Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

π. Νεκτάριος Βιτάλης 1930-2018

Ό π. Νεκτάριος Βιτάλης, γνωστότατος στό Λαύριο γιά τήν δράση του καί γιά τήν συμπαράστασή του στόν φτωχό καί ξεγραμμένο κόσμο τής υποβαθμισμένης αυτής περιοχής, διηγείται τό παρακάτω περιστατικό όπως τού συνέβη, όταν ετοιμοθάνατος από καρκίνο, περίμενε απλώς τήν ώρα τού θανάτου του...
Τά όσα ειπωθούν παρακάτω έχουν παρουσιαστεί επανειλημμένως από τά δίκτυα Ενημέρωσης, καί είναι καταχωρημένα καί στό βιβλίο " ΜΙΛΗΣΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΝΕΚΤΑΡΙΟ " -- Αθήνα 1997, τού γνωστού συγγραφέα κ. Μανώλη Μελινού.
Διηγείται ό π. Νεκτάριος Βιτάλης,
-- " Είχα προσβληθεί από σοβαρή μορφή καρκίνου. Τό στήθος μου ήταν μιά πληγή ανοικτή πού έτρεχε αδιάκοπα αίμα καί πύον. Από τούς πόνους έσκιζα τίς φανέλες μου. Κατάσταση τραγική, πήγαινα κατ΄ ευθείαν στόν θάνατο. Νά φαντασθείτε, είχα ετοιμάσει ακόμη καί τά σάβανά μου...
Στίς 26 Μαρτίου 1980 τό πρωϊ, συζητώντας στό γραφείο μου στό υπόγειο τού Ναού, μαζί μέ τήν νεωκόρο Σοφία Μπούρδου καί τήν αγιογράφο Ελένη Κιτράκη άνοιξε ξαφνικά ή πόρτα καί μπήκε ένα άγνωστό μου γεροντάκι. Είχε τά γένια του κατάλευκα, κοντός καί μέ ελαφριά φαλάκρα. Ίδιος ακριβώς όπως ό Άγιος Νεκτάριος στίς φωτογραφίες πού βλέπουμε. Πήρε τρία κεριά χωρίς νά ρίξει χρήματα κι΄ άναψε μόνο τά δύο. Προσκύνησε όλες τίς εικόνες τού τέμπλου, προσπερνώντας τήν εικόνα τού Αγίου Νεκταρίου χωρίς νά τήν προσκυνήσει. Εμένα δέν μ΄ έβλεπε στό σημείο πού βρισκόμουνα. Είχα φοβερούς πόνους όταν τράβηξα τήν κουρτίνα τού γραφείου καί προχώρησα πρός τό μέρος του. Μπροστά στήν Ωραία Πύλη σταύρωσε τίς παλάμες του καί χωρίς νά κοιτάξει πουθενά, ρώτησε,
--Ό γέροντας είν΄ εδώ;
Ή νεωκόρος ξέροντας τήν αρρώστια μου θέλησε νά μέ " προστατεύσει "...
--Όχι, όχι...είναι μέ γρίπη στό σπίτι του...
--Δέν πειράζει. Εύχεσθε, καί καλή Ανάσταση, είπε εκείνος καί έφυγε.
Ήρθε ή νεωκόρος τρέχοντας καί μού λέει,
--πάτερ Νεκτάριε, ό γέροντας πού μόλις έφυγε έμοιαζε ίδιος μέ τόν Άγιο Νεκτάριο! Τά μάτια του πετούσαν φλόγες. Μού φαίνεται ότι ήταν ό Άγιος Νεκτάριος κι΄ ήλθε νά σάς βοηθήσει...
Τήν ευχαρίστησα νομίζοντας ότι μού έλεγε αυτά γιά νά μέ παρηγορήσει. Όμως κατά βάθος "κάτι" δέν πήγαινε καλά. Τήν έστειλα μαζί μέ τήν αγιογράφο νά βρούνε γρήγορα τόν άγνωστο καί νά τόν φέρουν πίσω. Μπήκα στό Ιερό καί προσκυνώντας τόν Εσταυρωμένο κλαίγοντας, γιά μιά ακόμη φορά παρακαλούσα τόν Χριστό νά μέ θεραπεύσει. Τά βήματά τους μέ διέκοψαν,
--πάτερ, ό Γέροντας ήρθε !
Πλησίασα νά τού φιλήσω τό χέρι, αλλά μέ ταπείνωση δέν μ΄ άφησε. Έσκυψε καί φίλησε αυτός τό δικό μου ! Τόν ρώτησα,
--Πώς λέγεσθε γέροντα;
--Αναστάσιος παιδί μου, είπε, λέγοντας τό βαπτιστικό όνομα πού είχε πρίν γίνει μοναχός...
Τού υπέδειξα νά προσκυνήσει τά άγια λείψανα. Έβγαλε ένα ζευγάρι συρμάτινα γυαλάκια, μ΄ ένα μόνο μπρατσάκι. Μόλις τά είδαμε, όλοι α ν α τ ρ ι χ ι ά σ α μ ε!
Ήταν τά ίδια γυαλιά τού Αγίου Νεκταρίου πού είχαμε στήν προθήκη μέ τά άγια λείψανα. Μού τά είχε δωρήση ή παλιά γερόντισσα τού μοναστηριού του, στήν Αίγινα, μοναχή Νεκταρία.
--Ή πίστη είναι τό πάν, είπε ό άγνωστος, καθώς φορούσε τά γυαλιά του.

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια