Το απόγευμα της 13ης Οκτωβρίου 1972, ένα αεροπλάνο της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης που μετέφερε 40 αθλητές μαζί με παράγοντες μίας ομάδας ράγκμπι και το πενταμελές πλήρωμα, έπεσε σε μία βουνοκορφή στις Άνδεις στα σύνορα Χιλής και Αργεντινής, σε υψόμετρο 4.200 μέτρων.
Από τους 45 επιβαίνοντες, οι 12 έχασαν τη ζωή τους στη συντριβή ή λίγο αργότερα.
Ακόμη πέντε είχαν πεθάνει μέχρι το επόμενο πρωί, και ένας υπέκυψε στα τραύματά του μετά από οκτώ ημέρες. Οι υπόλοιποι 27 επιζώντες βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις πολύ χαμηλές θερμοκρασίες που έφταναν έως και τους 40 βαθμούς Κελσίου υπό το μηδέν σε αυτό το υψόμετρο.
Τρεις ημέρες αργότερα ξεκίνησε μία επιχείρηση αναζήτησης του αεροπλάνου η οποία ακυρώθηκε μετά από οκτώ ημέρες καθώς δεν είχε αποφέρει αποτελέσματα έως τότε.
Οι επιζώντες είχαν στη διάθεσή τους ελάχιστες ποσότητες τροφής: μερικές σοκολάτες, διάφορα σνακ και μπουκάλια κρασί. Τις ημέρες που ακολούθησαν χώρισαν το φαγητό σε μερίδες και έλιωναν το χιόνι για να εξασφαλίσουν νερό. Στο βουνό, δεν υπήρχαν ζώα ή βλάστηση. Βλέποντας το φαγητό τους να λιγοστεύει οι επιζήσαντες σκέφτηκαν κάτι ανατριχιαστικό: να τραφούν από τη σάρκα των σωμάτων των νεκρών συνεπιβατών τους.
Στο βιβλίο του “Miracle in the Andes: 72 Days on the Mountain and My Long Trek Home”, ο Nando Parrado αναφορικά με την εν λόγω απόφαση γράφει:
«Σε μεγάλο υψόμετρο, οι θερμιδικές ανάγκες του οργανισμού είναι τεράστιες….. Λιμοκτονούσαμε…. Προσπαθήσαμε να φάμε λωρίδες από δέρμα από τις σκισμένες αποσκευές. Ανοίξαμε τα μαξιλάρια των καθισμάτων ελπίζοντας να βρούμε άχυρο…. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο εδώ εκτός από πάγο, αλουμίνιο, πλαστικό και βράχους.
Όλοι οι επιβάτες ήταν Ρωμαιοκαθολικοί…. Κάποιοι συσχέτιζαν τον κανιβαλισμό με το τελετουργικό της Θείας Κοινωνίας. Άλλοι ήταν επιφυλακτικοί αρχικά. Συνειδητοποιώντας ότι ήταν ο μόνος τρόπος για να παραμείνουν ζωντανοί, σύντομα άλλαξαν γνώμη».
Το πρωί της 29ης Οκτωβρίου μία χιονοστιβάδα είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους ακόμη 8 άνθρωποι. Η ομάδα των επιζώντων θεωρούσε πλέον ότι έπρεπε να αναζητήσουν βοήθεια πέρα από τα βουνά. Μία τριμελής ομάδα ξεκίνησε την πορεία στο χιονισμένο βουνό με την ελπίδα ότι θα κατάφερναν να φτάσουν στη Χιλή και να επιστρέψουν στο σημείο της συντριβής για να σώσουν τους υπόλοιπους που θα έμεναν πίσω.
Μετά από αρκετές ώρες περπάτημα προς τα ανατολικά βρήκαν την ουρά του αεροπλάνου η οποία δεν είχε υποστεί σοβαρή ζημιά. Μέσα και γύρω από την ουρά υπήρχαν βαλίτσες με τσιγάρα, καραμέλες, καθαρά ρούχα ακόμη και κόμικς. Η τριμελής ομάδα αποφάσισε να περάσει εκεί τη νύχτα και να συνεχίσει την πεζοπορία το επόμενο πρωί. Την επομένη, σχεδόν παγωμένοι μέχρι θανάτου, θεώρησαν ότι θα ήταν σοφότερο να αφαιρέσουν τις μπαταρίες από την ουρά και να επιστρέψουν στην άτρακτο από όπου θα έστελναν σήματα SOS με τον ασύρματο του αεροπλάνου.
Οι μπαταρίες ήταν πολύ βαριές κι έτσι γύρισαν στην άτρακτο, απέσπασαν τον ασύρματο και κατευθύνθηκαν πάλι πίσω στην ουρά. Οι προσπάθειές τους να θέσουν τον ασύρματο σε λειτουργία απέτυχαν. Το ταξίδι πέρα από το βουνό ήταν πλέον η μόνη τους ελπίδα για να βρουν βοήθεια.
Στις 12 Δεκεμβρίου 1972, δύο μήνες μετά τη συντριβή, οι Parrado, Canessa και Vizintín ξεκίνησαν το ταξίδι μέχρι το βουνό. Την τρίτη ημέρα του οδοιπορικού, ο Parrado έφτασε πρώτος στην κορυφή από όπου μακριά στον ορίζοντα διέκρινε την κόκκινη κοιλάδα της Χιλής. Οι Parrado και Canessa συνέχισαν να περπατάνε στο βουνό ακολουθώντας το ρέμα ενός ποταμού, στο τέλος του οποίου συνάντησαν ντόπιους κατοίκους.
