών ορεινών χωρίων, ορισμένων περιοχών του Ελληνικού κράτους.
Μερικοί συγγραφείς εξέφεραν γνώμες αόριστες και ασαφείς, στις όποιες προσπαθούν να εξηγήσουν την καταγωγήν των ανθρώπων αυτών, που μιλούν αυτό το γλωσσικό ιδίωμα.
Οι γνώμες αυτές όλες δεν στηρίζονται σε αποδείξεις ιστορικές.
Με το πέρασμα του χρόνου και όταν οι Τούρκοι κατάκτησαν τη Χερσόνησο του Αίμου, πολλοί 'Έλληνες διωρίστηκαν Ηγεμόνες στη Μολδαυία και Βλαχία.
Αυτό το γεγονός έγινε αιτία να έλθουν οι 'Έλληνες σε στενώτερη επαφή με τους πληθυσμούς, που ζούσαν στις Ηγεμονίες αυτές, οι όποιοι ωνομάσθηκαν με το κοινό όνομα Βλάχοι και η γλώσσα τους Βλαχική η τα Βλάχικα.
Έτσι και εκείνοι που κατοικούσαν στα ορεινά μέρη του υποδούλου Ελληνισμού και μιλούσαν τη συγγενική προς τη Βλαχική γλώσσα διάλεκτο ωνομάσθηκαν Κουτσόβλαχοι από τη γλώσσα τους, που ωνομάσθηκε Κουτσοβλαχική, δηλαδή παρεφθαρμένη Βλαχική.
Η Εθνική τους συνείδηση.
Οι βουνήσιοι αυτοί πληθυσμοί ποτέ δεν παραδέχθηκαν την ονομασία «Κουτσόβλαχοι» γιατί
την θεωρούσαν ταπεινωτική.
Προτιμούσαν να ονομάζωνται «Ελληνόβλαχοι» η «ορεινοί Έλληνες Βλάχοι».
Η λέξις Βλάχος έχει τη σημασία του ορεσιβίου Έλληνος ποιμένος σε όλη την 'Ελλάδα και όχι μόνο στις περιοχές, που μιλήθηκε η Κουτσοβλαχική γλώσσα.
Ύστερώτερα ωνομάσθηκαν «Άρρουμούνοι» από μερικούς στην αρχή δέχτηκαν το όνομα αυτό γιατί τους προσείλκυσε το πρώτο στερητικό α, το όποιον κατ’ αυτούς εφανέρωνε ότι δεν ήσαν «Ρουμούνοι», αλλά και το όνομα αυτό γρήγορα το άφήκαν και με πείσμα δέχονται να λέγωνται μόνο «Βλάχοι» όπως και όλοι οι ορεινοί ποιμένες της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου, γιατί έτσι πιστεύουν ότι φανερώνουν καλύτερα την Ελληνικότητά τους.
Οι Βλάχοι αυτοί σε όλη την ιστορική ζωή του Έθνους μας στάθηκαν οι πιο γνήσιοι Έλληνες και στις ευτυχείς και στις δύσκολες ημέρες και διακρίθηκαν στην πρώτη γραμμή των εθνικών αγώνων και του Ελληνικού εμπορίου και του Ελληνικού πολιτισμού και όταν ζούσαν στον τόπο τους και όταν αποδημούσαν σε ξένες χώρες.
Και ως το τέλος του περασμένου αιώνα, όταν για πρώτη φορά ανακινήθηκε από τη Ρουμανική Προπαγάνδα το Κουτσοβλαχικό ζήτημα, ουδέποτε παρουσιάστηκε ούτε η παραμικρότερη αμφιβολία για την Ελληνικότητα των πληθυσμών αυτών.
Είναι αξακριβωμένο από την ιστορία ότι ο λαός της Ρουμανίας δημιουργήθηκε στα βουνά της Τρανσυλβανίας, στο Βανάτο, τη Βουκοβίνα και τη Βεσσαραβία από την ανάμιξη των εντοπίων Δακοθρακικών πληθυσμών με τους Ρωμαίους αποίκους που από κάθε γωνία του απέραντου Ρωμ. Κράτους, έστειλε εκεί ο αυτοκράτωρ Τραιανός τον πρώτον αιώνα μ. X. για πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους.
Όταν δηλαδή ο αυτοκράτωρ Τραϊανός κατέκτησε τη Δακία έστειλε πολλούς αποίκους για να συνδέση πιο στενά την επαρχία αυτή με το Ρωμαικό Κράτος και να δημιουργήση έτσι εκεί ένα ισχυρό στήριγμα της αυτοκρατορίας εναντίον των επιδρομών των άλλων λαών και των Σλαύων, που κατοικούσαν βορειότερα.
Από την ανάμιξη αυτή των Ρωμαίων αποίκων με τους εντοπίους δημιουργήθηκε νέο γλωσσικό ιδίωμα, η τοπική λατινική διάλεκτος, που ωνομάστηκε αργότερα Ρουμανική.
Γιατί οι Έλληνες Βλάχοι δεν είναι Ρουμάνοι.
Από την Τρανσυλβανία, τα Βανάτο, τη Βουκοβίνα και τη Βεσσαραβία απλώθηκαν οι Ρουμάνοι στις απέραντες και πλούσιες πεδιάδες του Δούναβη μετά τον 11ον αιώνα, όταν oι Πετσενέγοι και οι Κουμάνοι, που ζούσαν εκεί ως τότε καταστράφηκαν ολότελα από τους Βυζαντινούς και έσβησε το όνομά τους από την ιστορία.
Ούτε λογικό ούτε εύλογο είναι να παραδεχτούμε ότι οι Ρουμάνοι άφησαν τις πλούσιες και εύφορες πεδιάδες της Βλαχίας και ήλθαν να αποικίσουν τις άγονες και πετρώδεις περιοχές των Μακεδονικών και Ηπειρωτικών βουνών.
Στις περιοχές αυτές κατοικούσαν πολλοί εντόπιοι, ασχολούμενοι κατά τα πλείστον εις την κτηνοτροφίαν, όπως συμβαίνει και σήμερον στις ίδιες περιοχές και σε άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδος.
’Ας μη ξεχνάμε ακόμη ότι στα ορεινά και απρόσιτα αυτά χωριά κατέφευγαν και πολλοί κάτοικοι από τις πεδιάδες για να αποφεύγουν τα δεινά των επιδρομών και των πολέμων, που διαρκώς ερήμωναν τους κάμπους, ώστε τα ορεινά χωριά ήσαν πάντοτε πυκνά κατωκημένα.
Γιατί δεν είναι απόγονοι Ρωμαίων αποίκων.
Δεν μπορεί επίσης κανείς να παραδεχθή ότι οι σημερινοί Έλληνες Βλάχοι είναι απόγονοι Ρωμαίων άποίκων, όπως είναι οι Ρουμάνοι.
Οι Ρωμαίοι, που είχαν κατακτήσει όλη την Ευρώπη και μέρος της Ασίας και της Αφρικής, είχαν στη διάθεσή τους να διαλέξουν τα πιο εύφορα μέρη για να στείλουν εκεί αποίκους.
Φυσικά δεν μπορεί να ευσταθήση ο συλλογισμός ότι προτίμησαν από τις εύφορες πεδιάδες τα κατσάβραχα της Μακεδονίας και της Ηπείρου.
Όσες άλλως τε αποικίες αναφέρονται ότι έγιναν στην Ελλάδα όλες έγιναν σε πεδινά και εύφορα μέρη όπως είναι οι Φίλιπποι, η Πέλλα, το Δίον, κ.λ.π.
Ο σοφός καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαικός κ. Κεραμόπουλος, στην περισπούδαστη μελέτη του : « Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι », μας δίνει μια σαφή εξήγηση.
Άποδεικνύει οτι ο εκλατινισμός της γλώσσης των μη λατινικών αυτών πληθυσμών οφείλεται στη στρατολογία των πληθυσμών, την οποίαν έκαμναν οι Ρωμαίοι.
Οι Ρωμαίοι δηλαδή εστράτευον υποχρεωτικώς άνδρας από τες διάφορες επαρχίες του κράτους των και τους κατέτασσον επί είκοσι έτη εις τις Ρωμαικές Λεγεώνες η επί 25 έτη εις τα επικουρικά στρατεύματα.
Οι άνδρες αυτοί εξεπέμποντο, όπου επέβαλλε κάθε φορά η ανάγκη του Ρωμαικού Κράτους.
'Όλοι αυτοί οι στρατευόμενοι θέλοντας και μη εμάθαιναν τη λατινική γλώσσα τις πιο πολλές φορές όχι τέλεια.
Την ίδια υποχρέωση είχαν και oι υιοί των κατ’ αυτόν τον τρόπον στρατευομένων.
Έπρεπε δηλαδή και αυτοί να υπηρετήσουν στρατιώτες όπως οι πατέρες των και γιαυτόν το λόγο μάθαιναν και αυτοί λατινικά και έτσι με την πάροδο των ετών βρέθηκαν οικογένειες, που μιλούσαν μια γλώσσα επηρεασμένη πολύ από τη λατινική.
Επειδή δε όσοι κατοικούσαν τα ορεινά , πτωχά και άγονα εδάφη, με ευχαρίστηση εδέχοντο τη στρατολογία του είδους αυτού και επειδή εις τα μέρη είδικώς εκείνα, εις τα όποια ομιλείται σήμερα το λατινογενές αυτά γλωσσικό ιδίωμα, εγίνετο ευρύτερη στρατολογία, διότι αι ανάγκαι του τόπου άπαιτουσαν την έγκατάσταση φρουρών για να καταστέλλουν τη ληστεία και να έξασφαλίζουν διόδους, γιαυτόν το λόγο το γλωσσικό αυτό ιδίωμα επεκράτησε εκεί ευχερέστερα.
Όλοι αυτοί, που κατετάσσοντο στους λεγεώνες, γύριζαν όταν συνεπλήρωναν τη θητεία τους στα σπίτια τους.
Και όσοι μεν κατοικούσαν στους κάμπους, όπου ο πληθυσμός ήταν πυκνότερος ξανάρχιζαν να μιλούν την ελληνική γλώσσα.
Όσοι όμως κατοικούσαν στα ορεινά μέρη, επειδή διαρκώς σαυτά υπήρχαν ρωμαίοι φρουροί, οι όποιοι μολονότι ήσαν εντόπιοι ήσαν όμως και υποχρεωμένοι να μιλάν τη λατινική γλώσσα, ευρίσκοντο και αυτοί στην ανάγκη να διατηρήσουν το λατινογενές ιδίωμα, που έμαθαν στο στρατό και το όποιο σιγά σιγά επεβλήθη και απέμεινε η μόνη γλώσσα.
Μία Παράδοση για την Κουτσοβλαχική γλώσσα.
Στην Ηπειρο και Θεσσαλία οι Βλάχοι διατηρούν την παράδοση πως η γλώσσα τους δημιουργήθηκε, όταν οι Ρωμαίοι κατακτηταί εγκατέστησαν μόνιμες φρουρές στα περάσματα των βουνών, (στις κλεισούρες), και στα γειτονικά χωριά.
Οι στρατιώτες αυτοί, φυσικά, μιλούσαν Λατινικά.
Γι αυτό το λόγο οι εντόπιοι 'Έλληνες, όσοι αναγκαστικά είχαν μαζί τους συναλλαγές, αναγκάστηκαν να μάθουν τις Λατινικές λέξεις, που τους ήσαν απαραίτητες για να συνεννουύνται με αυτούς.
αυτές οι παρεφθαρμένες Λατινικές λέξεις μαζί με τις ελληνικές δημιούργησαν ένα γλωσσικό ιδίωμα, που διαδόθηκε στον πολύ κόσμο, ο όποιος δε μπορούσε να διατηρήση δυό γλώσσες.
Μόνο οι πιο μορφωμένοι από αυτούς, οι έμποροι και γενικά όσοι πήγαιναν στις πόλεις διατήρησαν παράλληλα και την ελληνική μητρική τους γλώσσα.
Το ίδιο φαινόμενο το βλέπομε και στους Βλάχους της Αλβανίας, τους Άρβανιτόβλαχους, που έχουν στη γλώσσά τους τις ίδιες Λατινικές λέξεις, τις όποιες έχουν και οι Βλάχοι της 'Ελλάδος.
Οι άλλες λέξεις των Άρβανιτοβλάχων είνε άρβανίτικες και είναι περίπου οι ίδιες με τις ελληνικές λέξεις των Βλάχων της Ελλάδος.
Από αυτό μπορεί να βγάλη κανείς το συμπέρασμα ότι οι Βλάχοι της 'Ελλάδος και οι Άρβανιτόβλαχοι της Αλβανίας επήραν από τη Λατινική γλώσσα μόνο τις λέξεις, που τους εχρειάζοντο για να συνεννοούνται με τους Ρωμαίους και διατήρησαν τις υπόλοιπες λέξεις της δικής τους γλώσσας.
Γιά την Ηπειρο, Θεσσαλία και τα περισσότερα Κουτσοβλαχικά χωριά της Μακεδονίας η παράδοση αυτή επικυρώνεται από το ότι τα Κουτσοβλαχικά χωριά ευρίσκονται όπου υπάρχουν ορεινά περάσματα και δρόμοι, που εξυπηρετούσαν την κίνηση και το σύνδεσμο των Ρωμαϊκών στρατευμάτων από τα παράλια της Ηπείρου προς τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Αντίθετα πάλι στις ορεινές περιοχές, που δεν παρουσιάζουν τέτοια περάσματα, η όπου τα χωριά είναι μακρυά από αυτά, δεν υπάρχουν Κουτσόβλαχοι.
Επίσης ανάμεσα στις Κουτσοβλαχικές περιοχές έχομε και χωριά, που οι κάτοικοί τους δεν μιλούσαν ποτέ Κουτσοβλαχικά.
Και από την Κουτσοβλαχική αυτή παράδοση, που δε στηρίζεται σε ιστορικές πηγές, και από την ιστορική ερευνά του κ. Κεραμοπούλου βγαίνει το ίδιο συμπέρασμα, ότι δηλαδή η Κουτσοβλαχική γλώσσα των ορεινών χωρίων της 'Ελλάδος επεβλήθη η από τις Ρωμαικές φρουρές, που είχαν έγκατασταθή στα περάσματα των βουνών (κλεισούρες) η από τη στρατολογία πληθυσμού ελληνικού.
Και στις δυό περιπτώσεις εκείνοι που δέχτηκαν τη λατινική γλώσσα δεν ήσαν Ρωμαίοι, αλλά ήσαν 'Έλληνες, όπως και όλοι οι άλλοι που κατοικούσαν στα γειτονικά χωριά.
ΟΙ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΑΞΙΩΣΕΙΣ
Γιατί η Ρουμανία διεκδικεί τους Κουτσοβλάχους.
Καμμιά ιστορική πηγή η εύλογη αφορμή τους δεν φανερώνει σχέση των Βλάχων της Ελλάδος με το Ρουμανικό Κράτος• άντίθετα η γνώση της ιστορίας και της ζωής του τόπου βεβαιώνει ότι σε περασμένες εποχές πλήθος 'Ελλήνων είχε εγκατασταθή στη Ρουμανία, κανένας δε Ρουμάνος δεν ήλθε να εγκατασταθή στην Ελλάδα.
Οι κάτοικοι των πτωχών ορεινών μερών της Ελλάδος ταξιδεύοντας για εμπόριο σ’ όλο τον κόσμο έφθαναν έως τα τελευταία χρόνια και στην πλούσια Βλαχία, όπου η παρουσία των 'Ελλήνων Ηγεμόνων εξησφάλιζε στους Ελληνες έμπόρους έξαιρετική προστασία. Γι’ αυτό σε όλες τις περιοχές της Μολδαβίας και Βλαχίας και προ πάντων στα παράλια και στις πολιτείες, που βρίσκονται κοντά στο Δούναβη, δημιουργήθηκαν πλούσιες και ακμαίες ελληνικές παροικίες, που αποτελούσαν την αριστοκρατία στο πνεύμα και στο χρήμα.
Στον αποικισμό αυτόν σημαντικά αντιπροσωπεύοντο η Ήπειρος και η Δυτική Μακεδονία. Παρά πολλές οικογένειες της Ηπείρου είχαν « σπίτια και χωράφια στη Βλαχιά », όπως λένε στα Ηπειρωτικά χωριά, το δε ήπειρωτικό τραγούδι του Ρόβα, που « ξεκίνησε εις τη Βλαχιά να πάη », δείχνει ότι οι Έλληνες, που είχαν προοδεύσει στο εμπόριο και σε άλλες επιχειρήσεις, ταξίδευαν στη Ρουμανία για να εκμεταλλεύωνται τον πλουτό της.
Ευκολονόητο είναι ότι πολλοί από τους Έλληνες, που εγκατασταθήκαν στη Ρουμανία, ήσαν και Βλάχοι της Ηπείρου, Μακεδονίας και Θεσσαλίας και ότι για την ομοιότητα της γλώσσης κάμποσοι από αυτούς αφωμοιώθηκαν προς τους κατοίκους, όπως έγινε και με πολλούς άλλους Έλληνες αποίκους.
Ήταν αργότερα η Μολδαυία και η Βλαχία έγιναν 'Ηγεμονία και πριν aκόμα αυτή aποκτήση την oλική aνεξαρτησία της, φανερώθηκαν πολύ λίγοι και από τους Ρουμούνους πατριώτες και από τους Βλάχους που είχαν άφομοιωθή, οι όποιοι καλλιεργούσαν τη γνώμη πως υπήρχε φυλετική συγγένεια μεταξύ των Ρουμούνων και των Βλάχων της Ελλάδος.
Τότε για πρώτη φορά εγύρισεν από τη Ρουμανία στην Ελλάδα ο Βλάχος Απόστολος Μαργαρίτης και επιχείρησε την προπαγάνδα του, προσπαθώντας να παρασύρη τους συγγενείς των Ελλήνων Βλάχων που ήταν εγκατεστημένοι στις παραδουνάβειες χώρες.
Δεν μπόρεσε όμως να επιτύχη τίποτε σοβαρό γιατί οι Βλάχοι δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τον εθνισμό τους.
Η επίσημη Ρουμανία δεν φαινόταν ποτέ κατά την εποχή αυτή να υποστηρίζή καμμιά διεκδίκηση για τους Έλληνες Βλάχους.
'Όλες αυτές οι επαρχίες είχαν προσαρτηθή στην Αυστρουγγαρία και τη Ρωσία.
Κάθε όμως προσπάθεια για την απελευθέρωση των επαρχιών αυτών μοιραία θα έφερνε το νεαρό Κράτος της Ρουμανίας σε σύγκρουση προς τις δύο αυτές μεγάλες δυνάμεις και φυσικά τέτοια προσπάθεια θα ήταν πολύ επικίνδυνη για το νεαρό ρουμανικά Κράτος.
Γι’ αυτό οι πολιτικοί της Ρουμανίας αγωνίστηκαν να συγκροτήσουν και να συμπιέσουν τα όνειρα του Ρουμανικού λαού για τη φυλετική του αποκατάσταση.
Και όταν αργότερα εγινε η τριπλή συμμαχία μεταξύ Γερμανίας, Αύστρουγγαρίας και Ιταλίας, προσεχώρησε στην πολιτική επιρροή της συμμαχίας αυτής και η Ρουμανία και έτσι πέρασε μια ειρηνική εποχή τριάντα χρόνων.
Ο λαός όμως της Ρουμανίας δεν έπαυσε να δείχνη ενδιαφέρον για τους σκλάβους Ρουμούνους, που ζουσαν στην ΑύστρουγγαρΙα και τη Ρωσία.
Τότε η φημισμένη για τα μεγαλοφυή τεχνάσματά της Αυστριακή διπλωματία για να απαλλαγή από πιθανές ενοχλήσεις, που ήταν δυνατό να διαταράξουν τις φιλικές σχέσεις της με τη Ρουμανία, σκέφτηκε να απασχολήση την προσοχή του Ρουμανικού λαού με άλλο εξωτερικό ζήτημα. Βέβαια τέτοιο πρόχειρο ζήτημα ήταν η απελευθέρωση των Ρουμάνων της Βεσσαραβίας από τους Ρώσους.
Αν όμως υποκινούσε τη Ρουμανία εναντίον της Ρωσίας υπήρχεν ο κίνδυνος να προκληθή Ευρωπαϊκός πόλεμος, που δεν τον ήθελαν τότε οι Δυνάμεις της Τριπλής Συμμαχίας.
Γι’αυτό το λόγο οι Αυστριακοί πολιτικοί προσπάθησαν και πέτυχαν να στρέψουν τις φιλοδοξίες των Ρουμάνων προς τις Ευρωπαϊκές επαρχίες της Τουρκίας, που κείνη την εποχή προκαλούσαν την όρεξη πολλών Κρατών. 'Η Ρουμανία ούτε σύνορα κοινά είχε με την Τουρκία ούτε ρουμουνικούς πληθυσμούς σκλάβους στην Τουρκία. Η Αυστριακή όμως διπλωματία σκέφτηκε ότι ήταν δυνατό να δημιουργηθούν Ρουμανικές αξιώσεις με τους Ελληνας Βλάχους της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Το έπίσημο Ρουμανικό Κράτος υιοθέτησε την υπόδειξη αυτή, γιατί έτσι θα μπορούσε να απασχόληση και να αποκοιμίση το Ρουμανικό λαό, που πονούσε για τους σκλάβους Ρουμάνους, που ζούσαν στην Αύστρουγγαρία και τη Ρωσία. Έτσι η Ρουμανία δημιούργησε το Κουτσοβλαχικό ζήτημα της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. .
Η Ρουμανική προπαγάνδα.
Άρχισε λοιπόν η Ρουμανική Κυβέρνηση να στέλνη πλήθος πρακτόρων από τη Ρουμανία
στις βλάχικες περιοχές για να προσέλκυση τους Έλληνες Βλάχους.
Οι πράκτορες αυτοί άρχισαν να προπαγανδίζουν και να λένε ότι οι Έλληνες Βλάχοι είναι Ρουμάνοι σκλάβοι και ότι η Ρουμανία ενδιαφέρεται για την απελευθέρωση τους• και επειδή σκορπούσαν χρήματα ασυλλόγιστα κατώρθωσαν να παρασύρουν με το μέρος τους μερικούς φτωχούς βλάχους, τους όποιους έπεισαν να στείλουν τα παιδιά τους στη Ρουμανία για να μορφωθούν δωρεάν και να δημιουργήσουν καλύτερη τύχη. Φυσικά το δόλωμα τούτο ήτο πολύ δελεαστικό για τους φτωχούς Βλάχους. Οι προπαγανδισταί ήταν γι’ αυτούς οι αντιπρόσωποι της θείας Προνοίας, που τους έστελνε έτσι χωρίς να το περιμένουν για να μπορέσουν να μορφώσουν τα παιδιά τους να τα κάμουν επιστήμονας η υπαλλήλους, και να τα ανυψώσουν έτσι σε ανώτερο επίπεδο ζωής και κοινωνικής θέσεως.
’Έτσι επήλθε κάποιο ρήγμα για μια στιγμή μεταξύ των Ελλήνων Βλάχων, από τους όποιους μερικοί από συμφέρον παρουσιάστηκαν φανερά ως Ρουμανίζοντες η Ρουμανόβλαχοι, αλλά ο κίνδυνος ήταν πάντα μικρός γιατί η αντίδραση της μεγάλης μάζας των Βλάχων ήταν ακατάβλητη. Μόνο μερικοί τελείως άποροι, όπως τονίσαμε, παρεσύροντο από την προπαγάνδα και αυτοί μόνον από την προσδοκία των οικονομικών ωφελημάτων, τα όποια συνεχώς τους υπέσχοντο οι πράκτορες της προπαγάνδας και οχι γιατί πίστεψαν ποτέ στα σοβαρά ότι ήταν δυνατόν οι ίδιοι να είναι Ρουμάνοι.
Oι Τούρκοι εβοήθησαν την προπαγάνδα.
Τα αποτελέσματα όμως της προπαγάνδας αυτής σχετικά με τα εκατομμύρια των χρυσών φράγκων πού εσπαταλήθηκαν γι αυτή, ήσαν πολύ πενιχρά και η Ρουμανική Κυβέρνηση επείσθηκε ότι για να επιτύχη η προπαγάνδα έπρεπε να υποστηριχθούν οι πράκτορές της από την Τουρκική Κυβέρνηση, που δε θα έχανε τίποτα, αν οι υπήκοοί της Βλάχοι δήλωναν ότι ανήκουν στο Ρουμανικό έθνος αντί στο 'Ελληνικό.
Άρχισαν λοιπόν σχετικές ενέργειες στην Τουρκική Κυβέρνηση. Η Τουρκική Κυβέρνηση από χρόνια βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση, εξ αίτιας των ταραχών, που είχαν δημιουργήσει στη Μακεδονία οι Βουλγαρικές συμμορίες των κομιτατζήδων.
Τα Ελληνικά ανταρτικά σώματα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα κατώρθωσαν να ανατρέψουν τα φιλόδοξα όνειρα της Βουλγαρικής προπαγάνδας για τον εκβουλγαρισμό όλης της Μακεδονίας και επροστάτευσαν επιτυχώς τους ελληνικούς πληθυσμούς της.
Έτσι όμως επεκράτησε μια ανώμαλη κατάσταση στη Μακεδονία, έγινε πολύς θόρυβος στις Ευρωπαϊκές εφημερίδες και οι Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις επέβαλαν έλεγχο στη Χωροφυλακή της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Αξιωματικοί των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης ανέλαβαν τότε την ανώτερη Διοίκηση της Χωροφυλακής για να επιβάλουν την τάξη.
Σε τέτοια δύσκολη θέση βρισκόταν η Τουρκική Κυβέρνηση, όταν άρχισαν οι ενέργειες της Ρουμανικής Κυβερνήσεως για τους Βλάχους.
Και επειδή είχε κάθε συμφέρον να διαιρέση τις εθνότητες, που είχε υποδουλώσει και σύμφωνα με το πολιτικό δόγμα « διαίρει και βασίλευε », που ανέκαθεν Ακολουθούσε, φάνηκε πρόθυμη να εύχαριστήση την Αύστριακή διπλωματία, η οποία την επίεζε πολύ να δεχθή τις Ρουμανικές αξιώσεις. για τους Βλάχους.
Επειδή όμως δεν ήταν δυνατό να δικαιολογήση και να παραδεχθή την ύπαρξη ανυπάρκτων υπηκόων της Ρουμανικής εθνότητος, δέχτηκε μόνο το 1905 να άναγνωρίση τους Βλάχους ως ιδιαίτερο έθνος, (μελέτι) Κουτσοβλαχικό, όχι όμως ως Ρουμούνους.
Η αναγνώριση αυτή, αν και δεν ικανοποιούσε τις Ρουμανικές αξιώσεις, χρησίμεψε αρκετά στη Ρουμανική προπαγάνδα.
Οι Κουτσοβλαχικές Κοινότητες.
Έτσι οι Βλάχοι, όσοι ήθελαν, μπορούσαν να αποτελέσουν ιδιαίτερη Κουτσοβλαχική Κοινότητα με δικά της σχολεία και εκκλησίες.
Άρχισε τότε η Ρουμανική προπαγάνδα να στέλνη από τη Ρουμανία στις Κουτσοβλαχικές περιοχές όχι μόνο πράκτορες, που είχαν στη διάθεσή τους άφθονα χρήματα για την προπαγάνδα, αλλά και πλήθος δασκάλων, οι όποιοι άνοιξαν σχολεία, που τις πιο πολλές φορές είχαν περισσότερους δασκάλους από μαθητές.
Στην αρχή ίδρυσαν Οικοτροφεία, για να παρασύρουν φτωχούς Βλάχους να στείλουν τα παιδιά τους και άφησαν για υστέρα να δημιουργήσουν Κοινότητα και Εκκλησία.
Με αυτά τα μέσα πέτυχαν να παρασύρουν μερικούς Βλάχους, ιδίως στη Μακεδονία, που δήλωσαν ότι ανήκουν στην Κουτσοβλαχικήν εθνότητα για να αποφύγουν τους διωγμούς των κομιτατζήδων, οι όποιοι δεν εδίωκαν τους Ρουμανίζοντας και γιατί δεν απέδιδαν καμμιά σοβαρότητα και σημασία στην προσπάθειά τους και γιατί πίστευαν, όπως ήταν και αλήθεια, ότι η προσπάθεια αυτή στους Βλάχους εξασθενούσε τον Ελληνισμό, τον όποιον κυρίως θεωρούσαν επικίνδυνο και θανάσιμο αντίπαλο τους.
Από την άλλη μεριά η Ρουμανική προπαγάνδα προσπαθούσε με κάθε μέσο και σε κάθε περίσταση να προσελκύση οπαδούς και να δημιουργήση κίνηση υπέρ των σκοπών της στους Κουτσοβλαχικούς πληθυσμούς. Ανελάμβανε να στέλνη τα παιδιά πτωχών Κουτσοβλάχων στη Ρουμανία για να σπουδάζουν δωρεάν.
Ανεζήτει εις την Ρουμανίαν Έλληνας Βλάχους και παρείχεν εις αυτούς παροχάς και τιμές εξαιρετικές, παράσημα και διακρίσεις για να τους προσελκύση να προσχωρήσουν εις τας απόψεις της και να εργασθούν για τον αγώνά της.
Ρουμανικά σχολεία εδημιουργήθηκαν σε διάφορες κοινότητες, γυμνάσια δε και οικοτροφεία στα Γιάννενα και το Μοναστήρι. Τα γυμνάσια αυτά δίνανε στους αποφοίτους απολυτήριο που εθεωρείτο ισότιμο με το απολυτήριο των ρουμανικών γυμνασίων και έδινε στους κατόχους τη δυνατότητα για δωρεάν σπουδές στις ανώτατες σχολές του Βουκουρεστίου.
Με όλα ταύτα η Ρουμανική Προπαγάνδα είχεν εντελώς ασήμαντα αποτελέσματα.
Έτσι μερικοί από τους Βλάχους αποσπάσθηκαν από τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων Βλάχων και απετέλεσαν τους Ρουμανόβλαχους η Ρουμουνίζοντας. Η μεγάλη πλειοψηφία έμειναν φανατικοί Έλληνες.
Όταν ελευθερώθηκε η Μακεδονία και η Ήπειρος, η Ελληνική Κυβέρνηση υπεχρεώθηκε να αναγνωρίση ότι υπήρχε Κουτσοβλαχική μειονότης, που μπορούσε να διατηρή δικά της σχολεία και εκλησίες, η όποια όμως ήταν εντελώς ασήμαντη απέναντι στον όγκο των Ελλήνων Κουτσοβλάχων.
Σύμφωνα λοιπόν με την συμφωνία Βενιζέλου Ίωνέσκο, διατηρήθηκαν όσα σχολεία Ρουμανικά υπήρχαν μέχρι τότε σε Κουτσοβλαχικές Κοινότητες, και έγινε και το Ρουμανικό γυμνάσιο των Γρεβενών.
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ
Άφου δεν υπάρχει καμμιά ιστορική μαρτυρία η άλλη απόδειξη ότι κάποτε κατήλθαν στα ελληνικά εδάφη της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας Δακορρουμούνοι, δεν είναι νοητή και παραδεχτή η γνώμη ότι υπάρχει φυλετική συγγένεια μεταξύ Ρουμάνων, και Κουτσοβλάχων της Ελλάδος.
