Ξιφασκία, μπάσκετ, μόντελινγκ, γυμναστική, επιχειρηματικά πλάνα, τηλεοπτικές παραγωγές. Δεν θες πολύ για να καταλάβεις πως ο νεοφώτιστος τηλεπαρουσιαστής του νέου talk show του MEGA είναι μέσα σ’ όλα
Οι λέξεις «concept», «εναλλακτικός», «χιούμορ» αλλά και οι φράσεις....
«κάτι που δεν έχετε ξαναδεί» και φυσικά «ευχαριστώ τον τάδε ή τον δείνα τηλεοπτικό σταθμό» είθισται να είναι οι πρώτες που βγαίνουν από τα χείλη ενός νέου τηλεπαρουσιαστή που αναλαμβάνει ένα νέο εγχείρημα, να παρουσιάσει δηλαδή μια νέα εκπομπή - πόσο μάλλον στην περιλάλητη εσχάτως ζώνη των late night shows.
Η ειδοποιός διαφορά στην περίπτωση του Χρήστου Ανθόπουλου είναι ότι η εκπομπή την οποία ανέλαβε να φέρει εις πέρας δεν είναι απλώς μια ιδέα, αλλά μοιάζει με τη συνισταμένη της καλής χημείας, της παρέας και της φιλίας που διατηρεί με τον Θεσσαλονικιό σκηνοθέτη και φωτογράφο Κώστα Αμοιρίδη και τον σεναριογράφο, γνωστό από τη σειρά «Singles», Γιώργο Φειδά.
Οι τρεις τους, πιστεύοντας ακράδαντα πως τελικά την ιστορία τη γράφουν οι παρέες, όπως σοφά έχει αποφανθεί δεκαετίες τώρα ο Σαββόπουλος, αποφάσισαν να υποβάλουν τη διαφορετική πρότασή τους για ένα σόου συνεντεύξεων στο MEGA. Και πήραν το πράσινο φως. Ας αφήσουμε όμως τον Χρήστο Ανθόπουλο να μας τα αφηγηθεί με τα δικά του λόγια: «Το όνομα της εκπομπής δεν μπορώ να το ανακοινώσω ακόμα. Είναι μια εναλλακτική χιουμοριστική εκπομπή συνεντεύξεων που παρουσιάζω εγώ με καλεσμένους γνωστά και αγαπημένα πρόσωπα.
Μπορεί να πρόκειται για ηθοποιούς, τραγουδιστές, αθλητές. Σε κάθε εκπομπή θα φιλοξενούμε τρία άτομα. Εχουμε κάνει μέχρι τώρα συνεντεύξεις με πολλούς, μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Πάνος Μουζουράκης. Αυτό το διάστημα έχουμε βάλει τα κεφάλια κάτω και δουλεύουμε χωρίς αύριο. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι είμαστε τρεις φίλοι. Εχουμε τόσο καλή σχέση μεταξύ μας, γεγονός που μας λύνει τα χέρια στη δουλειά. Πιστεύουμε ότι αυτό θα το εισπράξει και το κοινό. Τι καινούριο θα έχει η εκπομπή; Σίγουρα θα είναι αρκετά διαφορετικές οι συνεντεύξεις μας. Θα παίζουμε πάρα πολύ με τις τοποθεσίες των γυρισμάτων, ενώ οφείλω να πω πως οι περισσότεροι καλεσμένοι είναι ήδη φίλοι ή γνωστοί μου. Θα τους δούμε όλους όπως δεν τους έχουμε ξαναδεί και δεν τους έχουμε συνηθίσει. Θα είναι πολύ διαφορετική η εικόνα τους. Αυτό πηγάζει από την καλή σχέση που έχω μαζί τους. Η χαλαρότητα πάντα βοηθάει να γίνει μια πιο πηγαία συζήτηση. Πέρα από τα κείμενα και την αυστηρή δομή της εκπομπής θα υπάρχει και το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού. Νομίζω ότι αυτό θα μείνει κυρίως στον κόσμο», λέει και συνεχίζει: «Μας αρέσει πολύ το “Between Two Ferns” του Γαλυφιανιάκη, και ακολουθήσαμε αυτή τη λογική χιούμορ, φιλτραρισμένη όμως μέσα από τη δική μας αισθητική. Θα υπάρχει απομυθοποίηση του καλεσμένου, κάτι που νομίζω ότι το έχει μεγάλη ανάγκη ο κόσμος. Εχουμε βαρεθεί να τους ακούμε όλους να μιλάνε ξύλινα. Μη θεωρήσεις ότι θα έχουμε δραματικά στοιχεία ή κουτσομπολιό. Μιλάμε για χιούμορ με σεβασμό στον καλεσμένο. Δουλεύουμε δύο χρόνια το συγκεκριμένο concept», καταλήγει.
Ο Χρήστος Ανθόπουλος έχει το προνόμιο να είναι και ταυτόχρονα να μην είναι μέλος της ευγενούς κάστας που ενδημεί στο σελέμπριτι σύμπαν.
Υπήρξε για χρόνια μοντέλο -μάλιστα επί δύο έτη έζησε στο Μιλάνο-, θήτευσε ως υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων σε νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης, ασχολήθηκε με την παραγωγή διαφημιστικών μέσω της εταιρείας που διατηρεί με τον Αμοιρίδη και τον Φειδά, έστησε τη δική του εταιρεία ρούχων ονόματι LELE Clothing, η οποία ομολογουμένως απηχεί στις στυλιστικές επιλογές πολλών γηγενών διασημοτήτων. «Εχω κάνει διάφορα διαφημιστικά και φωτογραφήσεις. Είναι δέκα χρόνια που καταπιάνομαι με αυτά. Εβλεπα πάντα τις παραγωγές, μου άρεσε πάντα να παρακολουθώ πώς λειτουργεί το πράγμα πίσω από αυτό που φαίνεται, να κατανοώ το δημιουργικό κομμάτι. Εδινα σημασία σε όλους και προσπαθούσα να αναπτύξω μια σχέση με όλους. Δεν πήγαινα απλώς να κάνω τη δουλειά μου και να φύγω».
Αυτή τη σχέση που περιγράφει φαίνεται έτοιμος να την εξαργυρώσει τώρα από τη θέση του παρουσιαστή-οικοδεσπότη ενός talk show που θα σπάσει τα δεσμά του στούντιο και θα βγάλει αγαπημένες διασημότητες του κοινού κυριολεκτικά στον δρόμο. Η διαρκής κίνηση, η εναλλαγή, η αναθεώρηση φαίνεται να είναι στο αίμα του αν λάβει κανείς υπόψη ότι λέει όλο ενθουσιασμό πως μπορεί τη μια στιγμή να βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και την άλλη να πάρει την πρώτη πτήση για Ρώμη, να πιει έναν καφέ και να γυρίσει την επομένη.
Ποιος είναι όμως στ’ αλήθεια ο αεικίνητος Χρήστος; «Γεννήθηκα στις 3 Μαρτίου στη Φλώρινα και μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη 18 ετών για να σπουδάσω στη Γυμναστική Ακαδημία του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Δεν έχω ασκήσει ποτέ το επάγγελμα, αλλά είμαι και γυμναστής. Από μικρός ασχολούμαι με τον αθλητισμό. Εκανα πρωταθλητισμό στην ξιφασκία και μετά μπάσκετ. Η Φλώρινα έχει μεγάλη ιστορία στην ξιφασκία. Ο πατέρας μου ήταν ομοσπονδιακός προπονητής στις εθνικές ομάδες, οπότε ήταν λίγο αναμενόμενο να ασχοληθώ με το άθλημα. Ο αθλητισμός ομολογουμένως με έχει βοηθήσει πολύ στη ζωή μου. Γενικά μεγάλωσα πολύ καλά. Οπως έπρεπε. Μικρός έλεγα πάντα ότι ήθελα να γίνω ή γυμναστής, επειδή ήταν ο πατέρας μου, ή δικηγόρος, επειδή η μητέρα μου είχε τελειώσει τη Νομική. Ετσι ξεκίνησαν τα πράγματα. Στην πορεία όμως άλλαζα συνεχώς. Γενικά έχω μάθει να προσαρμόζομαι πολύ εύκολα στις καταστάσεις που εξελίσσονται. Είναι καλό να αλλάζεις και να αναθεωρείς, να μη στέκεσαι σε στερεότυπα, ειδικά στην εποχή που ζούμε», λέει.
Τα φοιτητικά χρόνια του στη συμπρωτεύουσα τα θυμάται ξέγνοιαστα και χαλαρά, όσο δηλαδή του επέτρεπαν οι υποχρεώσεις του στις ομάδες μπάσκετ του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Αετού, αλλά και στην προεθνική ομάδα παίδων με την οποία προπονούνταν. Και ύστερα ήρθε το μόντελινγκ. Προέκυψε, δεν το κυνήγησε, λέει. «Είχα μείνει δύο χρόνια στο Μιλάνο, έμεινα δύο μήνες στην Κίνα. Αυτό με βοήθησε να κάνω και την εταιρεία ρούχων, τη Lele Clothing. Στην Κίνα γύρισα παντού. Πήγα Σανγκάη, Γκουανζού. Ηταν πάρα πολύς ο κόσμος. Απίστευτα πολύς. Ηταν πάρα πολύ ωραία στην Κίνα. Δεν το περίμενα. Μόλις έφτασα στη Σανγκάη έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Ηταν ένας άλλος πολιτισμός. Πώς είναι το PC και το Apple; Ε, αυτό είναι η Κίνα. Αλλο λογισμικό, άλλος πολιτισμός», ανακαλεί προδίδοντας με το χαμόγελο τον ενθουσιασμό του. Λίγο πριν ολοκληρώσουμε την πρώτη επίσημη συνέντευξή του στα media ως παρουσιαστή μονολογεί πως στη διάρκεια της κουβέντας κάπνισε τρία από τα συνολικά πέντε τσιγάρα που επιτρέπει στον εαυτό του. Είναι αυτό που λέμε «το άγχος του πρωτάρη». Τώρα αν θα έχει και την τύχη του πρωτάρη, θα το μάθουμε αρχές Νοέμβρη, στο prime time του MEGA.
Οι λέξεις «concept», «εναλλακτικός», «χιούμορ» αλλά και οι φράσεις....
«κάτι που δεν έχετε ξαναδεί» και φυσικά «ευχαριστώ τον τάδε ή τον δείνα τηλεοπτικό σταθμό» είθισται να είναι οι πρώτες που βγαίνουν από τα χείλη ενός νέου τηλεπαρουσιαστή που αναλαμβάνει ένα νέο εγχείρημα, να παρουσιάσει δηλαδή μια νέα εκπομπή - πόσο μάλλον στην περιλάλητη εσχάτως ζώνη των late night shows.
Η ειδοποιός διαφορά στην περίπτωση του Χρήστου Ανθόπουλου είναι ότι η εκπομπή την οποία ανέλαβε να φέρει εις πέρας δεν είναι απλώς μια ιδέα, αλλά μοιάζει με τη συνισταμένη της καλής χημείας, της παρέας και της φιλίας που διατηρεί με τον Θεσσαλονικιό σκηνοθέτη και φωτογράφο Κώστα Αμοιρίδη και τον σεναριογράφο, γνωστό από τη σειρά «Singles», Γιώργο Φειδά.
Οι τρεις τους, πιστεύοντας ακράδαντα πως τελικά την ιστορία τη γράφουν οι παρέες, όπως σοφά έχει αποφανθεί δεκαετίες τώρα ο Σαββόπουλος, αποφάσισαν να υποβάλουν τη διαφορετική πρότασή τους για ένα σόου συνεντεύξεων στο MEGA. Και πήραν το πράσινο φως. Ας αφήσουμε όμως τον Χρήστο Ανθόπουλο να μας τα αφηγηθεί με τα δικά του λόγια: «Το όνομα της εκπομπής δεν μπορώ να το ανακοινώσω ακόμα. Είναι μια εναλλακτική χιουμοριστική εκπομπή συνεντεύξεων που παρουσιάζω εγώ με καλεσμένους γνωστά και αγαπημένα πρόσωπα.
Μπορεί να πρόκειται για ηθοποιούς, τραγουδιστές, αθλητές. Σε κάθε εκπομπή θα φιλοξενούμε τρία άτομα. Εχουμε κάνει μέχρι τώρα συνεντεύξεις με πολλούς, μεταξύ των οποίων ο Γιάννης Ζουγανέλης και ο Πάνος Μουζουράκης. Αυτό το διάστημα έχουμε βάλει τα κεφάλια κάτω και δουλεύουμε χωρίς αύριο. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι είμαστε τρεις φίλοι. Εχουμε τόσο καλή σχέση μεταξύ μας, γεγονός που μας λύνει τα χέρια στη δουλειά. Πιστεύουμε ότι αυτό θα το εισπράξει και το κοινό. Τι καινούριο θα έχει η εκπομπή; Σίγουρα θα είναι αρκετά διαφορετικές οι συνεντεύξεις μας. Θα παίζουμε πάρα πολύ με τις τοποθεσίες των γυρισμάτων, ενώ οφείλω να πω πως οι περισσότεροι καλεσμένοι είναι ήδη φίλοι ή γνωστοί μου. Θα τους δούμε όλους όπως δεν τους έχουμε ξαναδεί και δεν τους έχουμε συνηθίσει. Θα είναι πολύ διαφορετική η εικόνα τους. Αυτό πηγάζει από την καλή σχέση που έχω μαζί τους. Η χαλαρότητα πάντα βοηθάει να γίνει μια πιο πηγαία συζήτηση. Πέρα από τα κείμενα και την αυστηρή δομή της εκπομπής θα υπάρχει και το στοιχείο του αυτοσχεδιασμού. Νομίζω ότι αυτό θα μείνει κυρίως στον κόσμο», λέει και συνεχίζει: «Μας αρέσει πολύ το “Between Two Ferns” του Γαλυφιανιάκη, και ακολουθήσαμε αυτή τη λογική χιούμορ, φιλτραρισμένη όμως μέσα από τη δική μας αισθητική. Θα υπάρχει απομυθοποίηση του καλεσμένου, κάτι που νομίζω ότι το έχει μεγάλη ανάγκη ο κόσμος. Εχουμε βαρεθεί να τους ακούμε όλους να μιλάνε ξύλινα. Μη θεωρήσεις ότι θα έχουμε δραματικά στοιχεία ή κουτσομπολιό. Μιλάμε για χιούμορ με σεβασμό στον καλεσμένο. Δουλεύουμε δύο χρόνια το συγκεκριμένο concept», καταλήγει.
Ο Χρήστος Ανθόπουλος έχει το προνόμιο να είναι και ταυτόχρονα να μην είναι μέλος της ευγενούς κάστας που ενδημεί στο σελέμπριτι σύμπαν.
Υπήρξε για χρόνια μοντέλο -μάλιστα επί δύο έτη έζησε στο Μιλάνο-, θήτευσε ως υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων σε νυχτερινά κέντρα της Θεσσαλονίκης, ασχολήθηκε με την παραγωγή διαφημιστικών μέσω της εταιρείας που διατηρεί με τον Αμοιρίδη και τον Φειδά, έστησε τη δική του εταιρεία ρούχων ονόματι LELE Clothing, η οποία ομολογουμένως απηχεί στις στυλιστικές επιλογές πολλών γηγενών διασημοτήτων. «Εχω κάνει διάφορα διαφημιστικά και φωτογραφήσεις. Είναι δέκα χρόνια που καταπιάνομαι με αυτά. Εβλεπα πάντα τις παραγωγές, μου άρεσε πάντα να παρακολουθώ πώς λειτουργεί το πράγμα πίσω από αυτό που φαίνεται, να κατανοώ το δημιουργικό κομμάτι. Εδινα σημασία σε όλους και προσπαθούσα να αναπτύξω μια σχέση με όλους. Δεν πήγαινα απλώς να κάνω τη δουλειά μου και να φύγω».
