Το ότι η Ελλάδα είναι μια τουριστική χώρα δεν το αμφισβήτησε κανείς, με εξαίρεση ίσως τους κυβερνώντες από τη μεταπολίτευση μέχρι σήμερα.
Το ότι η χώρα αυτή είναι η κοιτίδα της γαστρονομίας και "μητέρα" της δυτικής κουζίνας το αμφισβητούν χωρίς...
επιχειρήματα οι γείτονές μας Τούρκοι καθώς και πολλοί Έλληνες λόγω άγνοιας.
Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που η ελληνική κουζίνα δεν έχει τη θέση που της αξίζει στα ξενοδοχεία και τα τουριστικά μας θέρετρα.
Βέβαια, αυτό δεν είναι μόνο θέμα παιδείας.
Σημαντικός παράγοντας είναι η ξενομανία μας κι αυτό το είδος της αποστροφής που έχουμε για την παράδοσή μας.
Ένα τρανό παράδειγμα αυτού είναι η περίφημη μεσογειακή διατροφή, η οποία είναι ένας μύθος που τεχνηέντως πλασαρίστηκε και τον αποδεχτήκαμε χωρίς αντίσταση.
Διότι, αγαπητοί μου, δεν υπάρχει μεσογειακή διατροφή.
Όλα άρχισαν από την περίφημη έρευνα των 7 χωρών που έγινε, αν δεν απατώμαι, το 1954, και οι 7 χώρες ήταν η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ολλανδία, η τότε Γιουγκοσλαβία, η Φιλανδία, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία.
Το αντικείμενο της έρευνας ήταν οι επιπτώσεις της διατροφής στην υγεία γενικά και στις καρδιακές παθήσεις ειδικότερα.
Επιλέχθηκαν τρεις αγροτικές περιοχές από την κάθε χώρα.
Στην Ελλάδα η μία περιοχή ήταν το Καστέλλι Πεδιάδος, 50 χλμ έξω από το Ηράκλειο, και το δείγμα στην κάθε περιοχή ήταν των 629 ατόμων.
Το 1998 η έρευνα ανακοινώθηκε και δημοσιεύτηκε πανηγυρικά σε συνέδριο στην Κρήτη, όπου και μάθαμε για το θαύμα της κρητικής διατροφής.
Απ΄όλες τις χώρες, μόνο στην Κρήτη ζούσαν ακόμα 250 περίπου από τους 620.
Σε αντιδιαστολή μ εμάς, οι Ιταλοί και οι Ισπανοί κυρίως, αλλά και οι τουριστικοί προορισμοί της Β. Αφρικής με καλαίσθητες καμπάνιες, με προσφορές, ακόμα και με τρικ, με την ψεύτικη αιγίδα της μεσογειακής διατροφής ως πανάκεια, "σπρώχνουν" τα προϊόντα τους και ανεβάζουν τον τουρισμό τους.
Γιατί, κυρίες και κύριοι, εμείς, χαμόν σεράνο, προσούτο και καπνιστό σολομό μπορούμε να βρούμε σήμερα και στο μπακάλικο της γειτονιάς.
Για να βρούμε όμως λούζα, πρέπει να πάμε στην Τήνο, για παστό να πάμε στην Αρκαδία ή τη Μεσσηνία και για σαρδέλες στη Λήμνο ή τη Μυτιλήνη.
Καλή μας φώτιση!
Ντίνος Κιούσης.
Το ότι η χώρα αυτή είναι η κοιτίδα της γαστρονομίας και "μητέρα" της δυτικής κουζίνας το αμφισβητούν χωρίς...
επιχειρήματα οι γείτονές μας Τούρκοι καθώς και πολλοί Έλληνες λόγω άγνοιας.
Ίσως αυτός να είναι και ο λόγος που η ελληνική κουζίνα δεν έχει τη θέση που της αξίζει στα ξενοδοχεία και τα τουριστικά μας θέρετρα.
Βέβαια, αυτό δεν είναι μόνο θέμα παιδείας.
Σημαντικός παράγοντας είναι η ξενομανία μας κι αυτό το είδος της αποστροφής που έχουμε για την παράδοσή μας.
Ένα τρανό παράδειγμα αυτού είναι η περίφημη μεσογειακή διατροφή, η οποία είναι ένας μύθος που τεχνηέντως πλασαρίστηκε και τον αποδεχτήκαμε χωρίς αντίσταση.
Διότι, αγαπητοί μου, δεν υπάρχει μεσογειακή διατροφή.
Όλα άρχισαν από την περίφημη έρευνα των 7 χωρών που έγινε, αν δεν απατώμαι, το 1954, και οι 7 χώρες ήταν η Ελλάδα, η Ιταλία, η Ολλανδία, η τότε Γιουγκοσλαβία, η Φιλανδία, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία.
Το αντικείμενο της έρευνας ήταν οι επιπτώσεις της διατροφής στην υγεία γενικά και στις καρδιακές παθήσεις ειδικότερα.
Επιλέχθηκαν τρεις αγροτικές περιοχές από την κάθε χώρα.
Στην Ελλάδα η μία περιοχή ήταν το Καστέλλι Πεδιάδος, 50 χλμ έξω από το Ηράκλειο, και το δείγμα στην κάθε περιοχή ήταν των 629 ατόμων.
Το 1998 η έρευνα ανακοινώθηκε και δημοσιεύτηκε πανηγυρικά σε συνέδριο στην Κρήτη, όπου και μάθαμε για το θαύμα της κρητικής διατροφής.
Απ΄όλες τις χώρες, μόνο στην Κρήτη ζούσαν ακόμα 250 περίπου από τους 620.
Σε αντιδιαστολή μ εμάς, οι Ιταλοί και οι Ισπανοί κυρίως, αλλά και οι τουριστικοί προορισμοί της Β. Αφρικής με καλαίσθητες καμπάνιες, με προσφορές, ακόμα και με τρικ, με την ψεύτικη αιγίδα της μεσογειακής διατροφής ως πανάκεια, "σπρώχνουν" τα προϊόντα τους και ανεβάζουν τον τουρισμό τους.
Γιατί, κυρίες και κύριοι, εμείς, χαμόν σεράνο, προσούτο και καπνιστό σολομό μπορούμε να βρούμε σήμερα και στο μπακάλικο της γειτονιάς.
Για να βρούμε όμως λούζα, πρέπει να πάμε στην Τήνο, για παστό να πάμε στην Αρκαδία ή τη Μεσσηνία και για σαρδέλες στη Λήμνο ή τη Μυτιλήνη.
Καλή μας φώτιση!
Ντίνος Κιούσης.
0 Σχόλια