Αντίθετα αν έγινε, και έγινε ασφαλώς, κάποια έπιμιξία μεταξύ Ελλήνων, Βλάχων και Ρουμάνων αυτή έγινε στις ρουμανικές επαρχίες, όπου εγκατασταθήκαν πολλοί Έλληνες Βλάχοι και σε πολλές περιστάσεις πολλοί από τους Βλάχους αυτούς παρέμειναν εκεί μέχρι σήμερα, έγιναν Ρουμάνοι υπήκοοι και έχασαν την ελληνική τους εθνικότητα. Έτσι μπορεί κανείς σήμερα να ισχυρισθή ότι στις φλέβες των σημερινών Ρουμάνων ρέει αίμα ελληνικό βλαχικό, σε καμμιά όμως περίπτωση, όπως τονίζει στην ειδική και εμπεριστατωμένη μελέτη του ο σοφός καθηγητής κ. Κεραμόπουλος δεν θα βρη ιστορικά στηρίγματα για να ισχυρισθή το αντίθετο, ότι δηλαδή και στις φλέβες των Ελλήνων Βλάχων της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας ρέει αίμα ρουμανικό.
Οι Βλάχοι της Ελληνικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Ηπείρου κατά τίποτε δεν διαφέρουν από τους άλλους Έλληνας έχουν τους ίδιους πόθους και τα ιδία ιδανικά, έχουν βαθειά μέσα τους ριζωμένη την πεποίθηση ότι είναι γνήσιοι Έλληνες και ίσως και γνησιώτεροι, αν είναι δυνατό να ειπωθή, από κάθε άλλον, γιατί, επειδή έζησαν απομονωμένοι στα βουνά τους διατήρησαν αμόλυντα τα ήθη και έθιμά τους, τις παραδόσεις τους και το ελληνικό αίμα τους. Οι ίδιοι ξέρουν ότι το λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα, που μιλούν, επεβλήθηκε στον τόπο τους και έμεινε από τον. καιρό της Ρωμαϊκής κυριαρχίας και ότι αυτό δεν μπορεί να είναι επιχείρημα σοβαρό για να αμφισβητήση κανείς την εθνικότητα τους.
’Εκτός από αυτό δεν πρόκειται έδώ για γλώσσα καθαρά λατινική, αλλά για ιδίωμα γλωσσικό, που σε δέκα λέξεις, τις όποιες χρειάζεται κανείς για να εκφράση μια σκέψη του οι 7 είναι ελληνικές και τρεις έχουν τη ρίζα τους μόνο λατινική.
Ούτε έχει καμμιά συγγένεια η Κουτσοβλαχική γλώσσα με τη Ρουμανική.
Και στις δυό γλώσσες οι λέξεις, που προέρχονται από λατινική ρίζα μοιάζουν κάπως.
Οι περισσότερες όμως λέξεις της κουτσοβλαχικής γλώσσης είναι ελληνικές ένώ στη ρουμανική γλώσσα οι λατινικές λέξεις είναι ασύγκριτα πιο πολλές από τις σλαυικές.
Έτσι η γλωσσική συνεννόηση Κουτσοβλάχου με Ρουμούνο είναι αδύνατη.
Οι προπαγανδισταί που ήλθαν στα κουτσοβλαχικά χωριά για να προπαγανδίσουν την εκ Ρουμούνων καταγωγήν των Κουτσοβλάχων ήταν αδύνατο να συνεννοηθούν με τους Έλληνας βλάχους και μόνον με χειρονομίες κατώρθωναν μια ατελή συνεννόηση. Η γλώσσα, που διδάσκουν στα Ρουμανικά Οίκοτροφεία και Σχολεία οι Ρουμάνοι δασκάλοι, είναι άγνωστη και ξένη γλώσσα στους Κουτσοβλάχους μαθητές, που αγωνίζονται και ιδρώνουν να τη μάθουν.
Από την άλλη μεριά οι δασκάλοι τους μεταχειρίζονταν ευρύτατα την κουτσοβλαχική και την ελληνική για να ερμηνεύσουν εις τα παιδιά το περιεχόμενο των διδασκομένων, ξένων στο γλωσσικό τους ιδίωμα, ρουμανικών λέξεων και φράσεων.
Όσοι Βλάχοι πορασύρθηκαν από το χρήμα και έγιναν δασκάλοι στα σχολεία αυτά, άλλη γλώσσα διδάσκουν στα σχολεία και άλλη μιλούν οι ίδιοι στα σπίτια τους και με τους ρουμανίζοντας Κουτσοβλάχους.
‘Η Ρουμανική προπαγάνδα με τα χρήματα και τα άλλα μέσα, που αναφέραμε, κατώρθωσε να αποσπάση μερικούς Βλάχους, δεν μπόρεσε όμως να πείση ούτε αυτούς ακόμη ότι είναι Ρουμάνοι. Οι περισσότεροι από τους νέους, τους όποιους έστειλε και εμόρφωσε στη Ρουμανία η ίδια προπαγάνδα, διακηρύττουν σήμερα την ελληνική εθνική τους καταγωγή. Γιά το λόγο αυτό πολύ σπάνια μεταχειρίζεται η ρουμανική προπαγάνδα αυτούς για τους σκοπούς της. Στο παρελθόν παρεσύρθησαν πολλοί από το χρήμα και γιατί ήθελαν να γλυτώσουν από τους διωγμούς των Τουρκικών αρχών και των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Παρεσύρθησαν και μερικοί συμφεροντολόγοι και μερικοί απλοϊκοί, γιατί νόμιζαν πως πτωχοί αυτοί και ασήμαντοι μπορούσαν να καμαρώνουν γιατί ανήκουν σε κράτος και έθνος πλούσιο και ευρωπαϊκό και όχι στη μικρή και φτωχή Ελλάδα, όπως τους έλεγαν οι προπαγανδιστές.
Παρεσύρθησαν ακόμη και κατά την περίοδο της 'Ελληνικής διοικήσεως όσοι είχαν η ενόμιζον ότι είχαν αφορμές να είναι δυσαρεστημένοι εναντίον της Ελληνικής διοικήσεως και όσοι με τις δικές των δυνάμεις δεν μπόρεσαν να ορθοποδήσουν και να προοδεύσουν.
Είναι ενδεχόμενο, στις σημερινές εξαιρετικά δυσχερείς ημέρες, που περνά η πατρίδα μας, να παρασυρθούν και μερικοί ακόμη, εάν βρεθούν με μειωμένη την αντοχή του έθνικου των αισθήματος. Αλλά τίποτε δε θα μπορέση να παρασύρη τη μεγάλη πλειοψηφία των Βλάχων, οι όποιοι καλά το ξεύρουν πως στις φλέβες των ρέει αγνό ελληνικό αίμα, και οι όποιοι βλέπουν πάντα και ακολουθούν το δρόμο που χάραξαν και ακολούθησαν οι πρόγονοί των, οι μεγάλοι εθνικοί εργάται και πασίγνωστοι Έλληνες βλάχοι, που διακρίθηκαν πάντοτε στους εθνικούς αγώνες.
Η Ρουμανική προπαγάνδα, επειδή δεν ημπορεί να εύρη κανένα εθνολογικό στήριγμα για να αποδείξη ότι οι βλάχοι είναι Ρουμάνοι, δεν θα μπορέση να παρασύρη παρά μόνον δυστυχείς και ανοήτους.
Οι Βλάχοι δεν είναι δυνατόν να ξεχάσουν τους αγώνες των και τους αγώνες των προγόνων των για την ελευθερία των Ελληνικών επαρχιών•
Καυχώνται και θα καυχώνται πάντοτε γιατί ο πρωτοψάλτης και πρωτομάρτυς της ελευθερίας Ρήγας ο Φεραίος ήταν Βλάχος•
καμαρώνουν γιατί ένας από τους πρώτους Ελληνας πρωθυπουργούς ο Ι. Κωλέτης ήταν Βλάχος•
αναψέρουν με υπερηφάνεια ότι οι πρώτοι μεγάλοι αγωνιστές Νικοτσάρας, Ευθύμιος Βλαχάβας και Γεωργάκης Όλύμπιος ήσαν Βλάχοι.
Οι μεγαλύτεροι ευεργέται του Έθνους, που διέθεσαν όλη τους την περιουσία για να κοσμήσουν την 'Ελλάδα με μεγαλοπρεπέστατα οικοδομήματα ήσαν Βλάχοι.
Άβέρωψ, Τοσίτσας, Ζωσιμάδαν, Σίνας κ. λ. π.
Βλάχοι επίσης ήσαν και οι μεγάλοι ποιηταί Ζαλοκώστας και Κρυστάλλης και ο μεγάλος ιστορικός και πολιτικός Σπ. Λάμπρος, που εδόξασε το Πανεπιστήμιο των Αθηνών με τις ανεξάντλητες επιστημονικές εργασίες του.
Και σήμερα πολλοί επιστήμονες και άλλοι, που διακρίνονται σε όλους τους κλάδους της Ελληνικής Διοικήσεως, είναι Βλάχοι, οι όποιοι επαξίως κατέχουν και τιμούν τις θέσεις των.
Το όψιμο ενδιαφέρον της Ρουμανικής προπαγάνδας και η υστερόβουλη προστασία που τους θπόσχεται δεν θα μπορέση να επηρεάσουν τους αγνούς Βλάχους, γιατί κάθε προσπάθεια που θα καταβάλη η προπαγάνδα για να εκμεταλλευθή τη σημερινή γενική δυστυχία του Ελληνικού λαού θα προσκόψη στο απόρθητο και ακατάβλητο τείχος του πατριωτισμού των αγνών Ελλήνων Βλάχων.
Η Κουτσοβλαχική γλώσσα
Κατά τον ΙΑ' αιώνα το Βυζαντινό Κράτος απασχολήθηκε με το ζήτημα των ξενοφώνων πληθυσμών, που κατοικούσαν σε ορεινά μέρη της Ηπείρου, της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας, της Αλβανίας ή και πιο πάνω ακόμη.
Στα μέρη αυτά υπήρχον διάφορες περιοχές, όπου οι κάτοικοι μιλούσαν μια παρεφθαρμένη Λατινική διάλεκτο, που μοιάζει κάπως με τη ρουμανική γλώσσα καθώς διαμορφώθηκε στη Δακοβλαχία.
Οι Βυζαντινοί φαίνεται πως δεν εξέτασαν σοβαρά το ζήτημα αυτό και γιαυτό δεν μας άφησαν καμμιά ιστορική πληροφορία, που να μας εξηγεί πως προήλθε και δημιουργήθηκε η γλωσσική αυτή διάλεκτος, που μιλήθηκε από τη μικρά αυτή μειονότητα των κατοίκων μερικών ορεινών χωρίων, ορισμένων περιοχών του Ελληνικού κράτους.
Μερικοί συγγραφείς εξέφεραν γνώμες αόριστες και ασαφείς, στις όποιες προσπαθούν να εξηγήσουν την καταγωγήν των ανθρώπων αυτών, που μιλούν αυτό το γλωσσικό ιδίωμα.
Οι γνώμες αυτές όλες δεν στηρίζονται σε αποδείξεις ιστορικές.
Με το πέρασμα του χρόνου και όταν οι Τούρκοι κατάκτησαν τη Χερσόνησο του Αίμου, πολλοί 'Έλληνες διωρίστηκαν Ηγεμόνες στη Μολδαυία και Βλαχία.
Αυτό το γεγονός έγινε αιτία να έλθουν οι 'Έλληνες σε στενώτερη επαφή με τους πληθυσμούς, που ζούσαν στις Ηγεμονίες αυτές, οι όποιοι ωνομάσθηκαν με το κοινό όνομα Βλάχοι και η γλώσσα τους Βλαχική η τα Βλάχικα.
Έτσι και εκείνοι που κατοικούσαν στα ορεινά μέρη του υποδούλου Ελληνισμού και μιλούσαν τη συγγενική προς τη Βλαχική γλώσσα διάλεκτο ωνομάσθηκαν Κουτσόβλαχοι από τη γλώσσα τους, που ωνομάσθηκε Κουτσοβλαχική, δηλαδή παρεφθαρμένη Βλαχική.
Η Εθνική τους συνείδηση.
Οι βουνήσιοι αυτοί πληθυσμοί ποτέ δεν παραδέχθηκαν την ονομασία «Κουτσόβλαχοι» γιατί
την θεωρούσαν ταπεινωτική.
Προτιμούσαν να ονομάζωνται «Ελληνόβλαχοι» η «ορεινοί Έλληνες Βλάχοι».
Η λέξις Βλάχος έχει τη σημασία του ορεσιβίου Έλληνος ποιμένος σε όλη την 'Ελλάδα και όχι μόνο στις περιοχές, που μιλήθηκε η Κουτσοβλαχική γλώσσα.
Ύστερώτερα ωνομάσθηκαν «Άρρουμούνοι» από μερικούς στην αρχή δέχτηκαν το όνομα αυτό γιατί τους προσείλκυσε το πρώτο στερητικό α, το όποιον κατ’ αυτούς εφανέρωνε ότι δεν ήσαν «Ρουμούνοι», αλλά και το όνομα αυτό γρήγορα το άφήκαν και με πείσμα δέχονται να λέγωνται μόνο «Βλάχοι» όπως και όλοι οι ορεινοί ποιμένες της Στερεάς Ελλάδος και της Πελοποννήσου, γιατί έτσι πιστεύουν ότι φανερώνουν καλύτερα την Ελληνικότητά τους.
Οι Βλάχοι αυτοί σε όλη την ιστορική ζωή του Έθνους μας στάθηκαν οι πιο γνήσιοι Έλληνες και στις ευτυχείς και στις δύσκολες ημέρες και διακρίθηκαν στην πρώτη γραμμή των εθνικών αγώνων και του Ελληνικού εμπορίου και του Ελληνικού πολιτισμού και όταν ζούσαν στον τόπο τους και όταν αποδημούσαν σε ξένες χώρες.
Και ως το τέλος του περασμένου αιώνα, όταν για πρώτη φορά ανακινήθηκε από τη Ρουμανική Προπαγάνδα το Κουτσοβλαχικό ζήτημα, ουδέποτε παρουσιάστηκε ούτε η παραμικρότερη αμφιβολία για την Ελληνικότητα των πληθυσμών αυτών.
Αυτοκράτωρ Τραιανός
Η καταγωγή των Ρουμάνων.Είναι αξακριβωμένο από την ιστορία ότι ο λαός της Ρουμανίας δημιουργήθηκε στα βουνά της Τρανσυλβανίας, στο Βανάτο, τη Βουκοβίνα και τη Βεσσαραβία από την ανάμιξη των εντοπίων Δακοθρακικών πληθυσμών με τους Ρωμαίους αποίκους που από κάθε γωνία του απέραντου Ρωμ. Κράτους, έστειλε εκεί ο αυτοκράτωρ Τραιανός τον πρώτον αιώνα μ. X. για πολιτικούς και στρατιωτικούς λόγους.
Όταν δηλαδή ο αυτοκράτωρ Τραϊανός κατέκτησε τη Δακία έστειλε πολλούς αποίκους για να συνδέση πιο στενά την επαρχία αυτή με το Ρωμαικό Κράτος και να δημιουργήση έτσι εκεί ένα ισχυρό στήριγμα της αυτοκρατορίας εναντίον των επιδρομών των άλλων λαών και των Σλαύων, που κατοικούσαν βορειότερα.
Από την ανάμιξη αυτή των Ρωμαίων αποίκων με τους εντοπίους δημιουργήθηκε νέο γλωσσικό ιδίωμα, η τοπική λατινική διάλεκτος, που ωνομάστηκε αργότερα Ρουμανική.
Γιατί οι Έλληνες Βλάχοι δεν είναι Ρουμάνοι.
Από την Τρανσυλβανία, τα Βανάτο, τη Βουκοβίνα και τη Βεσσαραβία απλώθηκαν οι Ρουμάνοι στις απέραντες και πλούσιες πεδιάδες του Δούναβη μετά τον 11ον αιώνα, όταν oι Πετσενέγοι και οι Κουμάνοι, που ζούσαν εκεί ως τότε καταστράφηκαν ολότελα από τους Βυζαντινούς και έσβησε το όνομά τους από την ιστορία.
Ούτε λογικό ούτε εύλογο είναι να παραδεχτούμε ότι οι Ρουμάνοι άφησαν τις πλούσιες και εύφορες πεδιάδες της Βλαχίας και ήλθαν να αποικίσουν τις άγονες και πετρώδεις περιοχές των Μακεδονικών και Ηπειρωτικών βουνών.
Στις περιοχές αυτές κατοικούσαν πολλοί εντόπιοι, ασχολούμενοι κατά τα πλείστον εις την κτηνοτροφίαν, όπως συμβαίνει και σήμερον στις ίδιες περιοχές και σε άλλες ορεινές περιοχές της Ελλάδος.
’Ας μη ξεχνάμε ακόμη ότι στα ορεινά και απρόσιτα αυτά χωριά κατέφευγαν και πολλοί κάτοικοι από τις πεδιάδες για να αποφεύγουν τα δεινά των επιδρομών και των πολέμων, που διαρκώς ερήμωναν τους κάμπους, ώστε τα ορεινά χωριά ήσαν πάντοτε πυκνά κατωκημένα.
Γιατί δεν είναι απόγονοι Ρωμαίων αποίκων.
Δεν μπορεί επίσης κανείς να παραδεχθή ότι οι σημερινοί Έλληνες Βλάχοι είναι απόγονοι Ρωμαίων άποίκων, όπως είναι οι Ρουμάνοι.
Οι Ρωμαίοι, που είχαν κατακτήσει όλη την Ευρώπη και μέρος της Ασίας και της Αφρικής, είχαν στη διάθεσή τους να διαλέξουν τα πιο εύφορα μέρη για να στείλουν εκεί αποίκους.
Φυσικά δεν μπορεί να ευσταθήση ο συλλογισμός ότι προτίμησαν από τις εύφορες πεδιάδες τα κατσάβραχα της Μακεδονίας και της Ηπείρου.
Όσες άλλως τε αποικίες αναφέρονται ότι έγιναν στην Ελλάδα όλες έγιναν σε πεδινά και εύφορα μέρη όπως είναι οι Φίλιπποι, η Πέλλα, το Δίον, κ.λ.π.
Ο σοφός καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαικός κ. Κεραμόπουλος, στην περισπούδαστη μελέτη του : « Τι είναι οι Κουτσόβλαχοι », μας δίνει μια σαφή εξήγηση.
Άποδεικνύει οτι ο εκλατινισμός της γλώσσης των μη λατινικών αυτών πληθυσμών οφείλεται στη στρατολογία των πληθυσμών, την οποίαν έκαμναν οι Ρωμαίοι.
Οι Ρωμαίοι δηλαδή εστράτευον υποχρεωτικώς άνδρας από τες διάφορες επαρχίες του κράτους των και τους κατέτασσον επί είκοσι έτη εις τις Ρωμαικές Λεγεώνες η επί 25 έτη εις τα επικουρικά στρατεύματα.
Οι άνδρες αυτοί εξεπέμποντο, όπου επέβαλλε κάθε φορά η ανάγκη του Ρωμαικού Κράτους.
'Όλοι αυτοί οι στρατευόμενοι θέλοντας και μη εμάθαιναν τη λατινική γλώσσα τις πιο πολλές φορές όχι τέλεια.
Την ίδια υποχρέωση είχαν και oι υιοί των κατ’ αυτόν τον τρόπον στρατευομένων.
Έπρεπε δηλαδή και αυτοί να υπηρετήσουν στρατιώτες όπως οι πατέρες των και γιαυτόν το λόγο μάθαιναν και αυτοί λατινικά και έτσι με την πάροδο των ετών βρέθηκαν οικογένειες, που μιλούσαν μια γλώσσα επηρεασμένη πολύ από τη λατινική.
Επειδή δε όσοι κατοικούσαν τα ορεινά , πτωχά και άγονα εδάφη, με ευχαρίστηση εδέχοντο τη στρατολογία του είδους αυτού και επειδή εις τα μέρη είδικώς εκείνα, εις τα όποια ομιλείται σήμερα το λατινογενές αυτά γλωσσικό ιδίωμα, εγίνετο ευρύτερη στρατολογία, διότι αι ανάγκαι του τόπου άπαιτουσαν την έγκατάσταση φρουρών για να καταστέλλουν τη ληστεία και να έξασφαλίζουν διόδους, γιαυτόν το λόγο το γλωσσικό αυτό ιδίωμα επεκράτησε εκεί ευχερέστερα.
Όλοι αυτοί, που κατετάσσοντο στους λεγεώνες, γύριζαν όταν συνεπλήρωναν τη θητεία τους στα σπίτια τους.
Και όσοι μεν κατοικούσαν στους κάμπους, όπου ο πληθυσμός ήταν πυκνότερος ξανάρχιζαν να μιλούν την ελληνική γλώσσα.
Όσοι όμως κατοικούσαν στα ορεινά μέρη, επειδή διαρκώς σαυτά υπήρχαν ρωμαίοι φρουροί, οι όποιοι μολονότι ήσαν εντόπιοι ήσαν όμως και υποχρεωμένοι να μιλάν τη λατινική γλώσσα, ευρίσκοντο και αυτοί στην ανάγκη να διατηρήσουν το λατινογενές ιδίωμα, που έμαθαν στο στρατό και το όποιο σιγά σιγά επεβλήθη και απέμεινε η μόνη γλώσσα.
Μία Παράδοση για την Κουτσοβλαχική γλώσσα.
Στην Ηπειρο και Θεσσαλία οι Βλάχοι διατηρούν την παράδοση πως η γλώσσα τους δημιουργήθηκε, όταν οι Ρωμαίοι κατακτηταί εγκατέστησαν μόνιμες φρουρές στα περάσματα των βουνών, (στις κλεισούρες), και στα γειτονικά χωριά.
Οι στρατιώτες αυτοί, φυσικά, μιλούσαν Λατινικά.
Γι αυτό το λόγο οι εντόπιοι 'Έλληνες, όσοι αναγκαστικά είχαν μαζί τους συναλλαγές, αναγκάστηκαν να μάθουν τις Λατινικές λέξεις, που τους ήσαν απαραίτητες για να συνεννουύνται με αυτούς.
αυτές οι παρεφθαρμένες Λατινικές λέξεις μαζί με τις ελληνικές δημιούργησαν ένα γλωσσικό ιδίωμα, που διαδόθηκε στον πολύ κόσμο, ο όποιος δε μπορούσε να διατηρήση δυό γλώσσες.
Μόνο οι πιο μορφωμένοι από αυτούς, οι έμποροι και γενικά όσοι πήγαιναν στις πόλεις διατήρησαν παράλληλα και την ελληνική μητρική τους γλώσσα.
Το ίδιο φαινόμενο το βλέπομε και στους Βλάχους της Αλβανίας, τους Άρβανιτόβλαχους, που έχουν στη γλώσσά τους τις ίδιες Λατινικές λέξεις, τις όποιες έχουν και οι Βλάχοι της 'Ελλάδος.
Οι άλλες λέξεις των Άρβανιτοβλάχων είνε άρβανίτικες και είναι περίπου οι ίδιες με τις ελληνικές λέξεις των Βλάχων της Ελλάδος.
Από αυτό μπορεί να βγάλη κανείς το συμπέρασμα ότι οι Βλάχοι της 'Ελλάδος και οι Άρβανιτόβλαχοι της Αλβανίας επήραν από τη Λατινική γλώσσα μόνο τις λέξεις, που τους εχρειάζοντο για να συνεννοούνται με τους Ρωμαίους και διατήρησαν τις υπόλοιπες λέξεις της δικής τους γλώσσας.
Γιά την Ηπειρο, Θεσσαλία και τα περισσότερα Κουτσοβλαχικά χωριά της Μακεδονίας η παράδοση αυτή επικυρώνεται από το ότι τα Κουτσοβλαχικά χωριά ευρίσκονται όπου υπάρχουν ορεινά περάσματα και δρόμοι, που εξυπηρετούσαν την κίνηση και το σύνδεσμο των Ρωμαϊκών στρατευμάτων από τα παράλια της Ηπείρου προς τη Μακεδονία και τη Θεσσαλία. Αντίθετα πάλι στις ορεινές περιοχές, που δεν παρουσιάζουν τέτοια περάσματα, η όπου τα χωριά είναι μακρυά από αυτά, δεν υπάρχουν Κουτσόβλαχοι.
Επίσης ανάμεσα στις Κουτσοβλαχικές περιοχές έχομε και χωριά, που οι κάτοικοί τους δεν μιλούσαν ποτέ Κουτσοβλαχικά.
Και από την Κουτσοβλαχική αυτή παράδοση, που δε στηρίζεται σε ιστορικές πηγές, και από την ιστορική ερευνά του κ. Κεραμοπούλου βγαίνει το ίδιο συμπέρασμα, ότι δηλαδή η Κουτσοβλαχική γλώσσα των ορεινών χωρίων της 'Ελλάδος επεβλήθη η από τις Ρωμαικές φρουρές, που είχαν έγκατασταθή στα περάσματα των βουνών (κλεισούρες) η από τη στρατολογία πληθυσμού ελληνικού.
Και στις δυό περιπτώσεις εκείνοι που δέχτηκαν τη λατινική γλώσσα δεν ήσαν Ρωμαίοι, αλλά ήσαν 'Έλληνες, όπως και όλοι οι άλλοι που κατοικούσαν στα γειτονικά χωριά.
ΟΙ ΡΟΥΜΑΝΙΚΕΣ ΑΞΙΩΣΕΙΣ
Γιατί η Ρουμανία διεκδικεί τους Κουτσοβλάχους.
Καμμιά ιστορική πηγή η εύλογη αφορμή τους δεν φανερώνει σχέση των Βλάχων της Ελλάδος με το Ρουμανικό Κράτος• άντίθετα η γνώση της ιστορίας και της ζωής του τόπου βεβαιώνει ότι σε περασμένες εποχές πλήθος 'Ελλήνων είχε εγκατασταθή στη Ρουμανία, κανένας δε Ρουμάνος δεν ήλθε να εγκατασταθή στην Ελλάδα.
Οι κάτοικοι των πτωχών ορεινών μερών της Ελλάδος ταξιδεύοντας για εμπόριο σ’ όλο τον κόσμο έφθαναν έως τα τελευταία χρόνια και στην πλούσια Βλαχία, όπου η παρουσία των 'Ελλήνων Ηγεμόνων εξησφάλιζε στους Ελληνες έμπόρους έξαιρετική προστασία. Γι’ αυτό σε όλες τις περιοχές της Μολδαβίας και Βλαχίας και προ πάντων στα παράλια και στις πολιτείες, που βρίσκονται κοντά στο Δούναβη, δημιουργήθηκαν πλούσιες και ακμαίες ελληνικές παροικίες, που αποτελούσαν την αριστοκρατία στο πνεύμα και στο χρήμα.
Στον αποικισμό αυτόν σημαντικά αντιπροσωπεύοντο η Ήπειρος και η Δυτική Μακεδονία. Παρά πολλές οικογένειες της Ηπείρου είχαν « σπίτια και χωράφια στη Βλαχιά », όπως λένε στα Ηπειρωτικά χωριά, το δε ήπειρωτικό τραγούδι του Ρόβα, που « ξεκίνησε εις τη Βλαχιά να πάη », δείχνει ότι οι Έλληνες, που είχαν προοδεύσει στο εμπόριο και σε άλλες επιχειρήσεις, ταξίδευαν στη Ρουμανία για να εκμεταλλεύωνται τον πλουτό της.
Ευκολονόητο είναι ότι πολλοί από τους Έλληνες, που εγκατασταθήκαν στη Ρουμανία, ήσαν και Βλάχοι της Ηπείρου, Μακεδονίας και Θεσσαλίας και ότι για την ομοιότητα της γλώσσης κάμποσοι από αυτούς αφωμοιώθηκαν προς τους κατοίκους, όπως έγινε και με πολλούς άλλους Έλληνες αποίκους.
Ήταν αργότερα η Μολδαυία και η Βλαχία έγιναν 'Ηγεμονία και πριν aκόμα αυτή aποκτήση την oλική aνεξαρτησία της, φανερώθηκαν πολύ λίγοι και από τους Ρουμούνους πατριώτες και από τους Βλάχους που είχαν άφομοιωθή, οι όποιοι καλλιεργούσαν τη γνώμη πως υπήρχε φυλετική συγγένεια μεταξύ των Ρουμούνων και των Βλάχων της Ελλάδος.
Τότε για πρώτη φορά εγύρισεν από τη Ρουμανία στην Ελλάδα ο Βλάχος Απόστολος Μαργαρίτης και επιχείρησε την προπαγάνδα του, προσπαθώντας να παρασύρη τους συγγενείς των Ελλήνων Βλάχων που ήταν εγκατεστημένοι στις παραδουνάβειες χώρες.
Δεν μπόρεσε όμως να επιτύχη τίποτε σοβαρό γιατί οι Βλάχοι δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τον εθνισμό τους.
Η επίσημη Ρουμανία δεν φαινόταν ποτέ κατά την εποχή αυτή να υποστηρίζή καμμιά διεκδίκηση για τους Έλληνες Βλάχους.
Χάρτης Συνθήκης Αγίου Στεφάνου
Άλλα όταν η Ρωσία με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου πήρε από τη Ρουμανία την ευφορώτατη νότια Βεσσαραβία, της οποίας όλοι σχεδόν οι κάτοικοι ήσαν Ρουμάνοι, και δε δικαιώθηκε από τη συνθήκη του Βερολίνου, η όποια της αφήκε μόνο τη Β. Δοβρουτσά όχι όμως και τη Βεσσαραβία, η προσοχή της Ρουμανίας στράφηκε ολοκληρωτικά στην απελευθέρωση των σκλαβωμένων Ρουμάνων, που ζούσαν στην Τρανσυλβανία, το Βανάτο, τη Βουκοβίνα και τη Βεσσαραβία. 'Όλες αυτές οι επαρχίες είχαν προσαρτηθή στην Αυστρουγγαρία και τη Ρωσία.
Κάθε όμως προσπάθεια για την απελευθέρωση των επαρχιών αυτών μοιραία θα έφερνε το νεαρό Κράτος της Ρουμανίας σε σύγκρουση προς τις δύο αυτές μεγάλες δυνάμεις και φυσικά τέτοια προσπάθεια θα ήταν πολύ επικίνδυνη για το νεαρό ρουμανικά Κράτος.
Γι’ αυτό οι πολιτικοί της Ρουμανίας αγωνίστηκαν να συγκροτήσουν και να συμπιέσουν τα όνειρα του Ρουμανικού λαού για τη φυλετική του αποκατάσταση.
Και όταν αργότερα εγινε η τριπλή συμμαχία μεταξύ Γερμανίας, Αύστρουγγαρίας και Ιταλίας, προσεχώρησε στην πολιτική επιρροή της συμμαχίας αυτής και η Ρουμανία και έτσι πέρασε μια ειρηνική εποχή τριάντα χρόνων.
Ο λαός όμως της Ρουμανίας δεν έπαυσε να δείχνη ενδιαφέρον για τους σκλάβους Ρουμούνους, που ζουσαν στην ΑύστρουγγαρΙα και τη Ρωσία.
Τότε η φημισμένη για τα μεγαλοφυή τεχνάσματά της Αυστριακή διπλωματία για να απαλλαγή από πιθανές ενοχλήσεις, που ήταν δυνατό να διαταράξουν τις φιλικές σχέσεις της με τη Ρουμανία, σκέφτηκε να απασχολήση την προσοχή του Ρουμανικού λαού με άλλο εξωτερικό ζήτημα. Βέβαια τέτοιο πρόχειρο ζήτημα ήταν η απελευθέρωση των Ρουμάνων της Βεσσαραβίας από τους Ρώσους.
Αν όμως υποκινούσε τη Ρουμανία εναντίον της Ρωσίας υπήρχεν ο κίνδυνος να προκληθή Ευρωπαϊκός πόλεμος, που δεν τον ήθελαν τότε οι Δυνάμεις της Τριπλής Συμμαχίας.