Αυτή τη σχέση που περιγράφει φαίνεται έτοιμος να την εξαργυρώσει τώρα από τη θέση του παρουσιαστή-οικοδεσπότη ενός talk show που θα σπάσει τα δεσμά του στούντιο και θα βγάλει αγαπημένες διασημότητες του κοινού κυριολεκτικά στον δρόμο. Η διαρκής κίνηση, η εναλλαγή, η αναθεώρηση φαίνεται να είναι στο αίμα του αν λάβει κανείς υπόψη ότι λέει όλο ενθουσιασμό πως μπορεί τη μια στιγμή να βρίσκεται στη Θεσσαλονίκη και την άλλη να πάρει την πρώτη πτήση για Ρώμη, να πιει έναν καφέ και να γυρίσει την επομένη.
Ποιος είναι όμως στ’ αλήθεια ο αεικίνητος Χρήστος; «Γεννήθηκα στις 3 Μαρτίου στη Φλώρινα και μετακόμισα στη Θεσσαλονίκη 18 ετών για να σπουδάσω στη Γυμναστική Ακαδημία του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου. Δεν έχω ασκήσει ποτέ το επάγγελμα, αλλά είμαι και γυμναστής. Από μικρός ασχολούμαι με τον αθλητισμό. Εκανα πρωταθλητισμό στην ξιφασκία και μετά μπάσκετ. Η Φλώρινα έχει μεγάλη ιστορία στην ξιφασκία. Ο πατέρας μου ήταν ομοσπονδιακός προπονητής στις εθνικές ομάδες, οπότε ήταν λίγο αναμενόμενο να ασχοληθώ με το άθλημα. Ο αθλητισμός ομολογουμένως με έχει βοηθήσει πολύ στη ζωή μου. Γενικά μεγάλωσα πολύ καλά. Οπως έπρεπε. Μικρός έλεγα πάντα ότι ήθελα να γίνω ή γυμναστής, επειδή ήταν ο πατέρας μου, ή δικηγόρος, επειδή η μητέρα μου είχε τελειώσει τη Νομική. Ετσι ξεκίνησαν τα πράγματα. Στην πορεία όμως άλλαζα συνεχώς. Γενικά έχω μάθει να προσαρμόζομαι πολύ εύκολα στις καταστάσεις που εξελίσσονται. Είναι καλό να αλλάζεις και να αναθεωρείς, να μη στέκεσαι σε στερεότυπα, ειδικά στην εποχή που ζούμε», λέει.
Τα φοιτητικά χρόνια του στη συμπρωτεύουσα τα θυμάται ξέγνοιαστα και χαλαρά, όσο δηλαδή του επέτρεπαν οι υποχρεώσεις του στις ομάδες μπάσκετ του Μεγάλου Αλεξάνδρου, του Αετού, αλλά και στην προεθνική ομάδα παίδων με την οποία προπονούνταν. Και ύστερα ήρθε το μόντελινγκ. Προέκυψε, δεν το κυνήγησε, λέει. «Είχα μείνει δύο χρόνια στο Μιλάνο, έμεινα δύο μήνες στην Κίνα. Αυτό με βοήθησε να κάνω και την εταιρεία ρούχων, τη Lele Clothing. Στην Κίνα γύρισα παντού. Πήγα Σανγκάη, Γκουανζού. Ηταν πάρα πολύς ο κόσμος. Απίστευτα πολύς. Ηταν πάρα πολύ ωραία στην Κίνα. Δεν το περίμενα. Μόλις έφτασα στη Σανγκάη έμεινα με το στόμα ανοιχτό. Ηταν ένας άλλος πολιτισμός. Πώς είναι το PC και το Apple; Ε, αυτό είναι η Κίνα. Αλλο λογισμικό, άλλος πολιτισμός», ανακαλεί προδίδοντας με το χαμόγελο τον ενθουσιασμό του. Λίγο πριν ολοκληρώσουμε την πρώτη επίσημη συνέντευξή του στα media ως παρουσιαστή μονολογεί πως στη διάρκεια της κουβέντας κάπνισε τρία από τα συνολικά πέντε τσιγάρα που επιτρέπει στον εαυτό του. Είναι αυτό που λέμε «το άγχος του πρωτάρη». Τώρα αν θα έχει και την τύχη του πρωτάρη, θα το μάθουμε αρχές Νοέμβρη, στο prime time του MEGA.
0 Σχόλια