Η ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ►

Πώς έφτιαξε ο Θεός τον άντρα

Την έκτη μέρα ο Θεός έπρεπε να πλάσει τον άντρα.
Αλλά επειδή ήταν Σάββατο, εκτός που βαριόταν, δεν είχε κι έμπνευση.
Κοίταξε το ρολόι του και σιχτίρισε που μια ζωή άφηνε τις χαμαλοδουλειές τελευταίες.
Βγήκε στον κήπο σέρνοντας βαριεστημένα τις παντόφλες του.
Έφτασε σε ένα παρτέρι. Ξεφύσηξε δυνατά κι έπιασε μια χούφτα χώμα. Κοίταξε τριγύρω για το λάστιχο του ποτίσματος και είδε ότι ήταν τυλιγμένο κάτω απ΄ τη βρύση. Ναι, αλλά ποιος πήγαινε μέχρι τη βρύση.
"Ω, ρε που έμπλεξα…" μονολόγησε.

Γυρίζει στο πλάι και ρίχνει ένα σφύριγμα κοιτάζοντας το φράχτη.
"Πού είναι;".
Βάζει τα δυο δάχτυλα στο στόμα να σφυρίξει πιο δυνατά.

Ξαφνικά, ακούγεται ένα κουδουνάκι και εμφανίζεται ο Τζακ, κουνώντας την ουρά του. Πλησιάζει και στέκεται λαχανιασμένος μπροστά στο Θεό με τη γλώσσα έξω.

"Πού είσαι ρε Τζακ; Θέλω βοήθεια" του λέει ο Θεός, δείχνοντας τη χούφτα του. "Για κατούρα εδώ".
"Γαβ!" απαντάει χαρούμενος ο σκύλος, σηκώνει το πόδι και κατουράει με ανακούφιση.
"Είσαι ένας άγγελος. Άντε να παίξεις κι αν αποτύχει αυτό που φτιάχνω, θα σε κατεβάσω στη γη να γελάς με τις μαλακίες του".
Έριξε μια γλειψιά στο Θεό και εξαφανίστηκε πίσω από τις φυλλωσιές, κουνώντας τσαχπίνικα τον κώλο του.
Ο Δημιουργός χωρίς καθυστέρηση ξεκίνησε να πλάθει τον πηλό.

Αφού τον ζύμωσε για λίγο στα χέρια, άρχισε να του δίνει σχήμα. Έφτιαξε πρώτα ένα σώμα, μετά του έβαλε κεφάλι, ύστερα δυο χέρια και μετά τα πόδια.

Πήρε ανάσα και το κοίταξε καλά γύρω-γύρω.
"Για ξεπέτα, μια χαρά μου βγήκε".
Στα χέρια του όμως είχε μείνει λίγος πηλός ακόμα. Τον ζύγισε στη χούφτα προβληματισμένος και αναρωτήθηκε:
"Τι να το κάνω τώρα αυτό; Αμαρτία να το πετάξω…Να του το βάλω για μυαλό;…Μπα, είναι πολύ, δε χωράει.

Έξυσε το μέτωπο κατσούφης, χαλώντας τη χωρίστρα του.
Ξαφνικά χαμογέλασε.
"Το βρήκα! Θα του το κάνω τσουτσούνι!”. 

ΣΧΟΛΙΑ

0 Σχόλια