Γι’αυτό το λόγο οι Αυστριακοί πολιτικοί προσπάθησαν και πέτυχαν να στρέψουν τις φιλοδοξίες των Ρουμάνων προς τις Ευρωπαϊκές επαρχίες της Τουρκίας, που κείνη την εποχή προκαλούσαν την όρεξη πολλών Κρατών. 'Η Ρουμανία ούτε σύνορα κοινά είχε με την Τουρκία ούτε ρουμουνικούς πληθυσμούς σκλάβους στην Τουρκία. Η Αυστριακή όμως διπλωματία σκέφτηκε ότι ήταν δυνατό να δημιουργηθούν Ρουμανικές αξιώσεις με τους Ελληνας Βλάχους της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Το έπίσημο Ρουμανικό Κράτος υιοθέτησε την υπόδειξη αυτή, γιατί έτσι θα μπορούσε να απασχόληση και να αποκοιμίση το Ρουμανικό λαό, που πονούσε για τους σκλάβους Ρουμάνους, που ζούσαν στην Αύστρουγγαρία και τη Ρωσία. Έτσι η Ρουμανία δημιούργησε το Κουτσοβλαχικό ζήτημα της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας. .
Η Ρουμανική προπαγάνδα.
Άρχισε λοιπόν η Ρουμανική Κυβέρνηση να στέλνη πλήθος πρακτόρων από τη Ρουμανία
στις βλάχικες περιοχές για να προσέλκυση τους Έλληνες Βλάχους.
Οι πράκτορες αυτοί άρχισαν να προπαγανδίζουν και να λένε ότι οι Έλληνες Βλάχοι είναι Ρουμάνοι σκλάβοι και ότι η Ρουμανία ενδιαφέρεται για την απελευθέρωση τους• και επειδή σκορπούσαν χρήματα ασυλλόγιστα κατώρθωσαν να παρασύρουν με το μέρος τους μερικούς φτωχούς βλάχους, τους όποιους έπεισαν να στείλουν τα παιδιά τους στη Ρουμανία για να μορφωθούν δωρεάν και να δημιουργήσουν καλύτερη τύχη. Φυσικά το δόλωμα τούτο ήτο πολύ δελεαστικό για τους φτωχούς Βλάχους. Οι προπαγανδισταί ήταν γι’ αυτούς οι αντιπρόσωποι της θείας Προνοίας, που τους έστελνε έτσι χωρίς να το περιμένουν για να μπορέσουν να μορφώσουν τα παιδιά τους να τα κάμουν επιστήμονας η υπαλλήλους, και να τα ανυψώσουν έτσι σε ανώτερο επίπεδο ζωής και κοινωνικής θέσεως.
’Έτσι επήλθε κάποιο ρήγμα για μια στιγμή μεταξύ των Ελλήνων Βλάχων, από τους όποιους μερικοί από συμφέρον παρουσιάστηκαν φανερά ως Ρουμανίζοντες η Ρουμανόβλαχοι, αλλά ο κίνδυνος ήταν πάντα μικρός γιατί η αντίδραση της μεγάλης μάζας των Βλάχων ήταν ακατάβλητη. Μόνο μερικοί τελείως άποροι, όπως τονίσαμε, παρεσύροντο από την προπαγάνδα και αυτοί μόνον από την προσδοκία των οικονομικών ωφελημάτων, τα όποια συνεχώς τους υπέσχοντο οι πράκτορες της προπαγάνδας και οχι γιατί πίστεψαν ποτέ στα σοβαρά ότι ήταν δυνατόν οι ίδιοι να είναι Ρουμάνοι.
Oι Τούρκοι εβοήθησαν την προπαγάνδα.
Τα αποτελέσματα όμως της προπαγάνδας αυτής σχετικά με τα εκατομμύρια των χρυσών φράγκων πού εσπαταλήθηκαν γι αυτή, ήσαν πολύ πενιχρά και η Ρουμανική Κυβέρνηση επείσθηκε ότι για να επιτύχη η προπαγάνδα έπρεπε να υποστηριχθούν οι πράκτορές της από την Τουρκική Κυβέρνηση, που δε θα έχανε τίποτα, αν οι υπήκοοί της Βλάχοι δήλωναν ότι ανήκουν στο Ρουμανικό έθνος αντί στο 'Ελληνικό.
Άρχισαν λοιπόν σχετικές ενέργειες στην Τουρκική Κυβέρνηση. Η Τουρκική Κυβέρνηση από χρόνια βρισκόταν σε πολύ δύσκολη θέση, εξ αίτιας των ταραχών, που είχαν δημιουργήσει στη Μακεδονία οι Βουλγαρικές συμμορίες των κομιτατζήδων.
Το Μακεδονικό Σώμα του Παύλου Μελά
Οι θηριωδίες των Βουλγάρων δημιούργησαν το Μακεδονικό Αγώνα.Τα Ελληνικά ανταρτικά σώματα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα κατώρθωσαν να ανατρέψουν τα φιλόδοξα όνειρα της Βουλγαρικής προπαγάνδας για τον εκβουλγαρισμό όλης της Μακεδονίας και επροστάτευσαν επιτυχώς τους ελληνικούς πληθυσμούς της.
Έτσι όμως επεκράτησε μια ανώμαλη κατάσταση στη Μακεδονία, έγινε πολύς θόρυβος στις Ευρωπαϊκές εφημερίδες και οι Ευρωπαϊκές Κυβερνήσεις επέβαλαν έλεγχο στη Χωροφυλακή της Μακεδονίας και της Ηπείρου. Αξιωματικοί των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης ανέλαβαν τότε την ανώτερη Διοίκηση της Χωροφυλακής για να επιβάλουν την τάξη.
Σε τέτοια δύσκολη θέση βρισκόταν η Τουρκική Κυβέρνηση, όταν άρχισαν οι ενέργειες της Ρουμανικής Κυβερνήσεως για τους Βλάχους.
Και επειδή είχε κάθε συμφέρον να διαιρέση τις εθνότητες, που είχε υποδουλώσει και σύμφωνα με το πολιτικό δόγμα « διαίρει και βασίλευε », που ανέκαθεν Ακολουθούσε, φάνηκε πρόθυμη να εύχαριστήση την Αύστριακή διπλωματία, η οποία την επίεζε πολύ να δεχθή τις Ρουμανικές αξιώσεις. για τους Βλάχους.
Επειδή όμως δεν ήταν δυνατό να δικαιολογήση και να παραδεχθή την ύπαρξη ανυπάρκτων υπηκόων της Ρουμανικής εθνότητος, δέχτηκε μόνο το 1905 να άναγνωρίση τους Βλάχους ως ιδιαίτερο έθνος, (μελέτι) Κουτσοβλαχικό, όχι όμως ως Ρουμούνους.
Η αναγνώριση αυτή, αν και δεν ικανοποιούσε τις Ρουμανικές αξιώσεις, χρησίμεψε αρκετά στη Ρουμανική προπαγάνδα.
Οι Κουτσοβλαχικές Κοινότητες.
Έτσι οι Βλάχοι, όσοι ήθελαν, μπορούσαν να αποτελέσουν ιδιαίτερη Κουτσοβλαχική Κοινότητα με δικά της σχολεία και εκκλησίες.
Άρχισε τότε η Ρουμανική προπαγάνδα να στέλνη από τη Ρουμανία στις Κουτσοβλαχικές περιοχές όχι μόνο πράκτορες, που είχαν στη διάθεσή τους άφθονα χρήματα για την προπαγάνδα, αλλά και πλήθος δασκάλων, οι όποιοι άνοιξαν σχολεία, που τις πιο πολλές φορές είχαν περισσότερους δασκάλους από μαθητές.
Στην αρχή ίδρυσαν Οικοτροφεία, για να παρασύρουν φτωχούς Βλάχους να στείλουν τα παιδιά τους και άφησαν για υστέρα να δημιουργήσουν Κοινότητα και Εκκλησία.
Με αυτά τα μέσα πέτυχαν να παρασύρουν μερικούς Βλάχους, ιδίως στη Μακεδονία, που δήλωσαν ότι ανήκουν στην Κουτσοβλαχικήν εθνότητα για να αποφύγουν τους διωγμούς των κομιτατζήδων, οι όποιοι δεν εδίωκαν τους Ρουμανίζοντας και γιατί δεν απέδιδαν καμμιά σοβαρότητα και σημασία στην προσπάθειά τους και γιατί πίστευαν, όπως ήταν και αλήθεια, ότι η προσπάθεια αυτή στους Βλάχους εξασθενούσε τον Ελληνισμό, τον όποιον κυρίως θεωρούσαν επικίνδυνο και θανάσιμο αντίπαλο τους.
Από την άλλη μεριά η Ρουμανική προπαγάνδα προσπαθούσε με κάθε μέσο και σε κάθε περίσταση να προσελκύση οπαδούς και να δημιουργήση κίνηση υπέρ των σκοπών της στους Κουτσοβλαχικούς πληθυσμούς. Ανελάμβανε να στέλνη τα παιδιά πτωχών Κουτσοβλάχων στη Ρουμανία για να σπουδάζουν δωρεάν.
Ανεζήτει εις την Ρουμανίαν Έλληνας Βλάχους και παρείχεν εις αυτούς παροχάς και τιμές εξαιρετικές, παράσημα και διακρίσεις για να τους προσελκύση να προσχωρήσουν εις τας απόψεις της και να εργασθούν για τον αγώνά της.
Ρουμανικά σχολεία εδημιουργήθηκαν σε διάφορες κοινότητες, γυμνάσια δε και οικοτροφεία στα Γιάννενα και το Μοναστήρι. Τα γυμνάσια αυτά δίνανε στους αποφοίτους απολυτήριο που εθεωρείτο ισότιμο με το απολυτήριο των ρουμανικών γυμνασίων και έδινε στους κατόχους τη δυνατότητα για δωρεάν σπουδές στις ανώτατες σχολές του Βουκουρεστίου.
Με όλα ταύτα η Ρουμανική Προπαγάνδα είχεν εντελώς ασήμαντα αποτελέσματα.
Έτσι μερικοί από τους Βλάχους αποσπάσθηκαν από τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων Βλάχων και απετέλεσαν τους Ρουμανόβλαχους η Ρουμουνίζοντας. Η μεγάλη πλειοψηφία έμειναν φανατικοί Έλληνες.
Όταν ελευθερώθηκε η Μακεδονία και η Ήπειρος, η Ελληνική Κυβέρνηση υπεχρεώθηκε να αναγνωρίση ότι υπήρχε Κουτσοβλαχική μειονότης, που μπορούσε να διατηρή δικά της σχολεία και εκλησίες, η όποια όμως ήταν εντελώς ασήμαντη απέναντι στον όγκο των Ελλήνων Κουτσοβλάχων.
