Καθώς και πολλές άλλες, έτσι και η λέξη "απόστολος" άλλη έννοια είχε στους αρχαίους Έλληνες, διαφορετική στην Παλαιά Διαθήκη και νέο περιεχόμενο απέκτησε στην περίοδο της χάριτος (Καινή Διαθήκη).
Στην αρχαία ελληνική σήμαινε τον απεσταλμένο από κάποιον είτε για να φέρει σε πέρας μία εντολή του, είτε για να μεταδώσει αγγελία, ενώ από τους Αθηναίους απόστολος λεγόταν και αρχηγός της ναυτικής μοίρας ("στόλαρχος"). Δηλαδή η λέξη "απόστολος" δεν είχε θρησκευτικό περιεχόμενο.
Στον ιουδαϊσμό και κυρίως μετά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία (605-536 π.Χ) η λέξη "απόστολος" σήμαινε το πρόσωπο που είχε ως έργο του τη διάδοση των θρησκευτικών αρχών της μονοθεϊστικής θρησκείας του ισραηλιτικού λαού.
"Αποστόλους" τους ονόμασε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, όπως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς: Φώναξε κοντά του τους μαθητές του κι από αυτούς διάλεξε δώδεκα, τους οποίους ονόμασε Αποστόλους (6,13). Παρά το γεγονός δε ότι Απόστολοι καλούνται και άλλοι συνεργάτες του Κυρίου και κήρυκες του θείου λόγου, όταν χρησιμοποιείται η λέξη "απόστολοι", εννοούνται κυρίως οι Δώδεκα μαθητές του Χριστού.
Ο κατάλογος των Δώδεκα
Ανδρέας, Σίμων(Πέτρος), Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Βαρθολομαίος(ή Ναθαναήλ), Θωμάς, Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Λεββαίος (ή Θαδδαίος), Σίμων ο Κανανίτης και Ιούδας ο Ισκαριώτης
Δώδεκα, όπως οι δώδεκα γιοι του Ιακώβ, συμβολίζει τους πνευματικούς αρχηγούς του νέου Ισραήλ, δηλαδή του Χριστιανισμού, διότι αυτοί μετέδωσαν στην ανθρωπότητα το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ απολυτρώσεως. Τόσο σημαντικός μάλιστα θεωρήθηκε ο αριθμός Δώδεκα, ώστε όταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πρόδωσε τον Κύριο και μεταμεληθείς... απελθών απήγξατο (Ματθ.27,3-5), οι έντεκα μαθητές αναπλήρωσαν το κενό με την εκλογή, δια κλήρου του Ματθία, ο οποίος και προστέθηκε στους έντεκα Αποστόλους (Πράξ,. 1,26)
Στην αρχαία ελληνική σήμαινε τον απεσταλμένο από κάποιον είτε για να φέρει σε πέρας μία εντολή του, είτε για να μεταδώσει αγγελία, ενώ από τους Αθηναίους απόστολος λεγόταν και αρχηγός της ναυτικής μοίρας ("στόλαρχος"). Δηλαδή η λέξη "απόστολος" δεν είχε θρησκευτικό περιεχόμενο.
Στον ιουδαϊσμό και κυρίως μετά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία (605-536 π.Χ) η λέξη "απόστολος" σήμαινε το πρόσωπο που είχε ως έργο του τη διάδοση των θρησκευτικών αρχών της μονοθεϊστικής θρησκείας του ισραηλιτικού λαού.
"Αποστόλους" τους ονόμασε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, όπως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς: Φώναξε κοντά του τους μαθητές του κι από αυτούς διάλεξε δώδεκα, τους οποίους ονόμασε Αποστόλους (6,13). Παρά το γεγονός δε ότι Απόστολοι καλούνται και άλλοι συνεργάτες του Κυρίου και κήρυκες του θείου λόγου, όταν χρησιμοποιείται η λέξη "απόστολοι", εννοούνται κυρίως οι Δώδεκα μαθητές του Χριστού.
Ο κατάλογος των Δώδεκα
Ανδρέας, Σίμων(Πέτρος), Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Βαρθολομαίος(ή Ναθαναήλ), Θωμάς, Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Λεββαίος (ή Θαδδαίος), Σίμων ο Κανανίτης και Ιούδας ο Ισκαριώτης
Δώδεκα, όπως οι δώδεκα γιοι του Ιακώβ, συμβολίζει τους πνευματικούς αρχηγούς του νέου Ισραήλ, δηλαδή του Χριστιανισμού, διότι αυτοί μετέδωσαν στην ανθρωπότητα το Ευαγγέλιο της εν Χριστώ απολυτρώσεως. Τόσο σημαντικός μάλιστα θεωρήθηκε ο αριθμός Δώδεκα, ώστε όταν ο Ιούδας ο Ισκαριώτης πρόδωσε τον Κύριο και μεταμεληθείς... απελθών απήγξατο (Ματθ.27,3-5), οι έντεκα μαθητές αναπλήρωσαν το κενό με την εκλογή, δια κλήρου του Ματθία, ο οποίος και προστέθηκε στους έντεκα Αποστόλους (Πράξ,. 1,26)
0 Σχόλια