2012, το τέλος του Κόσμου: Η τελεολογία αντίδοτο κατά της ψυχικής κατάρρευσης
Το ψυχολογικό και κοινωνικό υπόβαθρο της Εσχατολογίας:
Όπως υποστηρίζει ο Γιουνγκ, η τελεολογία καταλύει την εσωτερική κατάρρευση των ανθρώπων που προβάλλεται στο συλλογικό ασυνείδητο, αποζητά την αρχετυπική εικόνα και την κάθαρση και αντισταθμιστικά στο συνειδητό προβάλλεται σε κάθε έννοια τέλους, συμπεριλαμβανομένου και της αναμενόμενης ή όχι (θα το δούμε σε επόμενες αναρτήσεις) καταστροφής στο 2012.
Τα βασικά αίτια της εσωτερικής κατάρρευσης είναι:
Ενοχή
Απαξίωση του ίδιου μας του εαυτού
Αρρωστημένο εγώ
Ανταγωνισμός
Αποκοπή από τη φύση και τον κόσμο.
Η ενοχή είναι το αρνητικό συναίσθημα που, άλλος λιγότερο άλλος περισσότερο, όλοι μας υπομένουμε και τροφοδοτούμε ενώ πολύ συχνά το αφήνουμε να μας οδηγήσει σε εσωτερική κατάρρευση. Πιθανώς όλα τα άλλα αίτια που οδηγούν στην εσωτερική κατάρρευση να τα έχουμε σε μικρότερες δόσεις ή καθόλου αλλά η ενοχή είναι το πιο ισχυρό καθώς βρίσκει πρόσφορο έδαφος να αναπτυχθεί εξ' αιτίας των κοινωνικών πρέπει, τα οποία συχνά απορρέουν από διδαχές που καταδικάζουν την οποιαδήποτε ανάγκη για χαρά και απόλαυση καθώς την ταυτίζουν με απομάκρυνση από τη ψυχή και τη πορεία προς τον εξαγνισμό της.
Η αίσθηση ενός επικείμενου τέλους, καταλύει το φόβο για την απόλαυση, αναστέλλει την ενοχή και εξωθεί τον άνθρωπο στο να επιδιώκει τη χαρά που νομίζει ότι σύντομα θα στερηθεί. Η πιθανότητα της στέρησης μας αποδεσμεύει από τους καθωσπρεπισμούς, μας απαλλάσσει από τα κοινωνικά βάρη και δικαιώνει την αναγκαιότητα για απόλαυση, χαρά, ευτυχία. Ο υποτιθέμενος επικείμενος θάνατος δεν λειτουργεί μόνο ως κινητήριος δύναμη για να δοξαστεί η ζωή και άρα η χαρές που μας προσφέρει αλλά και ως το πυρ που θα κάψει κάθε πιθανή αμαρτία που θα έχουμε πράξει εξ' αιτίας της απειλής του.
Ο Σίγκμουντ Φρόυντ, ψυχίατρος – ψυχολόγος, θεμελιωτής της ψυχανάλυσης, υποστήριζε ότι οι άνθρωποι που ψυχαναγκαστικά επικαλούνται το τέλος του κόσμου το κάνουν επειδή έχουν διαταραγμένο ψυχικό δυναμικό.
Φαίνεται ότι στην ιστορία της ανθρωπότητας, ανάλογα με τα στάνταρ της κάθε εποχής, οι άνθρωποι δεχόντουσαν πιέσεις, οι οποίες μπορεί να ήταν καταλυτικές για τις ψυχικές τους αντοχές και να αποτελούσαν το πρόσφορο έδαφος για να παραχθεί η αναγκαιότητα της τελεολογίας.
Η απαξίωση του εαυτού, ένα αρρωστημένο εγώ ή ένας αποκομμένος άνθρωπος νιώθουν την ανάγκη να δικαιώσουν την ύπαρξη των αρνητικών τους συναισθημάτων. Ακόμη κι αν αναγνωρίζουν την εσωτερική τους σύγκρουση ως μία διασάλευση της ψυχικής τους ισορροπίας, η δυσκολία που υπάρχει για να επεξεργαστούν τις εμπειρίες, τις μνήμες, τις αρχετυπικές αντανακλάσεις που τους οδήγησαν εκεί, είναι η αφορμή να ψάχνουν ένα καταφύγιο για να «βολέψουν» τη ψυχική τους αδυναμία. Σε υπερένταση και αρνητικά συναισθήματα οδηγεί και ο ανταγωνισμός, ιδιαίτερα όταν συνδυάζεται με την υποτιμημένη εικόνα για την ίδια μας τη προσωπικότητα.
Φαντάζομαι ότι στα παλιά χρόνια που οι ταξικές διαφορές ήταν τόσο απορριπτικές για το μεγαλύτερο μέρος της μάζας και το βιοτικό επίπεδο εντελώς διαφορετικό και μάλλον πολύ δυσκολότερο, οι άνθρωποι ζούσαν στο κλίμα της απαξίωσης του ίδιου τους του εαυτού από τα γεννοφάσκια τους. Ίσως γι αυτό οι δεισιδαιμονίες και οι εσχατολογίες εύρισκαν πιο πρόσφορο έδαφος για να γίνουν αποδεκτές και να προκαλέσουν μαζική παράκρουση. Ο φόβος του τέλους, της απόλυτης καταστροφής που εξομοιώνει καθώς δεν γνωρίζει ταξικές διαφορές, εύρισκε ένα λόγω ύπαρξης πέρα από τη κατάρρευση της προσωπικότητας και η ζωή αποκτούσε αξία, ακόμη κι αν ήταν τόσο κατάφορα άδικη.
Η πιθανότητα ενός μαζικού θανάτου, της ολικής καταστροφής μπορεί να αποτελούν το καταφύγιο που δικαιώνει την ιδέα της ματαιότητας, την οποία θεωρούν ότι βιώνουν οι άνθρωποι που καταρρέουν ψυχολογικά ή συνειδησιακά. Αυτόματα ο τρόπος ζωής τους, ακόμη κι αν υποβιβάζει τη προσωπικότητά τους, δικαιώνεται. Πώς να μη δικαιώνεται οποιαδήποτε μορφή ζωής έναντι του θανάτου;
Αυτό το άρθρο αποτελεί απόσπασμα από το βιβλίο της Σμάρως Σωτηράκη «2012: Αλήθειες και Ψέματα», των εκδόσεων introbooks.
0 Σχόλια