Μερικές ημέρες αργότερα ο Parrado οδήγησε ομάδες διάσωσης με ελικόπτερα στο σημείο της συντριβής της πτήσης 571 της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης, όπου βρίσκονταν οι υπόλοιποι επιζώντες.
Η απίστευτη αυτή ιστορία για την επιβίωση, τη δύναμη της ελπίδας, και τις ανθρώπινες αντοχές, έγινε ταινία και κυκλοφόρησε το 1993 με τον τίτλο «Οι Επιζήσαντες».
Τρεις ημέρες αργότερα ξεκίνησε μία επιχείρηση αναζήτησης του αεροπλάνου η οποία ακυρώθηκε μετά από οκτώ ημέρες καθώς δεν είχε αποφέρει αποτελέσματα έως τότε.
Οι επιζώντες είχαν στη διάθεσή τους ελάχιστες ποσότητες τροφής: μερικές σοκολάτες, διάφορα σνακ και μπουκάλια κρασί. Τις ημέρες που ακολούθησαν χώρισαν το φαγητό σε μερίδες και έλιωναν το χιόνι για να εξασφαλίσουν νερό. Στο βουνό, δεν υπήρχαν ζώα ή βλάστηση. Βλέποντας το φαγητό τους να λιγοστεύει οι επιζήσαντες σκέφτηκαν κάτι ανατριχιαστικό: να τραφούν από τη σάρκα των σωμάτων των νεκρών συνεπιβατών τους.
Στο βιβλίο του “Miracle in the Andes: 72 Days on the Mountain and My Long Trek Home”, ο Nando Parrado αναφορικά με την εν λόγω απόφαση γράφει:
«Σε μεγάλο υψόμετρο, οι θερμιδικές ανάγκες του οργανισμού είναι τεράστιες….. Λιμοκτονούσαμε…. Προσπαθήσαμε να φάμε λωρίδες από δέρμα από τις σκισμένες αποσκευές. Ανοίξαμε τα μαξιλάρια των καθισμάτων ελπίζοντας να βρούμε άχυρο…. Δεν υπήρχε τίποτε άλλο εδώ εκτός από πάγο, αλουμίνιο, πλαστικό και βράχους.
Όλοι οι επιβάτες ήταν Ρωμαιοκαθολικοί…. Κάποιοι συσχέτιζαν τον κανιβαλισμό με το τελετουργικό της Θείας Κοινωνίας. Άλλοι ήταν επιφυλακτικοί αρχικά. Συνειδητοποιώντας ότι ήταν ο μόνος τρόπος για να παραμείνουν ζωντανοί, σύντομα άλλαξαν γνώμη».
Το πρωί της 29ης Οκτωβρίου μία χιονοστιβάδα είχε ως αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους ακόμη 8 άνθρωποι. Η ομάδα των επιζώντων θεωρούσε πλέον ότι έπρεπε να αναζητήσουν βοήθεια πέρα από τα βουνά. Μία τριμελής ομάδα ξεκίνησε την πορεία στο χιονισμένο βουνό με την ελπίδα ότι θα κατάφερναν να φτάσουν στη Χιλή και να επιστρέψουν στο σημείο της συντριβής για να σώσουν τους υπόλοιπους που θα έμεναν πίσω.
Μετά από αρκετές ώρες περπάτημα προς τα ανατολικά βρήκαν την ουρά του αεροπλάνου η οποία δεν είχε υποστεί σοβαρή ζημιά. Μέσα και γύρω από την ουρά υπήρχαν βαλίτσες με τσιγάρα, καραμέλες, καθαρά ρούχα ακόμη και κόμικς. Η τριμελής ομάδα αποφάσισε να περάσει εκεί τη νύχτα και να συνεχίσει την πεζοπορία το επόμενο πρωί. Την επομένη, σχεδόν παγωμένοι μέχρι θανάτου, θεώρησαν ότι θα ήταν σοφότερο να αφαιρέσουν τις μπαταρίες από την ουρά και να επιστρέψουν στην άτρακτο από όπου θα έστελναν σήματα SOS με τον ασύρματο του αεροπλάνου.
Οι μπαταρίες ήταν πολύ βαριές κι έτσι γύρισαν στην άτρακτο, απέσπασαν τον ασύρματο και κατευθύνθηκαν πάλι πίσω στην ουρά. Οι προσπάθειές τους να θέσουν τον ασύρματο σε λειτουργία απέτυχαν. Το ταξίδι πέρα από το βουνό ήταν πλέον η μόνη τους ελπίδα για να βρουν βοήθεια.
Στις 12 Δεκεμβρίου 1972, δύο μήνες μετά τη συντριβή, οι Parrado, Canessa και Vizintín ξεκίνησαν το ταξίδι μέχρι το βουνό. Την τρίτη ημέρα του οδοιπορικού, ο Parrado έφτασε πρώτος στην κορυφή από όπου μακριά στον ορίζοντα διέκρινε την κόκκινη κοιλάδα της Χιλής. Οι Parrado και Canessa συνέχισαν να περπατάνε στο βουνό ακολουθώντας το ρέμα ενός ποταμού, στο τέλος του οποίου συνάντησαν ντόπιους κατοίκους.
Μερικές ημέρες αργότερα ο Parrado οδήγησε ομάδες διάσωσης με ελικόπτερα στο σημείο της συντριβής της πτήσης 571 της Πολεμικής Αεροπορίας της Ουρουγουάης, όπου βρίσκονταν οι υπόλοιποι επιζώντες.
Η απίστευτη αυτή ιστορία για την επιβίωση, τη δύναμη της ελπίδας, και τις ανθρώπινες αντοχές, έγινε ταινία και κυκλοφόρησε το 1993 με τον τίτλο «Οι Επιζήσαντες».
0 Σχόλια