Σύμφωνα λοιπόν με την συμφωνία Βενιζέλου Ίωνέσκο, διατηρήθηκαν όσα σχολεία Ρουμανικά υπήρχαν μέχρι τότε σε Κουτσοβλαχικές Κοινότητες, και έγινε και το Ρουμανικό γυμνάσιο των Γρεβενών.
Η ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ
Άφου δεν υπάρχει καμμιά ιστορική μαρτυρία η άλλη απόδειξη ότι κάποτε κατήλθαν στα ελληνικά εδάφη της Ηπείρου, της Μακεδονίας και της Θεσσαλίας Δακορρουμούνοι, δεν είναι νοητή και παραδεχτή η γνώμη ότι υπάρχει φυλετική συγγένεια μεταξύ Ρουμάνων, και Κουτσοβλάχων της Ελλάδος.
Αντίθετα αν έγινε, και έγινε ασφαλώς, κάποια έπιμιξία μεταξύ Ελλήνων, Βλάχων και Ρουμάνων αυτή έγινε στις ρουμανικές επαρχίες, όπου εγκατασταθήκαν πολλοί Έλληνες Βλάχοι και σε πολλές περιστάσεις πολλοί από τους Βλάχους αυτούς παρέμειναν εκεί μέχρι σήμερα, έγιναν Ρουμάνοι υπήκοοι και έχασαν την ελληνική τους εθνικότητα. Έτσι μπορεί κανείς σήμερα να ισχυρισθή ότι στις φλέβες των σημερινών Ρουμάνων ρέει αίμα ελληνικό βλαχικό, σε καμμιά όμως περίπτωση, όπως τονίζει στην ειδική και εμπεριστατωμένη μελέτη του ο σοφός καθηγητής κ. Κεραμόπουλος δεν θα βρη ιστορικά στηρίγματα για να ισχυρισθή το αντίθετο, ότι δηλαδή και στις φλέβες των Ελλήνων Βλάχων της Μακεδονίας, της Ηπείρου και της Θεσσαλίας ρέει αίμα ρουμανικό.
Οι Βλάχοι της Ελληνικής Μακεδονίας, Θεσσαλίας και Ηπείρου κατά τίποτε δεν διαφέρουν από τους άλλους Έλληνας έχουν τους ίδιους πόθους και τα ιδία ιδανικά, έχουν βαθειά μέσα τους ριζωμένη την πεποίθηση ότι είναι γνήσιοι Έλληνες και ίσως και γνησιώτεροι, αν είναι δυνατό να ειπωθή, από κάθε άλλον, γιατί, επειδή έζησαν απομονωμένοι στα βουνά τους διατήρησαν αμόλυντα τα ήθη και έθιμά τους, τις παραδόσεις τους και το ελληνικό αίμα τους. Οι ίδιοι ξέρουν ότι το λατινογενές γλωσσικό ιδίωμα, που μιλούν, επεβλήθηκε στον τόπο τους και έμεινε από τον. καιρό της Ρωμαϊκής κυριαρχίας και ότι αυτό δεν μπορεί να είναι επιχείρημα σοβαρό για να αμφισβητήση κανείς την εθνικότητα τους.
’Εκτός από αυτό δεν πρόκειται έδώ για γλώσσα καθαρά λατινική, αλλά για ιδίωμα γλωσσικό, που σε δέκα λέξεις, τις όποιες χρειάζεται κανείς για να εκφράση μια σκέψη του οι 7 είναι ελληνικές και τρεις έχουν τη ρίζα τους μόνο λατινική.
Ούτε έχει καμμιά συγγένεια η Κουτσοβλαχική γλώσσα με τη Ρουμανική.
Και στις δυό γλώσσες οι λέξεις, που προέρχονται από λατινική ρίζα μοιάζουν κάπως.
Οι περισσότερες όμως λέξεις της κουτσοβλαχικής γλώσσης είναι ελληνικές ένώ στη ρουμανική γλώσσα οι λατινικές λέξεις είναι ασύγκριτα πιο πολλές από τις σλαυικές.
Έτσι η γλωσσική συνεννόηση Κουτσοβλάχου με Ρουμούνο είναι αδύνατη.
Οι προπαγανδισταί που ήλθαν στα κουτσοβλαχικά χωριά για να προπαγανδίσουν την εκ Ρουμούνων καταγωγήν των Κουτσοβλάχων ήταν αδύνατο να συνεννοηθούν με τους Έλληνας βλάχους και μόνον με χειρονομίες κατώρθωναν μια ατελή συνεννόηση. Η γλώσσα, που διδάσκουν στα Ρουμανικά Οίκοτροφεία και Σχολεία οι Ρουμάνοι δασκάλοι, είναι άγνωστη και ξένη γλώσσα στους Κουτσοβλάχους μαθητές, που αγωνίζονται και ιδρώνουν να τη μάθουν.
Από την άλλη μεριά οι δασκάλοι τους μεταχειρίζονταν ευρύτατα την κουτσοβλαχική και την ελληνική για να ερμηνεύσουν εις τα παιδιά το περιεχόμενο των διδασκομένων, ξένων στο γλωσσικό τους ιδίωμα, ρουμανικών λέξεων και φράσεων.
Όσοι Βλάχοι πορασύρθηκαν από το χρήμα και έγιναν δασκάλοι στα σχολεία αυτά, άλλη γλώσσα διδάσκουν στα σχολεία και άλλη μιλούν οι ίδιοι στα σπίτια τους και με τους ρουμανίζοντας Κουτσοβλάχους.
‘Η Ρουμανική προπαγάνδα με τα χρήματα και τα άλλα μέσα, που αναφέραμε, κατώρθωσε να αποσπάση μερικούς Βλάχους, δεν μπόρεσε όμως να πείση ούτε αυτούς ακόμη ότι είναι Ρουμάνοι. Οι περισσότεροι από τους νέους, τους όποιους έστειλε και εμόρφωσε στη Ρουμανία η ίδια προπαγάνδα, διακηρύττουν σήμερα την ελληνική εθνική τους καταγωγή. Γιά το λόγο αυτό πολύ σπάνια μεταχειρίζεται η ρουμανική προπαγάνδα αυτούς για τους σκοπούς της. Στο παρελθόν παρεσύρθησαν πολλοί από το χρήμα και γιατί ήθελαν να γλυτώσουν από τους διωγμούς των Τουρκικών αρχών και των Βουλγάρων κομιτατζήδων. Παρεσύρθησαν και μερικοί συμφεροντολόγοι και μερικοί απλοϊκοί, γιατί νόμιζαν πως πτωχοί αυτοί και ασήμαντοι μπορούσαν να καμαρώνουν γιατί ανήκουν σε κράτος και έθνος πλούσιο και ευρωπαϊκό και όχι στη μικρή και φτωχή Ελλάδα, όπως τους έλεγαν οι προπαγανδιστές.
Παρεσύρθησαν ακόμη και κατά την περίοδο της 'Ελληνικής διοικήσεως όσοι είχαν η ενόμιζον ότι είχαν αφορμές να είναι δυσαρεστημένοι εναντίον της Ελληνικής διοικήσεως και όσοι με τις δικές των δυνάμεις δεν μπόρεσαν να ορθοποδήσουν και να προοδεύσουν.
Είναι ενδεχόμενο, στις σημερινές εξαιρετικά δυσχερείς ημέρες, που περνά η πατρίδα μας, να παρασυρθούν και μερικοί ακόμη, εάν βρεθούν με μειωμένη την αντοχή του έθνικου των αισθήματος. Αλλά τίποτε δε θα μπορέση να παρασύρη τη μεγάλη πλειοψηφία των Βλάχων, οι όποιοι καλά το ξεύρουν πως στις φλέβες των ρέει αγνό ελληνικό αίμα, και οι όποιοι βλέπουν πάντα και ακολουθούν το δρόμο που χάραξαν και ακολούθησαν οι πρόγονοί των, οι μεγάλοι εθνικοί εργάται και πασίγνωστοι Έλληνες βλάχοι, που διακρίθηκαν πάντοτε στους εθνικούς αγώνες.
Η Ρουμανική προπαγάνδα, επειδή δεν ημπορεί να εύρη κανένα εθνολογικό στήριγμα για να αποδείξη ότι οι βλάχοι είναι Ρουμάνοι, δεν θα μπορέση να παρασύρη παρά μόνον δυστυχείς και ανοήτους.
Οι Βλάχοι δεν είναι δυνατόν να ξεχάσουν τους αγώνες των και τους αγώνες των προγόνων των για την ελευθερία των Ελληνικών επαρχιών•
Καυχώνται και θα καυχώνται πάντοτε γιατί ο πρωτοψάλτης και πρωτομάρτυς της ελευθερίας Ρήγας ο Φεραίος ήταν Βλάχος•
καμαρώνουν γιατί ένας από τους πρώτους Ελληνας πρωθυπουργούς ο Ι. Κωλέτης ήταν Βλάχος•
αναψέρουν με υπερηφάνεια ότι οι πρώτοι μεγάλοι αγωνιστές Νικοτσάρας, Ευθύμιος Βλαχάβας και Γεωργάκης Όλύμπιος ήσαν Βλάχοι.
Οι μεγαλύτεροι ευεργέται του Έθνους, που διέθεσαν όλη τους την περιουσία για να κοσμήσουν την 'Ελλάδα με μεγαλοπρεπέστατα οικοδομήματα ήσαν Βλάχοι.
Ο μεγάλος ευεργέτης Σίνας Γεώργιος.
Τα ονόματα τους τα ξεύρουν όλοι οι Έλληνες•Άβέρωψ, Τοσίτσας, Ζωσιμάδαν, Σίνας κ. λ. π.
Βλάχοι επίσης ήσαν και οι μεγάλοι ποιηταί Ζαλοκώστας και Κρυστάλλης και ο μεγάλος ιστορικός και πολιτικός Σπ. Λάμπρος, που εδόξασε το Πανεπιστήμιο των Αθηνών με τις ανεξάντλητες επιστημονικές εργασίες του.
Και σήμερα πολλοί επιστήμονες και άλλοι, που διακρίνονται σε όλους τους κλάδους της Ελληνικής Διοικήσεως, είναι Βλάχοι, οι όποιοι επαξίως κατέχουν και τιμούν τις θέσεις των.
Το όψιμο ενδιαφέρον της Ρουμανικής προπαγάνδας και η υστερόβουλη προστασία που τους θπόσχεται δεν θα μπορέση να επηρεάσουν τους αγνούς Βλάχους, γιατί κάθε προσπάθεια που θα καταβάλη η προπαγάνδα για να εκμεταλλευθή τη σημερινή γενική δυστυχία του Ελληνικού λαού θα προσκόψη στο απόρθητο και ακατάβλητο τείχος του πατριωτισμού των αγνών Ελλήνων Βλάχων.
0 Σχόλια