Πέθανε σε ηλικία 87 ετών ο γερμανός συγγραφέας και ποιητής Γκύντερ Γκρας, βραβευμένος με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1999.
Ο συγγραφέας του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου» γεννήθηκε στο σημερινό Γκντασκ της Πολωνίας και πολλά από τα έργα του διαδραματίζονταν στην πόλη αυτή.
Για πολλούς, ο Γκρας ήταν η φωνή της μεταπολεμικής γενιά της Γερμανίας που έφερε το βάρος της ενοχής των προγόνων της για τις ακρότητες που διέπραξαν οι Ναζί στην Ευρώπη.
Αφότου εκδόθηκε, το 1959, το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο"» το μυθιστόρημα που έγινε παγκόσμια επιτυχία και μεταφέρθηκε στον κινηματογράφο από τον Φόλκερ Σλέντορφ, αποσπώντας το Χρυσό Φοίνικα στις Κάννες και το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας, ο Γκρας, ο μανιώδης καπνιστής πίπας με το παχύ μουστάκι, δεν σταμάτησε ποτέ να φέρνει τη χώρα του σε αντιπαράθεση με το ναζιστικό παρελθόν της.
Ο Γκύντερ Γκρας γεννήθηκε στις 16 Οκτωβρίου 1927. Ο πατέρας του ήταν Γερμανός και η μητέρα του προερχόταν από μια σλαβική μειονότητα της Πρωσίας. Έζησε την «υποδειγματική γερμανική νεότητα» της γενιάς του και σε ηλικία 11 ετών εντάχθηκε στη χιτλερική νεολαία. Το 1944 έγινε μέλος των Βάφεν Ες-Ες και πολέμησε μέχρι που αιχμαλωτίστηκε, προς το τέλος του πολέμου, από τους Αμερικανούς. Απελευθερώθηκε το 1946.
Η ζωή του τα επόμενα χρόνια ήταν μποέμικη, παρακολούθησε μαθήματα πλαστικών τεχνών, γλυπτικής και ζωγραφικής και έκανε τις πρώτες του απόπειρες να γράψει ποίηση. Τη δεκαετία του 1950 αποφάσισε να γίνει συγγραφέας,ενώ αργότερα τάχθηκε στο πλευρό των αντιφασιστών συγγραφέων της «Ομάδας 47» και του Σοσιαλδημοκράτη πολιτικού Βίλι Μπραντ.
Τα τελευταία χρόνια είχε ταχθεί ανοιχτά υπέρ του «κοκκινοπράσινου» συνασπισμού μεταξύ των Σοσιαλδημοκρατών του καγκελαρίου Γκέρχαρντ Σρέντερ με τους Πράσινους, ενώ είχε επικρίνει σφοδρά και τη «σταυροφορία» του προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους στο Ιράκ.
Το 2006 ο Γκρας παραδέχτηκε ότι στα νιάτα του ήταν μέλος των Βάφεν Ες Ες, των ειδικών δυνάμεων του χιτλερικού καθεστώτος, μια αποκάλυψη που προκάλεσε έντονες αντιδράσεις από πολιτικούς και ιστορικούς στη Γερμανία. Έξι χρόνια αργότερα προκάλεσε σάλο όταν δημοσίευσε ένα ποίημα που επέκρινε το Ισραήλ και το κατηγορούσε ότι «απειλούσε την παγκόσμια ειρήνη». Οι ισραηλινές αρχές αντέδρασαν χαρακτηρίζοντάς τον «ανεπιθύμητο πρόσωπο» στη χώρα.
Έγινε ιδιαίτερα γνωστός με το μυθιστόρημα του «Το τενεκεδένιο ταμπούρλο» που εκδόθηκε το 1959 και έγινε ταινία 20 χρόνια αργότερα. Ακολούθησαν το 1961 το «Γάτα και Ποντίκι» και το 1963 το «Σκυλίσια μέρα» που μαζί με το «Τενεκεδένιο ταμπούρλο» αποτελούν την «Τριλογία του Ντάντσιχ».
Άλλα γνωστά του έργα, που μεταφράστηκαν και στα ελληνικά, όπως και η «Τριλογία του Ντάντσιχ», είναι: «Η πρόβα της εξέγερσης των πληβείων» (1966), «Ο Μπουτ το ψάρι» (1977), «Δυσοίωνα κοάσματα» (1992), «Γράφοντας μετά το Άουσβιτς» (1993), «Ένα ευρύ πεδίο» (1995), «Ο αιώνας μου» (1999) και «Σαν τον κάβουρα» (2002).
Το 2012 ο γερμανός νομπελίστας έγραψε ποίημα με τίτλο «Η Ντροπή της Ευρώπης» προκειμένου να παρέμβει με τον δικό του τρόπο στη συζήτηση γύρω από την Ελλάδα και την στάση που τηρεί απέναντί της η Ευρώπη.
- Το ποίημα του Γκρας στα γερμανικά
«Από τη χώρα που σου έδωσε το λίκνο, και βρίσκεται κοντά στο χάος, μένεις μακριά» λέει ο Γκρας απευθυνόμενος στην Ευρώπη. «Με το ζόρι γίνεται ανεκτή η χώρα, της οποίας οι συνταγματάρχες κάποτε έβρισκαν ανοχή ως σύμμαχοι» γράφει παρακάτω.
«"Πιες, επιτέλους, πιες!" αλλά ο Σωκράτης σου επιστρέφει με οργή γεμάτο το ποτήρι» γράφει ο Γκρας, λέγοντας πως «για εσένα η Αντιγόνη φοράει μαύρα και πενθεί ο λαός, που σε φιλοξένησε». Και ο Γκρας κλείνει με την προφητεία πως η Ευρώπη «θα μαραζώσει χωρίς πνεύμα» με την απουσία της Ελλάδας.
Αν και δεν έγινε μέλος του Σοσιαλοδημοκρατικού Κόμματος, ο Γκύντερ Γκρας τάχθηκε υπέρ της σοσιαλοδημοκρατίας, υποστηρίζοντας ότι μόνο με μεταρρυθμίσεις και όχι με επαναστατική ανατροπή είναι δυνατή η οικονομική και κοινωνική αλλαγή. Έτσι, υποστήριξε την κυβέρνηση του Βίλι Μπραντ, ασκώντας της, όμως, έντονη κριτική.
Μετά την πτώση του Τείχους του Βερολίνου ο Γκρας τάχθηκε ενάντια στην ένωση των δύο Γερμανιών και πρότεινε, για τουλάχιστον μια επταετία, μια Συνομοσπονδία των δύο γερμανικών κρατών, η οποία μελλοντικά θα μπορούσε να αποκτήσει την μορφή μιας ένωσης γερμανικών κρατών.
Υπερασπίστηκε τα δικαιώματα των ρομά, υποστηρίζοντας την ανάγκη χορήγησης σε αυτούς ευρωπαϊκού διαβατηρίου, που θα τους επιτρέπει τη διαμονή σε οποιοδήποτε ευρωπαϊκό κράτος. Δημιούργησε στην Ρουμανία ένα ίδρυμα για τους Ρομά, με την ονομασία «Εταιρία για τους απειλούμενους λαούς», το οποίο κάθε χρόνο βραβεύει όσους προσπαθούν να βελτιώσουν τη ζωή των τσιγγάνων.
Ο συγγραφέας είχε αποκτήσει τέσσερα παιδιά και ζούσε μόνιμα στο Λύμπεκ, στη βόρεια Γερμανία.
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Γερμανίας, δήλωσε ότι το Βερολίνο θλίβεται βαθύτατα από την ανακοίνωση αυτής της «τραγικής είδησης».
Στον λογαριασμό του στο Twitter ο βρετανός συγγραφέας Σαλμάν Ρούσντι αποχαιρέτισε τον «πραγματικό γίγαντα, πηγή έμπνευσης και φίλο» του. «Το ταμπούρλο παίζει για σένα, μικρέ Όσκαρ», έγραψε, παραπέμποντας στον ήρωα του «Τενεκεδένιου ταμπούρλου».
0 Σχόλια