Τα κουδαραιϊκα είναι δημιουργημα αποκλειστικως αρρενων γλωσσοπλαστων, καθοτι τον καιρο εκεινον, οι γυναικες καθοντουσαν στα σπιτια τους και δεν ανακατευοντουσαν στις δουλειες των ανδρων.
Συνεπως προκειται για γλωσσα αμιγως φαλλοκρατικη…
Αιδοιον = τσαφκι
[Το αρσενικο γεννητικο οργανον αποκαλειται: παλιος]
ακουω = τσιλιζου
αργια, καθισιο = σταμιμα
αργω, καθομαι, αραζω = σταμεβου
αφεντικος, κυριος, αρχοντας = μπαρός
αφεντικίνα = [η] μπαρέσιου
άντρας = ντατ’ς
Βυζακια [θηλεως προφανως] = γκουζβιτσα ή μπουκλις
[συνανταται κυριως σε φρασεις με σεξουαλικο περιεχομενο, π.χ. φουραει γκουζβιτσα η αγκιδα = εχει ωραια βυζακια η κοπελα, μπουκλις για πραχαλτζ’μα = βυζακια για χαϊδεμα]
βιβλια = μαυρουδιαρ’κα
[Από το ουσιαστικο μαυρουδια, που σημαινει: τα γραμματα]
* Στη συντριπτικη τους πλειοψηφια οι κουδαραιοι, ησαν εντελως αναλφαβητοι. Μιας και δεν ηξεραν λοιπον να ξεχωρισουν το κάθε γραμμα, τα αποκαλουσαν όλα μαζι, μαυρουδια διοτι ετσι τα αντιλαμβανοντουσαν. Είναι, σαν να λεμε το συνδρομο του Κινεζου. Μιας και δεν εχουμε συνηθισει τις φατσες τους, τους βλεπουμε ολους ιδιους και τους αποκαλουμε κιτρινιαρηδες ή σχιστοματες…
βλεπω = βιζιωνου ή γυαλιζου
βοδι = μπουλοβου
βοϊδακι = μπουλοβακι
βρακι = καστελ’ ή σακους
βροχη = ταμπακου
βρεχει = ταμπακιζει
βρυση = η κατουρου
Γάμος = νταρους
γαλα = ασπρουδ’
γαμπες γυναικειες = αγουγιατ’ς ή τσερα [π.χ. βιζιωνω τσ’ αγουγιατ’ς = παιρνω ματι τις γαμπες της]
γαϊδουρα = μπασμαδου
γέρος = κρουτους
γνωριζω = τολιζου [π.χ. τολιζεις τα κουδαραιϊκα = γνωριζεις τα μαστορικά?]
γρια = κουρτσα ή κρουτσου, σταμου [εχει και τη σημασια της μανας]
γυαλια = τζαμια
γυναικα = αγκιδα ή ζιενα [π.χ. φουραει ντιοντιους η ζιενα = εχει έναν κωλο, η γυναικα…]
γυφτος = μπαγγους
γυφτοπουλα = μπαγκοπουλα
γκαστρωνω = καντζιενου
γραμματα = μαυρουδιαρ’κα
Δασκαλα = μαυρουδιαρα
δασκαλος = μαυρουδιαρ’ς ή μαυρουδης
διδω = αραξω [π.χ. αραξι μια φουντιαρα = δωκε μου ένα τσιγαρο]
δικηγορος ή δημοσιος υπαλληλος = φαγανα
* Μελετωντας τις παλαιες ιδιολεκτους, διαπιστωνει κανεις ότι στον τοπον αυτόν, μερικα πραγματα παραμενουν ιδια…
δουλειά, εργασια = [η] ραπου
δραχμη = ραλουτου
δρομος = μακρυνιτσα
δρουτσιλου = η φακη
εγκυος = καντζιουμεν’
εργασια = ρουπου
ερχομαι = ξεσερνου [το ρημα εχει και τη σημασια του πηγαινω ή φευγω, π.χ. που ξισερν’ς = που πας, ξισερν’ η νιθερου = ερχεται η φοραδα…]
ερχομος = ξεσυρμα
εχω, ειμαι, φερω, διαθετω = φουραου [το φουραω χρησιμοποιειται συχνοτατα και ως βοηθητικο, π.χ. φουραει ορματ’ η μπαρεσιου = είναι ομορφη η αφεντικινα, φουραει τσεπους ο μπαρός = εχει φραγκα ο αφεντικος]
Ημερα = ντένα
ημερομισθιο = ντινιατ’κου, κουλουβο
ηλιος = ρανους ή ραϊκους
Ιωαννινα = Ντουκανα [η λεξη εχει και τη σημασια του μεγαλου. Χρησιμοποιειται για τα Ιωαννινα επειδη ηταν η μεγαλη πολη της Ηπειρου]
Καμω = πραβιζω [συχνα με την εννοια του φτιαχνω ή του διαγω, π.χ. τι πραβιζ΄ς κουδα μ’ = τι καμεις μαστορα? Τι φτιαχνεις τωρα μαστορα?]
καταβρεγμα = ταμπακιασμα [χρησιμοποιειται και επι τιμωριας, π.χ. μι καταβρεξ’ η νιθερου = με εκαμε μουσκεμα η μουλαρα]
κατουραω = μοντσεβου
κατουρο = μουτσιμα
κεφαλι = κουρφιαρ’
κλεβω = τσιρικανου
κλοπη = τσιρικουμα
κλεπτης = τσιρκουματης
κοιλια = καντζιου
κοτα = στουρναρα [μεταφορικα και επι γεννας, π.χ. στουρναρισ’ η στουρναρα = γεννησε η κλωσσα]
κοκκορας = στουρναρας
κρασι = τροχος
κρεας = μισιου
κωλος = ντιαντιους [π.χ. τ’ ντιαντιου τα εννιαντενα = του κωλου τα εννιαμερα]
* Επαναλαμβανω εδώ ότι τα μαστορικα είναι γλωσσα εξοχως φαλλοκρατικη. Συνεπως βριθουν από
λεξεις και από φρασεις, που διαθετουν σεξιστικο περιεχομενο και αντιμετωπιζουν τη γυναικα, κυριως ως σεξουαλικο αντικειμενο. Τωρα βεβαια, κατά ποσον είναι καλυτερα τη σημερον ημερα, που οι κυριες αντιμετωπιζονται από τους κυριους ως απλοι συναδελφοι στο γραφειο, αποτελει ένα ζητημα…
λαμπα = φανουρου
λαχανικα = πρασ’ναδια
Μαλλια = απαλουδια
μαστορας = κουδαρ’ς [πληθ. κουδαραιοι] ή κουδας
μαχαιρα = κουφιουγιαννουλα
μουστακι = βουτ’
μεγαλος, Τρανος, Προεστος = γκουλεμους
μικρος = μολετσ’κους
μπατσος, χωροφυλαξ, επιστατης και αλλα κακα συναπαντηματα = γκουλιατ’ς
Ντροπη = μανουρου [π.χ. δε φουραει μανουρου = δεν ντρεπεται]
νυχτα = καλογηρους
Ομιλω = ξιφλιαου π.χ. τι ξιφλιας ισυ ωρε ασακουτι? = τι μιλας εσυ, ρε αβρακωτε?
ομιλια = ξεφλιασμα
ομορφος, καλος = ορματος [συχνα και περιφραστικα: π.χ. φουραει ορματ’ = είναι
ομορφη]
Παιδια = λαγουλια [εχει και τη σημασια των μικρων βοηθων στο μπουλουκι, π.χ. Ημαστε τρεις κουδαραιοι και δυο λαγουλια = ειμαστε τρεις μαστοροι και δυο παιδια/βοηθοι]
παντρευομαι = νταρεύουμι
παπας = κοδβας
παπαδια = κοδβινα
πεθαινω = βαζου
πεθαμενος [ενιοτε και ο παμπτωχος] = βασμενους
πεος = [ο] παλιος
περδομαι = καριευου
πινω [αλκοολ] = τροχευου
πληρωνομαι = κρανιαζου
πουτανα = κουφαλα
Ρουχα = ξουλια
Σεξ [συνουσια] = σκαπους ή τρουγγους
σιωπη, σκασμος = μουκου
σπιτι = κουφιου
συγγενης = ανταμηδους
συνουσιαζομαι = σκαπιζου ή τρουγγιζου [π.χ. σκαπισε τη κουδβινα κι μανουρεψε τον κουρφιαρ’ του = πηδηξε την παπαδια κι εφαγε την κεφαλη του]
Τουρκος = μιλιους
Τουρκοπουλα = μιλιοπουλα
τσιγαρο = καροφυλλου ή φουντιαρα
τροφη = μανου ή ντιρλικ
τρωγω = μανευου ή ντιρλικωνου
Υπνος = γκιμος ή ζαπους
Υπνωττω = ζαπευου
Φασολια = φουσκοκοιλια
φευγω [την κοπαναω] = καψαλιζου, φουραω καψαλα
φοραδα = νιθερου [εχει και τη σημασια της μουλαρας]
φτιαχνω = κραβιζου
Χαϊδευω = πραχαλιτζιου
χαδι = πραχαλιτζ’μα
χερια = κλωναρια
χρηματα = κρανια
χτυπω = γκαβιαζου
χωριο = σελλου
Ψαρι = νιρουπουλ’
ψειρα = κοζα
ψεμματα = πατσαρια
ψωμι = μανο
Να σημειωσω εδω δυο πραγματα.
