Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Άλμα επί κοντώ - Pole jump - полюс прыжок - 撐竿跳高

Το άλμα επί κοντώ πρόκειται για ένα από τα 12 αγωνίσματα του στίβου που βρίσκονται συνεχώς στο πρόγραμμα των αγώνων από την Α΄ Ολυμπιάδα του 1896 της Αθήνας.
Οι κανονισμοί αγώνων στο άλμα επί κοντώ είναι κι εδώ ανάλογα δεσμευτικοί. Εκτός απ' αυτούς μια προσπάθεια θεωρείται άκυρη όταν ο άλτης μετά από την εκτίναξη μετακινεί το πάνω χέρι στο ....

κοντάρι προς τα πάνω ή μεταφέρει το κάτω χέρι πάνω από το πάνω χέρι και ο πήχυς πρέπει να ριχτεί από το κοντάρι τη στιγμή που εκείνο πέφτει.

Αν ο αθλητής θέλει να εκτιναχθεί με το αριστερό πόδι, πιάνει το κοντάρι με το δεξιό χέρι από το κάτω μέρος του κονταριού προς την άκρη του και με τα' αριστερό από πάνω πιο μπροστά. Το ύψος της λαβής εξαρτάται από το ύψος του άλματος. Το πλάτος μεταξύ των λαβών μπορεί να είναι από 60 ως 120 εκατοστά.
Η φόρα είναι επιταχυνόμενη και πρέπει να φτάνει στη μεγαλύτερη ταχύτητα, που είναι ακόμα στ όρια ελέγχου της κινήσεως. Η μυτερή άκρη του κονταριού βλέπει εδώ προς τα εμπρός και λίγο προς τα πάνω. Στους τελευταίους διασκελισμούς χαμηλώνει προς την κατεύθυνση της θήκης. Από τον τρίτο - από το τέλος - διασκελισμό ως τον τελευταίο το δεξιό χέρι φέρει την πίσω άκρη του κονταριού κοντά στο σώμα, ψηλά πάνω από το κεφάλι. Όταν η μύτη του κονταριού ακουμπήσει την μπροστινή πλευρά της θήκης, το άκρο πόδι εκτινάξεως πατάει ενεργητικά και γρήγορα.
Η εκτίναξη γίνεται ως προς την κίνηση των ποδιών και του πάνω μέρους του σώματος, όπως και στο άλμα σε μήκος. Η μεταβίβαση της δυνάμεως γίνεται με τους βραχίονες.
Ο πίσω βραχίονας, που είναι τεντωμένος, τραβάει το κοντάρι προς τα κάτω, ενώ ο πάνω βραχίονας το πιέζει προς τα πάνω. Κατά την εκτίναξη το κοντάρι εμφανίζει μια ελαφρά κύρτωση, που στη συνέχεια γίνεται όλο και πιο έντονη. Ο επικοντιστής δίνει στο πάνω μέρος του σώματος μια κλίση προς τα πίσω, ενώ λυγίζει και τα δύο πόδια προς τα πάνω.
Μετά χρησιμοποιεί το τέντωμα του κονταριού για την προωστική - ανυψωτική- κίνηση. Στην τελευταία φάση της κινήσεως αυτής κάνει μια κατακόρυφη περιστροφή προς τα πάνω γύρω από το μεγάλο άξονα του σώματος και έρχεται στηριζόμενος στο κοντάρι σε μια παρόμοια με την «κατακόρυφο» θέση.
Ως το 1968 οι αθλητές των ΗΠΑ ήταν απόλυτοι κυρίαρχοι του αθλήματος. Στη συνέχεια κυριάρχησαν αθλητές από την Ευρώπη. Μόλις το 2000 στο Σίδνεϊ κατάφερε να ξαναπάρει το χρυσό Αμερικανός. Η Ελλάδα έχει δυο χάλκινα μετάλλια στο αγώνισμα. Τα κατέκτησαν ο Άγγελος Δαμάσκος το 1896 στην Αθήνα και ο Γεώργιος Ρουμπάνης το 1956 στην Ολυμπιάδα της Μελβούρνης. Το 1968 στο Μεξικό ο Χρήστος Παπανικολάου ήταν τέταρτος, ενώ στους τελικούς τους αγωνίσματος στο Ελσίνκι συμμετείχε ο Ρήγας Ευσταθιάδης.

Το αντίστοιχο γυναικείο αγώνισμα μπήκε στο ολυμπιακό πρόγραμμα το 2000, στην ολυμπιάδα του Σίδνεϊ.

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια