Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Ελεύθερη η Κάτια του αρχιμανδρίτη

Με το αποφυλακιστήριο στο χέρι, ύστερα από δεκαέξι χρόνια εγκλεισμού της, επέστρεψε στο σπίτι της η Κάτια Γιαννακοπούλου που είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο με τη δολοφονία του αρχιμανδρίτη Ανθιμου Ελευθεριάδη. Ο απαγορευμένος έρωτάς της για τον ιερωμένο ήταν μια ιστορία βαμμένη με αίμα και δάκρυα. Η γεμάτη εντάσεις σχέση τους διέσχισε το όριο μεταξύ λογικής και παραφροσύνης, εισήλθε στο....

κόκκινο μονοπάτι του εγκλήματος και στα 42 της χρόνια, τον Ιούλιο του 1997, σκότωσε με οκτώ σφαίρες τον «επίγειο Θεό» της, όπως αποκαλούσε τον αρχιμανδρίτη. Μια πράξη που αποτυπώθηκε για πάντα στις ψυχές όλων όσοι εμπλέκονταν σε μια υπόθεση γεμάτη πάθος, πόνο, έγκλημα, αλλά και τιμωρία.
Τώρα, το Συμβούλιο Εφετών Θήβας με βούλευμά του έκανε δεκτή την αίτηση της Κάτιας Γιαννακοπούλου και της χάρισε την ελευθερία της, καθώς, σύμφωνα με τον νόμο, αν και ισοβίτισσα, έχει εκτίσει δεκαέξι χρόνια κλειστής φυλακής, έχει επιδείξει καλή διαγωγή και κατόπιν αυτού μπορεί να αποφυλακιστεί. Ετσι, η 58χρονη σήμερα γυναίκα άφησε πίσω της τη βαριά πύλη των φυλακών Ελαιώνα Θηβών κι επέστρεψε στο σπίτι της όπου ζει πλέον με τον άνδρα της και τον γιο της. Σύμφωνα με πληροφορίες, στις 22 Ιουλίου 2013 έπεσαν οι υπογραφές του αποφυλακιστηρίου, το οποίο η Γιαννακοπούλου κράτησε ως επτασφράγιστο μυστικό και δεν το εμπιστεύθηκε σε καμία συγκρατούμενή της. Αθόρυβη ήταν και η αποχώρησή της, τη Δευτέρα 5 Αυγούστου, από τις γυναικείες φυλακές του Ελαιώνα, καθώς οι συγκρατούμενές της θεώρησαν ότι η Κάτια Γιαννακοπούλου αναχωρούσε για τη συνήθη πενθήμερη άδειά της, την οποία λάμβανε τα τελευταία χρόνια. Δεν αποχαιρέτησε καμία από τις φυλακισμένες γυναίκες, ούτε καν εκείνες με τις οποίες μοιραζόταν το ίδιο κελί!

Οι ίδιες πληροφορίες λένε ότι την όλη διαδικασία αποφυλάκισης της Γιαννακοπούλου επιμελήθηκε μια γυναίκα δικηγόρος, πρώην κρατούμενη των φυλακών. Εντονα αντέδρασε στην έξοδο της Κάτιας Γιαννακοπούλου από τις φυλακές ο αδελφός του δολοφονημένου αρχιμανδρίτη Υψηλάντης Ελευθεριάδης, ο οποίος μιλώντας στην «Espresso» αναρωτιέται αν πρέπει να αποφυλακίζονται οι δολοφόνοι... «Εγώ συμφωνώ με την αποσυμφόρηση των φυλακών, αλλά να βγουν αυτοί που έχουν κάνει μικροαδικήματα. Οχι ισοβίτες δολοφόνοι!» Κατά τον ίδιον, ο τρόπος θανάτου του αδελφού του παραμένει ένα «αγκάθι» στην καρδιά του και η αποφυλάκισή της τον πληγώνει ακόμη περισσότερο: «Δεν μπορώ να τη συγχωρήσω για το κακό που μας έκανε. Είναι ό,τι χειρότερο μπορεί να συμβεί σε άνθρωπο και δεν ξεχνιέται. Ο αδελφός μου μου λείπει πολύ. Ημασταν πολύ δεμένα και αγαπημένα αδέλφια. Δυστυχώς, αυτό που συνέβη μας στοιχειώνει ακόμη. Εγώ εξακολουθώ να πιστεύω με όλες μου τις δυνάμεις ότι η τιμωρία της θα πρέπει να είναι ισόβια. Να εκτίσει την ποινή της, να καταλάβει τον πόνο που έχει προκαλέσει και να συνετιστεί». Οσο για την αιτία που προκάλεσε το έγκλημα, ο αδελφός του αρχιμανδρίτη επανέλαβε για μία ακόμη φορά: «Είναι η απόρριψη. Ο αδελφός μου δεν ήταν τυχαίος. Ξέρω καλά ποιος ήταν. Αυτή η γυναίκα ήταν πολύ χαμηλού επιπέδου και είχε πολλά προσωπικά προβλήματα. Χρειαζόταν βοήθεια και της την πρόσφερε. Από κει και πέρα όμως οργίαζε η φαντασία της. Δεν αποκλείω να είχε ερωτική σχέση με τον αδελφό μου, γιατί η ζωή με έχει διδάξει ότι δεν πρέπει να αποκλείεις τίποτε, αλλά από τη σχέση μέχρι αυτό που έκανε η απόσταση είναι μεγάλη».

Η γνωριμία, ο παράνομος έρωτας και το ραντεβού στο σπίτι του
Ηταν καλοκαίρι του 1997, όταν η κοινή γνώμη συγκλονίζεται από μία από τις πλέον πρωτόγνωρες υποθέσεις στα ποινικά χρονικά της χώρας. Ο αρχιμανδρίτης Ανθιμος Ελευθεριάδης δολοφονείται εν ψυχρώ έξω από το σπίτι του στη Νέα Σμύρνη. Δύο μέρες μετά αστυνομικοί συλλαμβάνουν έξω από το μοναστήρι της Παναγίας Γοργοεπηκόου στη Μάνδρα Αττικής, όπου είχε φτάσει με ποδήλατο και μεταμφιεσμένη με ξανθιά περούκα και μαύρα γυαλιά, την Κάτια Γιαννακοπούλου. Ομολογεί στις Αρχές ότι έστρεψε το όπλο εναντίον του αρχιμανδρίτη, με τον οποίο τη συνέδεε ένας απαγορευμένος έρωτας, ενώ κάνει αναφορές και σε διάφορα χρηματικά ποσά.
Η 42χρονη τότε Κάτια ζούσε με τον σύζυγο και τον έφηβο γιο της στην Καλλιθέα και αποτελούσε την εικόνα μιας απλής Ελληνίδας. Το θύμα, ο Ανθιμος Ελευθεριάδης, 59 ετών, ήταν αρχιμανδρίτης στην Παναγίτσα του Παλαιού Φαλήρου μέχρι το 1995, και στη συνέχεια μετέβη στο Λονδίνο διακονώντας στην εκεί μητρόπολη. Αφορμή για τη γνωριμία τους φέρεται να στάθηκαν τα προσωπικά προβλήματα της Κάτιας που προσπάθησε να τα αποβάλλει μέσω της εξομολόγησής της στον αρχιμανδρίτη. Η γυναίκα γοητεύεται από την προσωπικότητα και τον λόγο του χαρισματικού ιερωμένου, τον οποίο «έχρισε» πνευματικό της.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της, ο ιερέας ήταν αυτός που έκανε το πρώτο βήμα για να μετατραπεί η σχέση τους από πνευματική σε ερωτική. Μια μέρα την κάλεσε σπίτι του και εκείνη πήγε δίχως δεύτερη σκέψη. Κουβέντιασαν για πολλά, πνευματικά και μη. Τότε ο Ανθιμος της πρότεινε να γίνει ερωμένη του, εκείνη τον φίλησε κι έτσι ξεκίνησε ο παράνομος δεσμός τους. Μάλιστα, οι αρχικές τύψεις της κάμφθηκαν όταν ο πατέρας Ανθιμος, για όλα όσα μαζί έκαναν, της δίνει συγχώρεση, αποδίδοντας τα πάντα στις αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης. Του δόθηκε απόλυτα, θέτοντας στη διάθεσή του όλο της το είναι, τα χρήματά της, αδιαφορώντας για την οικογένειά της, τα πιστεύω και τις αρχές της. Οι συνευρέσεις ήταν  συχνές, ακόμη και στο σπίτι της.

Τα δάνεια, οι καβγάδες και το φινάλε με οκτώ σφαίρες
Η σχέση τους συνεχίζεται κρυφά και με την ίδια ένταση για έξι χρόνια, με τη Γιαννακοπούλου να έχει παραμερίσει τα πάντα για χάρη του Ανθιμου. Ζούσε για εκείνον, τον αγαπούσε απόλυτα και άνευ όρων. Οπως υποστήριξε αργότερα, από το έτος 1990 έως και τον Μάρτιο του 1996 του δάνειζε μεγάλα χρηματικά ποσά, βοηθώντας τον να υλοποιήσει αυτό που του είχε ζητήσει η Παναγία σε ένα όραμα, αλλά καλύπτοντας και προσωπικές του ανάγκες. Η Γιαννακοπούλου λίγο μετά τη σύλληψή της ανέφερε στους άνδρες της Ασφαλείας ότι ο αρχιμανδρίτης τής είχε πει πως πήγε στον ύπνο του η Παναγία και του ζήτησε να φροντίσει για την κατασκευή ενός μεγάλου εκκλησιαστικού έργου. Κατά τους ισχυρισμούς της, τον βοήθησε δίνοντας σταδιακά 27.500.000 δρχ. Το 1995 εμφανίζονται τα πρώτα σημάδια αλλαγής στη συμπεριφορά του αρχιμανδρίτη, ο οποίος νιώθει να ασφυκτιά και της ζητεί να ξεκόψουν. Αποφασίζει να φύγει στο εξωτερικό και εγκαθίσταται στο Λονδίνο. Η Γιαννακοπούλου αρνείται να δώσει τέλος στη σχέση τους. Εκείνος προσπαθεί να την αποφύγει, όσο όμως εκείνος την κάνει πέρα, τόσο εκείνη επιμένει και γίνεται φορτική.
Προκειμένου να τον κρατήσει κοντά της, αρχίζει να τον απειλεί και να τον εκβιάζει. Ο Ανθιμος ωστόσο συνεχίζει να την αγνοεί. Τον Σεπτέμβριο του 1996 επισκέπτεται την Ελλάδα προκειμένου να ασκήσει τα εκλογικά του δικαιώματα, χωρίς να την ενημερώσει. Η Γιαννακοπούλου το μαθαίνει και καταλαβαίνει πως ήρθε το τέλος. Προσπαθεί απεγνωσμένα να επικοινωνήσει, αλλά αντιμετωπίζει την άρνηση του ιερέα, ακόμη και τη σκληρότητά του. Στις 7 Μαρτίου 1997 συναντιούνται στο σπίτι του, διαπληκτίζονται και η Γιαννακοπούλου τραυματίζει τον Ανθιμο στον λαιμό με μαχαίρι. Στο διάστημα που ακολουθεί, η Γιαννακοπούλου προσπάθησε κατ' επανάληψη να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον αρχιμανδρίτη, αυτός όμως άλλοτε της έλεγε να μην τον ενοχλεί, άλλοτε την απέφευγε και άλλοτε προσποιούνταν ότι δεν καταλάβαινε ποια ήταν. Η Κάτια Γιαννακοπούλου αποφασίζει να τον σκοτώσει. Τον Ιούνιο του 1997 μεταβαίνει στην πλατεία Ομόνοιας και αγοράζει ένα οκτάσφαιρο πιστόλι των 500.000 δραχμών, το οποίο κρύβει στο υπνοδωμάτιό της.
Μέσα Ιουλίου του 1997 ο αρχιμανδρίτης έρχεται για λίγες μέρες στην Ελλάδα και η Γιαννακοπούλου πηγαίνει στην πολυκατοικία όπου βρίσκεται το διαμέρισμά του και του χτυπά το κουδούνι. Ο αρχιμανδρίτης δεν της ανοίγει και της ζητεί να φύγει, κάνοντάς της παρατήρηση. Στις 22 Ιουλίου 1997, η Γιαννακοπούλου πήγε και πάλι στη Νέα Σμύρνη και περίμενε τον Ανθιμο να εμφανιστεί. Ο αρχιμανδρίτης βγήκε από την πολυκατοικία και κατευθύνθηκε προς το τζιπ του. Η Γιαννακοπούλου, μόλις τον είδε, κατευθύνθηκε προς αυτόν και προσπάθησε να του μιλήσει. Οταν εκείνος της γύρισε την πλάτη, έβγαλε το περίστροφο και πυροβόλησε οκτώ φορές...
ΜΑΡΙΑ ΚΡΙΕΚΟΥΚΗ
.

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια