O αυτισμός, έλεγαν οι ειδικοί έως πρόσφατα, είναι μια ασθένεια ανίατη, από την οποία πάσχεις ολόκληρη τη ζωή σου.
Νέα μελέτη, ωστόσο, διαπιστώνει ότι ......
ένα μικρό ποσοστό αυτιστικών παιδιών, παρότι έχουν τα τυπικά συμπτώματα της νόσου, καταφέρνουν να αναρρώσουν πλήρως.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της επιστημονικής επιθεώρησης Journal of Child Psychology and Psychiatry, είναι η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα επί του αντικειμένου και κατά πάσα πιθανότητα θα μεταβάλει τον τρόπο με τον οποίο επιστήμονες και γονείς σκέφτονται και προσεγγίζουν το θέμα του αυτισμού, λένε οι ειδικοί.
Οι ερευνητές, ωστόσο, προειδοποιούν ότι δεν θα πρέπει οι ενδιαφερόμενοι να τρέφουν υπέρμετρες ελπίδες. Τα ευρήματα της μελέτης ουσιαστικά υποδεικνύουν ότι ανάμεσα στα παιδιά που πάσχουν από τις «διαταραχές του αυτιστικού φάσματος» υπάρχει ένας μικρός αριθμός παιδιών που βελτιώνονται πολύ με τη βοήθεια θεραπειών της συμπεριφοράς. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό παραμένουν άγνωστοι. Τα περισσότερα παιδιά δεν κάνουν παρά ελάχιστη πρόοδο παρά τις θεραπείες. Επί του παρόντος, δεν υπάρχει τρόπος για να εντοπίσουν οι γιατροί ποια παιδιά θα βελτιωθούν και ποια όχι.
Ήταν, βέβαια, γνωστό ότι ένα ποσοστό (1 έως 20%) των παιδιών που διαγιγνώσκονται με αυτισμό, όταν επανεξετάζονται μερικά χρόνια αργότερα, διαπιστώνεται ότι δεν πληρούν τα κριτήρια της διάγνωσης. Αρχικώς οι ειδικοί πίστευαν πως απλώς η αρχική διάγνωση ήταν λανθασμένη.
Όμως, η νέα μελέτη υποδεικνύει για πρώτη φορά ότι υπάρχουν πιθανότητες ίασης από τον αυτισμό, αρκεί η διάγνωση και η πρόσβαση στις κατάλληλες θεραπείες να γίνει έγκαιρα.
Για τη μελέτη, μία ομάδα ειδικών επιστημόνων υπό την Ντέμπορα Φέιν του πανεπιστημίου του Κονέκτικατ μελέτησε 34 άτομα, ηλικίας από οκτώ έως 21 χρόνων, που είχαν διαγνωστεί ως πάσχοντες από αυτισμό προτού κλείσουν τα πέντε τους χρόνια. Η ομάδα των επιστημόνων υπέβαλε τα παιδιά σε διάφορα τεστ και συνομίλησε με τους γονείς τους προκειμένου να διαπιστώσουν τις δικές τους κοινωνικές δεξιότητες και την ικανότητα επικοινωνίας.
Μετά την ολοκλήρωση των εξετάσεων, η δρ Φέιν και οι συνεργάτες της διαπίστωσαν ότι οι 34 εθελοντές που είχαν διαγνωσθεί ως αυτιστικοί και η ομάδα ελέγχου δεν είχε καμία διαφορά. Όπως αναφέρει στο σχόλιό της: «Τα παιδιά που συμμετείχαν στη μελέτη πραγματικά δεν μπορούσαν να θεωρηθούν επ’ ουδενί αυτιστικά. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί, κατά τον σαφέστερο τρόπο, ότι μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό παιδιών μπορεί να το πετύχουν αυτό, να θεραπευθούν, και οι γονείς δεν πρέπει να απογοητευθούν εάν το παιδί τους δεν τα καταφέρει».
Επίσης, η δρ Φέιν επισήμανε τη σημασία που έχει η θεραπεία της συμπεριφοράς. «Οι άνθρωποι που εξετάσαμε δεν ξύπνησαν απλώς ένα πρωί θεραπευμένοι από τον αυτισμό. Έρχομαι σε επαφή και θεραπεύω τέτοια παιδιά τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ποτέ δεν είδα βελτίωση στην κατάστασή τους χωρίς τη διαρκή βοήθεια και ενασχόληση γονέων και θεραπευτών».
Η ερευνητική ομάδα τώρα θα προσπαθήσει να αποκρυπτογραφήσει τι είναι ακριβώς αυτό που διακρίνει τα παιδιά που τελικώς θεραπεύονται από τον αυτισμό και κατά πόσο υπάρχει τρόπος να εντοπιστούν εξαρχής, εάν υπάρχουν βιολογικοί δείκτες ή τυπικές συμπεριφορές, αλλά και ποιες είναι πιο αποτελεσματικές θεραπείες.
N.Y.T/Kαθημερινή
Νέα μελέτη, ωστόσο, διαπιστώνει ότι ......
ένα μικρό ποσοστό αυτιστικών παιδιών, παρότι έχουν τα τυπικά συμπτώματα της νόσου, καταφέρνουν να αναρρώσουν πλήρως.
Η μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στην ηλεκτρονική έκδοση της επιστημονικής επιθεώρησης Journal of Child Psychology and Psychiatry, είναι η μεγαλύτερη μέχρι σήμερα επί του αντικειμένου και κατά πάσα πιθανότητα θα μεταβάλει τον τρόπο με τον οποίο επιστήμονες και γονείς σκέφτονται και προσεγγίζουν το θέμα του αυτισμού, λένε οι ειδικοί.
Οι ερευνητές, ωστόσο, προειδοποιούν ότι δεν θα πρέπει οι ενδιαφερόμενοι να τρέφουν υπέρμετρες ελπίδες. Τα ευρήματα της μελέτης ουσιαστικά υποδεικνύουν ότι ανάμεσα στα παιδιά που πάσχουν από τις «διαταραχές του αυτιστικού φάσματος» υπάρχει ένας μικρός αριθμός παιδιών που βελτιώνονται πολύ με τη βοήθεια θεραπειών της συμπεριφοράς. Οι λόγοι που συμβαίνει αυτό παραμένουν άγνωστοι. Τα περισσότερα παιδιά δεν κάνουν παρά ελάχιστη πρόοδο παρά τις θεραπείες. Επί του παρόντος, δεν υπάρχει τρόπος για να εντοπίσουν οι γιατροί ποια παιδιά θα βελτιωθούν και ποια όχι.
Ήταν, βέβαια, γνωστό ότι ένα ποσοστό (1 έως 20%) των παιδιών που διαγιγνώσκονται με αυτισμό, όταν επανεξετάζονται μερικά χρόνια αργότερα, διαπιστώνεται ότι δεν πληρούν τα κριτήρια της διάγνωσης. Αρχικώς οι ειδικοί πίστευαν πως απλώς η αρχική διάγνωση ήταν λανθασμένη.
Όμως, η νέα μελέτη υποδεικνύει για πρώτη φορά ότι υπάρχουν πιθανότητες ίασης από τον αυτισμό, αρκεί η διάγνωση και η πρόσβαση στις κατάλληλες θεραπείες να γίνει έγκαιρα.
Για τη μελέτη, μία ομάδα ειδικών επιστημόνων υπό την Ντέμπορα Φέιν του πανεπιστημίου του Κονέκτικατ μελέτησε 34 άτομα, ηλικίας από οκτώ έως 21 χρόνων, που είχαν διαγνωστεί ως πάσχοντες από αυτισμό προτού κλείσουν τα πέντε τους χρόνια. Η ομάδα των επιστημόνων υπέβαλε τα παιδιά σε διάφορα τεστ και συνομίλησε με τους γονείς τους προκειμένου να διαπιστώσουν τις δικές τους κοινωνικές δεξιότητες και την ικανότητα επικοινωνίας.
Μετά την ολοκλήρωση των εξετάσεων, η δρ Φέιν και οι συνεργάτες της διαπίστωσαν ότι οι 34 εθελοντές που είχαν διαγνωσθεί ως αυτιστικοί και η ομάδα ελέγχου δεν είχε καμία διαφορά. Όπως αναφέρει στο σχόλιό της: «Τα παιδιά που συμμετείχαν στη μελέτη πραγματικά δεν μπορούσαν να θεωρηθούν επ’ ουδενί αυτιστικά. Ωστόσο, πρέπει να υπογραμμιστεί, κατά τον σαφέστερο τρόπο, ότι μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό παιδιών μπορεί να το πετύχουν αυτό, να θεραπευθούν, και οι γονείς δεν πρέπει να απογοητευθούν εάν το παιδί τους δεν τα καταφέρει».
Επίσης, η δρ Φέιν επισήμανε τη σημασία που έχει η θεραπεία της συμπεριφοράς. «Οι άνθρωποι που εξετάσαμε δεν ξύπνησαν απλώς ένα πρωί θεραπευμένοι από τον αυτισμό. Έρχομαι σε επαφή και θεραπεύω τέτοια παιδιά τα τελευταία σαράντα χρόνια. Ποτέ δεν είδα βελτίωση στην κατάστασή τους χωρίς τη διαρκή βοήθεια και ενασχόληση γονέων και θεραπευτών».
Η ερευνητική ομάδα τώρα θα προσπαθήσει να αποκρυπτογραφήσει τι είναι ακριβώς αυτό που διακρίνει τα παιδιά που τελικώς θεραπεύονται από τον αυτισμό και κατά πόσο υπάρχει τρόπος να εντοπιστούν εξαρχής, εάν υπάρχουν βιολογικοί δείκτες ή τυπικές συμπεριφορές, αλλά και ποιες είναι πιο αποτελεσματικές θεραπείες.
N.Y.T/Kαθημερινή
0 Σχόλια