Τα κολοκυθάκια (Cucurbita pepo), όπως και οι κολοκύθες (Cucurbita moscata), ανήκουν στο ίδιο γένος (Cucurbita ceae).
Στο τραπέζι μας συναντάμε πιο συχνά το πρώτο.
Λαχανικό με μεγάλη διατροφική αξία, έχει βρώσιμα κίτρινα άνθη και σάρκα που τρώγεται σε σαλάτες, σούπες ή τηγανητά.
Πρόκειται για ετήσιο φυτό, που κατάγεται από την Κεντρική Αμερική (στο Μεξικό, μάλιστα, έχουν βρεθεί σπόροι ηλικίας 7.000 ετών που στην Ευρώπη ήρθαν τον 16ο αιώνα).
Ανάλογα με το είδος και την ποικιλία, ο καρπός του διαφέρει.
Έτσι, η σάρκα του μπορεί να είναι λευκή, κίτρινη ή πορτοκαλί και η φλούδα πράσινη, γκρίζα, άσπρη, κίτρινη ή και πολύχρωμη.
Στην αγορά βρίσκουμε αρκετές ποικιλίες και υβρίδια, τα οποία διαφέρουν μεταξύ τους στο χρώμα, το σχήμα (κυλινδρικά, σφαιρικά ή αχλαδόμορφα), το μέγεθος, στην παραγωγικότητά τους, την πρωιμότητά τους και την ανθεκτικότητα που μπορούν να έχουν σε διάφορες ασθένειες.
Σε γενικές γραμμές, τα κολοκυθάκια χωρίζονται σε ανοιχτοπράσινα και σκουροπράσινα.
Τα πρώτα καλλιεργούνται κυρίως στη Β.Ελλάδα, ενώ τα δεύτερα στη Ν.Ελλάδα.
Ενδιαφέρον έχουν και τα καμποκολόκυθα, τα οποία είναι εγχώρια πρώιμη ποικιλία, πολύ παραγωγική, με καρπούς πράσινου ή λευκοπράσινου χρώματος, που είναι πιο στενά στη μέση. Υπάρχουν επίσης και τα υπόλευκα της Θεσσαλονίκης και τα ντόπια πράσινα, με σχήμα κυλινδρικό και έντονο πράσινο χρώμα.
* Πότε τα βρίσκουμε
Στην αγορά τα βρίσκουμε σχεδόν όλο τον χρόνο, αλλά η εποχή τους είναι το καλοκαίρι.
Από τα μέσα του Νοεμβρίου έως και το Μάρτιο πωλούνται θερμοκηπιακής καλλιέργειας, ενώ από τον Ιούνιο μέχρι και τα τέλη Σεπτεμβρίου συγκομίζονται τα υπαίθρια, που σπέρνονται από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάιο.
Για όψιμη παραγωγή μπορούν να σπαρθούν τον Ιούλιο και να συγκομισθούν από τα μέσα Αυγούστου έως τέλη Οκτωβρίου.
Λόγω της καταγωγής τους είναι ευπαθή στις χαμηλές θερμοκρασίες, αλλά ανθεκτικά στην ξηρασία. Είναι πολύ φτωχά σε θερμίδες (τα 100 γραμμάρια έχουν μόλις 15 kcal) και έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό (94%).
Η σάρκα τους δεν περιέχει άλατα και πολλές βιταμίνες, σε αντίθεση με τα άνθη τους, που είναι πλούσια σε βιταμίνη Α.
Είναι κατάλληλα για δίαιτες και μπορούν επίσης να μπουν στη διατροφή των παιδιών ακόμη και από τη βρεφική ηλικία.
Έχουν αποτοξινωτική και διουρητική δράση και η Ιατρική τους αποδίδει θεραπευτικές ιδιότητες για τις παθήσεις του πεπτικού συστήματος, ακόμη και για πρόληψη του καρκίνου.
* Πώς συντηρούνται.
Στα οικιακά ψυγεία διατηρούνται καλά μέχρι 7 ημέρες, εάν είναι φρεσκοκομμένα και εφόσον τα πλύνουμε και τα στεγνώσουμε, τα βάλουμε σε μια πλαστική σακούλα, στην οποία έχουν ανοίξει τρύπες για να αερίζονται.
Επιλέγουμε φρεσκοκομμένα κολοκυθάκια που διατηρούν τμήμα του κοτσανιού.
Το χρώμα τους πρέπει να είναι λαμπερό και η σάρκα τους σκληρή χωρίς χτυπήματα.
Τα προερχόμενα από βιολογική καλλιέργεια κολοκυθάκια, λόγω της μικρότερης περιεκτικότητά τους σε νερό, διατηρούνται περισσότερο.
Ηλίας Κάνταρος.
Στο τραπέζι μας συναντάμε πιο συχνά το πρώτο.
Λαχανικό με μεγάλη διατροφική αξία, έχει βρώσιμα κίτρινα άνθη και σάρκα που τρώγεται σε σαλάτες, σούπες ή τηγανητά.
Πρόκειται για ετήσιο φυτό, που κατάγεται από την Κεντρική Αμερική (στο Μεξικό, μάλιστα, έχουν βρεθεί σπόροι ηλικίας 7.000 ετών που στην Ευρώπη ήρθαν τον 16ο αιώνα).
Ανάλογα με το είδος και την ποικιλία, ο καρπός του διαφέρει.
Έτσι, η σάρκα του μπορεί να είναι λευκή, κίτρινη ή πορτοκαλί και η φλούδα πράσινη, γκρίζα, άσπρη, κίτρινη ή και πολύχρωμη.
Στην αγορά βρίσκουμε αρκετές ποικιλίες και υβρίδια, τα οποία διαφέρουν μεταξύ τους στο χρώμα, το σχήμα (κυλινδρικά, σφαιρικά ή αχλαδόμορφα), το μέγεθος, στην παραγωγικότητά τους, την πρωιμότητά τους και την ανθεκτικότητα που μπορούν να έχουν σε διάφορες ασθένειες.
Τα πρώτα καλλιεργούνται κυρίως στη Β.Ελλάδα, ενώ τα δεύτερα στη Ν.Ελλάδα.
Ενδιαφέρον έχουν και τα καμποκολόκυθα, τα οποία είναι εγχώρια πρώιμη ποικιλία, πολύ παραγωγική, με καρπούς πράσινου ή λευκοπράσινου χρώματος, που είναι πιο στενά στη μέση. Υπάρχουν επίσης και τα υπόλευκα της Θεσσαλονίκης και τα ντόπια πράσινα, με σχήμα κυλινδρικό και έντονο πράσινο χρώμα.
Στην αγορά τα βρίσκουμε σχεδόν όλο τον χρόνο, αλλά η εποχή τους είναι το καλοκαίρι.
Από τα μέσα του Νοεμβρίου έως και το Μάρτιο πωλούνται θερμοκηπιακής καλλιέργειας, ενώ από τον Ιούνιο μέχρι και τα τέλη Σεπτεμβρίου συγκομίζονται τα υπαίθρια, που σπέρνονται από τον Απρίλιο μέχρι τον Μάιο.
Για όψιμη παραγωγή μπορούν να σπαρθούν τον Ιούλιο και να συγκομισθούν από τα μέσα Αυγούστου έως τέλη Οκτωβρίου.
Λόγω της καταγωγής τους είναι ευπαθή στις χαμηλές θερμοκρασίες, αλλά ανθεκτικά στην ξηρασία. Είναι πολύ φτωχά σε θερμίδες (τα 100 γραμμάρια έχουν μόλις 15 kcal) και έχουν μεγάλη περιεκτικότητα σε νερό (94%).
Η σάρκα τους δεν περιέχει άλατα και πολλές βιταμίνες, σε αντίθεση με τα άνθη τους, που είναι πλούσια σε βιταμίνη Α.
Είναι κατάλληλα για δίαιτες και μπορούν επίσης να μπουν στη διατροφή των παιδιών ακόμη και από τη βρεφική ηλικία.
Έχουν αποτοξινωτική και διουρητική δράση και η Ιατρική τους αποδίδει θεραπευτικές ιδιότητες για τις παθήσεις του πεπτικού συστήματος, ακόμη και για πρόληψη του καρκίνου.
Στα οικιακά ψυγεία διατηρούνται καλά μέχρι 7 ημέρες, εάν είναι φρεσκοκομμένα και εφόσον τα πλύνουμε και τα στεγνώσουμε, τα βάλουμε σε μια πλαστική σακούλα, στην οποία έχουν ανοίξει τρύπες για να αερίζονται.
Επιλέγουμε φρεσκοκομμένα κολοκυθάκια που διατηρούν τμήμα του κοτσανιού.
Το χρώμα τους πρέπει να είναι λαμπερό και η σάρκα τους σκληρή χωρίς χτυπήματα.
Τα προερχόμενα από βιολογική καλλιέργεια κολοκυθάκια, λόγω της μικρότερης περιεκτικότητά τους σε νερό, διατηρούνται περισσότερο.
Ηλίας Κάνταρος.
0 Σχόλια