Πρωτον, τα μαστορικα αναπτυχθηκαν στις περιοχες της Ηπειρου, οπου ηκμασαν σπουδαιοι μαστορες της πετρας.
Γι αυτο και εμφανιζονται καποιες διαφοροποιησεις αναμεσα σε φρασεις και λεξεις των μαστοροχωριων της Σιατιστας και σε αναλογες των ορεινων χωριων των Τζουμερκων.
Δευτερον και κυριοτερον, οι λεξεις εχουν καταχωρηθει με την αλφαβητικη σειρα της σημασιας τους στην νεοελληνικη, πραγμα που πιστευω οτι εξυπηρετει καλυτερα. Η προφορα των κουδαριτικων λεξεων εχει κρατηθει, οσο ηταν δυνατο και στην γραπτη διατυπωση της καθε λεξης.
Ειναι γνωστο οτι στις ντοπιολαλιες της Ηπειρου υπαρχουν αρκετες γραμματικες ιδιαιτεροτητες, οπως επι παραδειγματι η μετατροπη του -ο σε -ου, η αποκοπη ατονων φωνηεντων κ.λπ.
panusis
Συνεπως προκειται για γλωσσα αμιγως φαλλοκρατικη…
Αιδοιον = τσαφκι
[Το αρσενικο γεννητικο οργανον αποκαλειται: παλιος]
ακουω = τσιλιζου
αργια, καθισιο = σταμιμα
αργω, καθομαι, αραζω = σταμεβου
αφεντικος, κυριος, αρχοντας = μπαρός
αφεντικίνα = [η] μπαρέσιου
άντρας = ντατ’ς
Βυζακια [θηλεως προφανως] = γκουζβιτσα ή μπουκλις
[συνανταται κυριως σε φρασεις με σεξουαλικο περιεχομενο, π.χ. φουραει γκουζβιτσα η αγκιδα = εχει ωραια βυζακια η κοπελα, μπουκλις για πραχαλτζ’μα = βυζακια για χαϊδεμα]
βιβλια = μαυρουδιαρ’κα
[Από το ουσιαστικο μαυρουδια, που σημαινει: τα γραμματα]
* Στη συντριπτικη τους πλειοψηφια οι κουδαραιοι, ησαν εντελως αναλφαβητοι. Μιας και δεν ηξεραν λοιπον να ξεχωρισουν το κάθε γραμμα, τα αποκαλουσαν όλα μαζι, μαυρουδια διοτι ετσι τα αντιλαμβανοντουσαν. Είναι, σαν να λεμε το συνδρομο του Κινεζου. Μιας και δεν εχουμε συνηθισει τις φατσες τους, τους βλεπουμε ολους ιδιους και τους αποκαλουμε κιτρινιαρηδες ή σχιστοματες…
βλεπω = βιζιωνου ή γυαλιζου
βοδι = μπουλοβου
βοϊδακι = μπουλοβακι
βρακι = καστελ’ ή σακους
βροχη = ταμπακου
βρεχει = ταμπακιζει
βρυση = η κατουρου
Γάμος = νταρους
γαλα = ασπρουδ’
γαμπες γυναικειες = αγουγιατ’ς ή τσερα [π.χ. βιζιωνω τσ’ αγουγιατ’ς = παιρνω ματι τις γαμπες της]
γαϊδουρα = μπασμαδου
γέρος = κρουτους
γνωριζω = τολιζου [π.χ. τολιζεις τα κουδαραιϊκα = γνωριζεις τα μαστορικά?]
γρια = κουρτσα ή κρουτσου, σταμου [εχει και τη σημασια της μανας]
γυαλια = τζαμια
γυναικα = αγκιδα ή ζιενα [π.χ. φουραει ντιοντιους η ζιενα = εχει έναν κωλο, η γυναικα…]
γυφτος = μπαγγους
γυφτοπουλα = μπαγκοπουλα
γκαστρωνω = καντζιενου
γραμματα = μαυρουδιαρ’κα
Δασκαλα = μαυρουδιαρα
δασκαλος = μαυρουδιαρ’ς ή μαυρουδης
διδω = αραξω [π.χ. αραξι μια φουντιαρα = δωκε μου ένα τσιγαρο]
δικηγορος ή δημοσιος υπαλληλος = φαγανα
* Μελετωντας τις παλαιες ιδιολεκτους, διαπιστωνει κανεις ότι στον τοπον αυτόν, μερικα πραγματα παραμενουν ιδια…
δουλειά, εργασια = [η] ραπου
δραχμη = ραλουτου
δρομος = μακρυνιτσα
δρουτσιλου = η φακη
εγκυος = καντζιουμεν’
εργασια = ρουπου
ερχομαι = ξεσερνου [το ρημα εχει και τη σημασια του πηγαινω ή φευγω, π.χ. που ξισερν’ς = που πας, ξισερν’ η νιθερου = ερχεται η φοραδα…]
ερχομος = ξεσυρμα
εχω, ειμαι, φερω, διαθετω = φουραου [το φουραω χρησιμοποιειται συχνοτατα και ως βοηθητικο, π.χ. φουραει ορματ’ η μπαρεσιου = είναι ομορφη η αφεντικινα, φουραει τσεπους ο μπαρός = εχει φραγκα ο αφεντικος]
Ημερα = ντένα
ημερομισθιο = ντινιατ’κου, κουλουβο
ηλιος = ρανους ή ραϊκους
Ιωαννινα = Ντουκανα [η λεξη εχει και τη σημασια του μεγαλου. Χρησιμοποιειται για τα Ιωαννινα επειδη ηταν η μεγαλη πολη της Ηπειρου]
Καμω = πραβιζω [συχνα με την εννοια του φτιαχνω ή του διαγω, π.χ. τι πραβιζ΄ς κουδα μ’ = τι καμεις μαστορα? Τι φτιαχνεις τωρα μαστορα?]
καταβρεγμα = ταμπακιασμα [χρησιμοποιειται και επι τιμωριας, π.χ. μι καταβρεξ’ η νιθερου = με εκαμε μουσκεμα η μουλαρα]
κατουραω = μοντσεβου
κατουρο = μουτσιμα
κεφαλι = κουρφιαρ’
κλεβω = τσιρικανου
κλοπη = τσιρικουμα
κλεπτης = τσιρκουματης
κοιλια = καντζιου
κοτα = στουρναρα [μεταφορικα και επι γεννας, π.χ. στουρναρισ’ η στουρναρα = γεννησε η κλωσσα]
κοκκορας = στουρναρας
κρασι = τροχος
κρεας = μισιου
κωλος = ντιαντιους [π.χ. τ’ ντιαντιου τα εννιαντενα = του κωλου τα εννιαμερα]
* Επαναλαμβανω εδώ ότι τα μαστορικα είναι γλωσσα εξοχως φαλλοκρατικη. Συνεπως βριθουν από
λεξεις και από φρασεις, που διαθετουν σεξιστικο περιεχομενο και αντιμετωπιζουν τη γυναικα, κυριως ως σεξουαλικο αντικειμενο. Τωρα βεβαια, κατά ποσον είναι καλυτερα τη σημερον ημερα, που οι κυριες αντιμετωπιζονται από τους κυριους ως απλοι συναδελφοι στο γραφειο, αποτελει ένα ζητημα…
λαμπα = φανουρου
λαχανικα = πρασ’ναδια
Μαλλια = απαλουδια
μαστορας = κουδαρ’ς [πληθ. κουδαραιοι] ή κουδας
μαχαιρα = κουφιουγιαννουλα
μουστακι = βουτ’
μεγαλος, Τρανος, Προεστος = γκουλεμους
μικρος = μολετσ’κους
μπατσος, χωροφυλαξ, επιστατης και αλλα κακα συναπαντηματα = γκουλιατ’ς
Ντροπη = μανουρου [π.χ. δε φουραει μανουρου = δεν ντρεπεται]
νυχτα = καλογηρους
Ομιλω = ξιφλιαου π.χ. τι ξιφλιας ισυ ωρε ασακουτι? = τι μιλας εσυ, ρε αβρακωτε?
ομιλια = ξεφλιασμα
ομορφος, καλος = ορματος [συχνα και περιφραστικα: π.χ. φουραει ορματ’ = είναι
ομορφη]
Παιδια = λαγουλια [εχει και τη σημασια των μικρων βοηθων στο μπουλουκι, π.χ. Ημαστε τρεις κουδαραιοι και δυο λαγουλια = ειμαστε τρεις μαστοροι και δυο παιδια/βοηθοι]
παντρευομαι = νταρεύουμι
παπας = κοδβας
παπαδια = κοδβινα
πεθαινω = βαζου
πεθαμενος [ενιοτε και ο παμπτωχος] = βασμενους
πεος = [ο] παλιος
περδομαι = καριευου
πινω [αλκοολ] = τροχευου
πληρωνομαι = κρανιαζου
πουτανα = κουφαλα
Ρουχα = ξουλια
Σεξ [συνουσια] = σκαπους ή τρουγγους
σιωπη, σκασμος = μουκου
σπιτι = κουφιου
συγγενης = ανταμηδους
συνουσιαζομαι = σκαπιζου ή τρουγγιζου [π.χ. σκαπισε τη κουδβινα κι μανουρεψε τον κουρφιαρ’ του = πηδηξε την παπαδια κι εφαγε την κεφαλη του]
Τουρκος = μιλιους
Τουρκοπουλα = μιλιοπουλα
τσιγαρο = καροφυλλου ή φουντιαρα
τροφη = μανου ή ντιρλικ
τρωγω = μανευου ή ντιρλικωνου
Υπνος = γκιμος ή ζαπους
Υπνωττω = ζαπευου
Φασολια = φουσκοκοιλια
φευγω [την κοπαναω] = καψαλιζου, φουραω καψαλα
φοραδα = νιθερου [εχει και τη σημασια της μουλαρας]
φτιαχνω = κραβιζου
Χαϊδευω = πραχαλιτζιου
χαδι = πραχαλιτζ’μα
χερια = κλωναρια
χρηματα = κρανια
χτυπω = γκαβιαζου
χωριο = σελλου
Ψαρι = νιρουπουλ’
ψειρα = κοζα
ψεμματα = πατσαρια
ψωμι = μανο
Να σημειωσω εδω δυο πραγματα.
Πρωτον, τα μαστορικα αναπτυχθηκαν στις περιοχες της Ηπειρου, οπου ηκμασαν σπουδαιοι μαστορες της πετρας.
Γι αυτο και εμφανιζονται καποιες διαφοροποιησεις αναμεσα σε φρασεις και λεξεις των μαστοροχωριων της Σιατιστας και σε αναλογες των ορεινων χωριων των Τζουμερκων.
Δευτερον και κυριοτερον, οι λεξεις εχουν καταχωρηθει με την αλφαβητικη σειρα της σημασιας τους στην νεοελληνικη, πραγμα που πιστευω οτι εξυπηρετει καλυτερα. Η προφορα των κουδαριτικων λεξεων εχει κρατηθει, οσο ηταν δυνατο και στην γραπτη διατυπωση της καθε λεξης.
Ειναι γνωστο οτι στις ντοπιολαλιες της Ηπειρου υπαρχουν αρκετες γραμματικες ιδιαιτεροτητες, οπως επι παραδειγματι η μετατροπη του -ο σε -ου, η αποκοπη ατονων φωνηεντων κ.λπ.
panusis
0 Σχόλια