Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Τραγουδώντ​ας την Ελλάδα πάντα

Σε όλα τα σκαμπανεβάσματα της χώρας, το ελληνικό τραγούδι ήταν συνεχώς παρόν με εξαιρετικούς στιχουργούς
Oι περαστικοί που διασχίζουν την γκρίζα Ομόνοια, μέρες τώρα, ξαφνιάζονται και μαλακώνει το βλέμμα τους όταν πέφτει στο τεράστιο ταμπλό που καλύπτει την πρόσοψη γνωστού πολυκαταστήματος που έχει στην επιφάνειά του, τον χιλιοτραγουδισμένο στίχο του Μανώλη Ρασούλη: «Αχ, Ελλάδα σ’ αγαπώ».
 Σε όλα τα σκαμπανεβάσματα της χώρας το ελληνικό τραγούδι ήταν....

 πάντα παρόν κι αυτό το «Αχ» που κατέγραψε ο τραγουδοποιός, ακούγεται με τον έναν ή τον άλλον τρόπο από το δημοτικό τραγούδι ως τις ρίμες του low bap. Η αμφιθυμία των στιχουργών απέναντι στην πατρίδα, η συνύπαρξη της αγάπης, της υπερηφάνειας, αλλά και της απογοήτευσης και του σαρκασμού στο ίδιο τραγούδι δεν είναι κάτι σπάνιο.

Χατζιδάκις - Θεοδωράκης
Ίσως δεν είναι συμπτωματικό ότι ο Μάνος Χατζιδάκις εντάσσει την «Ελλαδογραφία» του Νίκου Γκάτσου στα «Παράλογά» του:
 «Επίσκοποι και προεστοί/ κατακτητές και στρατηλάτες /επαναστάτες και αστοί/ της ιστορίας οι πελάτες»
. Ο Μίκης Θεοδωράκης πιο επικός πάντα, συνέγειρε τα πλήθη με την προτροπή

«Τη ρωμιοσύνη μη την κλαις» του Γιάννη Ρίτσου, ο Γιάννης Μαρκόπουλος προσωποποιεί την πατρίδα στη «Λένγκω: «μάνα/ πες μας πάλι τι ζητάς» ενώ ο Σταύρος Ξαρχάκος με τον Νίκο Γκάτσο μιλούν για τη «Μάνα μου Ελλάς» που, «και στις αρένες του κόσμου το ίδιο ψέμα πάντα κουβαλάς».

Ο Διονύσης Σαββόπουλος κατέγραψε με τον πιο ποιητικό τρόπο τα αντιφατικά μας αισθήματα. Από τη μια ήταν η «ατέλειωτη παράγκα» αλλά και η Ελλάδα «που αντιστέκεται, που επιμένει κι όποιος δεν καταλαβαίνει δεν ξέρει πού πατά και πού πηγαίνει». Το «Δεν υπάρχει ελπίς, στην Ελλάδα ζεις» του 1989 με το θυμωμένο κούρεμα και στο βάθος η ελπίδα:

«Κι ενώ εδώ θα ζούμε καταρρεύσεις/ ο έξω Ελληνισμός θα προχωρεί/ και φως και μουσική μιας άλλης σκέψης/ στη μείζονα Ελλάδα θα εκραγεί».

Δεν ξέρεις τι να πρωτοδιαλέξεις από τους σημαντικούς στιχουργούς. Αξίζει όμως να σταθούμε και στην προβληματική των νεώτερων.Ο Αλκίνοος Ιωαννίδης για παράδειγμα το 2009 μας έδωσε ένα συγκλονιστικό χρονικό στην πολύμορφη «Νεροποντή» του, με το τραγούδι του «Πατρίδα» στο οποίο ξετυλίγει την ελληνική Ιστορία του εικοστού αιώνα και τον τρόπο που τον σημάδεψε.

 «Με τρομάζεις ακόμα, οπαδέ της ομάδας/ του κόμματος σκύλε, της οργάνωσης μάγκα/ διερμηνέα του Θεού, ρασοφ\όρε γκουρού/ τσολιαδάκι φτιαγμένο, προσκοπάκι χαμένο/ Προσεύχεσαι και σκοτώνεις, τραυλίζεις ύμνους οργής/ έχεις πατρίδα το φόβο, γυρεύεις να βρεις γονείς/μισείς τον μέσα σου ξένο κι όχι, δεν καταλαβαίνω».

Η Ελλάδα του Σωκράτη Μάλαμα έχει το αίσθημα του μετανάστη από τα νεανικά πήγαινε-έλα Ελλάδας - Γερμανίας αλλά και το γιατί. «Αμπέλια και χρυσές ελιές/ μοιάζεις Ελλάδα μου όπως θες/ φωτιά κι αέρας, στο φως της μέρας./ Τη μια ευρωπαία στο κλαρί,/ την άλλη αρχαία προτομή/ Γιατί, γιατί; / Γύρνα και δείξε μου τον δρόμο σου ξανά/».

Ο Σαράντης Αλιβιζάτος με τον Αντώνη Βαρδή κατέγραψαν το 1995 τις συνήθειες των νεοελλήνων, έχοντας ως αρωγό τον Στέλιο Καζαντζίδη και τους αδελφούς Κατσιμίχα. «Στην Ελλάς του δυο χιλιάδες/ γίναν όλοι βασιλιάδες,/ λαϊκοί τραγουδιστάδες./ Στη δικιά μας κοινωνία/ ζούσαμε άλλη αγωνία,/ μην πας στη Γερμανία./ Πες μου τι θα κάνεις τώρα/ έτσι που σε καταντήσαν/ πατρίδα σερβιτόρα./ Στα σκυλάδικα χορεύεις/ μες στη νύχτα ταξιδεύεις/ ταυτότητα γυρεύεις».

Σχεδόν 12 χρόνια αργότερα, το 2007 ο Γιώργος Νταλάρας τραγουδάει τα λόγια του Γιώργου Παυριανού: «Μην ακούς τι λέγεται η Ελλάδα καίγεται/ και τα βράδια κλαίγεται μέσα απ’ το γυαλί/», ένα χρόνο νωρίτερα όμως, μας είχε παρασύρει το hip-hop αίσθημα των Goin’ Through (Νίκος Βουρλιώτης και Μιχάλης Παπαθανασίου) που κατήγγειλαν αυθαιρεσίες και βολέματα στο «Καλημέρα Ελλάδα»: «Να μου ζήσεις Ελλάδα και όλοι οι βουλευτές σου/ Με τ’ αυθαίρετά τους όλοι στις ακρογιαλιές σου/ Με τους χριστιανούς σου που κάνουν νηστεία/ και ό,τι περισσεύει στέλνουν στην Ελβετία».

Στο μεταξύ ο Γιάννης Μηλιώκας σε μια έκρηξη συγγνώμης έγραψε «γι’ όσους πολέμησαν κι αντέχουνε ακόμη». Εκείνοι πάντως που έζησαν τον πόλεμο όπως ο Χρήστος Κολοκοτρώνης και ο Βασίλης Τσιτσάνης σε κάποια τραγούδια τους ζητούσαν την ανεμελιά . «Πόσο ήθελα ρε φίλε/ να’ χα φουλ το πορτοφόλι/ με μια κούρσα να βολτάρω/ μέσα στην Ελλάδα όλη». Τα ταξίδια που ονειρεύονται ο «Θεσσαλός» και ο «Βλάχος» ζητώντας «μπίρα και μεζέ» και βόλτες στα μπουζούκια ήταν ίσως μετεμφυλιακά όνειρα που καθρέφτιζαν τις ανάγκες μιας άλλης Ελλάδας.

Στο τέλος της δεκαετίας του ’80 οι «Φατμέ» έδιναν τη δική τους ματιά, υπολογίζοντας στους εθελοντές. «Σκόνη μια χώρα μες τη σκόνη/ μα πάντα με πληγώνει/ κι αρχίζω ανασκαφές» τραγουδούσε ο Νίκος Πορτοκάλογλου, μιλώντας για την Ελλάδα της γενιάς του. Αυτή που ξοδευόταν στα ηλεκτρικά κλαρίνα με ουίσκι, και ρετσίνα όπως κατέγραψε σε ένα άλλο τραγούδι του, βάζοντας τα όρια:

«Δεν είναι το σχολείο/ και το Πολυτεχνείο/ δεν είναι το Εθνικό Ωδείο./ Δεν είναι το Μουσείο/ ιστορικό μνημείο/ δεν είναι γραφικό τοπίο/. Δεν είναι τα αρχαία/ θρησκευτικά και νέα/ δεν είναι η ένδοξη σημαία/ Δεν είναι εκείνη η όψη/ και του σπαθιού η κόψη/ εγώ αλλιώς την έχω νιώσει./ Το μέτρο και το πάθος/ είναι η δικιά μου Ελλάδα».

Ο Βασίλης Νικολαΐδης τραγουδούσε την ίδια εποχή για την «Ελλάδα των αδέσποτων σκυλιών», ενώ ο Διονύσης Τσακνής και ο Βασίλης Μπουντούρης μας μίλησαν για το πόσο τους αρέσει «αυτό που λέγεται Ελλάς /μπορείς μαζί της άμα θέλεις να γελάς,/ μπορείς ακόμα με το χάλι της να κλαις/ και ιστορίες ατελείωτες να λες». Σε κάθε δυσκολία πάντως, οι νέοι τραγουδούν το «Γυρίζω τις πλάτες μου στο μέλλον/ στο μέλλον που φτιάχνετε όπως θέλετε».

Η Χάρις Αλεξίου με τα μάτια της Λίνας Νικολακοπούλου έκανε διάσημο το «Μάτια μου η Ελλάδα/ την πάει την φεγγαράδα/», είπε όμως και τη «Ελένη» του Μπάμπη Τσικληρόπουλου σε μουσική πάλι του Θάνου Μικρούτσικου: «Να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο/ κι άλλο εκείνη να σε πεθαίνει».

Εύστοχοι και οι νέοι

Από τα πιο εύστοχα πρόσφατα τραγούδια είναι του Στάθη Δρογώση που τα ’ψαλε στη θλιμμένη γενιά του ’60:
 «Τι έχουν να μας πούνε/ για τη χαμένη Ελλάδα,/ στα ψέματα θρηνούνε,/ κροκοδείλια δάκρυα./ Θλιβεροί ρατσιστές και νεόπλουτοι,/ κομματόσκυλα, ψεύτες, τομάρια,/ αμόρφωτοι, κλέφτες, νεοορθόδοξοι,/ ζητωκραυγάζαν για την Ολυμπιάδα».

 Όσο για τις αγωνίες των σημερινών 25ρηδων τις εκφράζει με χιούμορ η νεοφερμένη στη δισκογραφία Σοφία Κουρτίδου που τραγουδά τις συνέπειες του Μνημονίου, στο «Δανεικά ιδανικά».

Πάντως, ότι κι αν λέει ο καθένας μας, όλοι φαίνεται να έχουμε ανάγκη αυτή τη δισυπόστατη ματιά του Ρασούλη και της Βάσως Αλαγιάννη «Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ/ και βαθιά σ’ ευχαριστώ/ γιατί μ’ έμαθες και ξέρω/ ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ/ να πεθαίνω όπου πατώ/ και να μην σε υποφέρω».
Καθρεφτίζει αυτά που περιέχουμε όλοι: αγάπη και απογοήτευση.
Γιώτα Σύκκα

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια