Στην Όλυμπο της Καρπάθου, το ορεινό χωριό της μακρινής Δωδεκανήσου, ο ηλεκτρισμός ήρθε κάπου στη δεκαετία του ΄80.
Ο δρόμος, πάλι, 25 - 30 χρόνια μετά, ακόμα να φτιαχτεί.
Και κάπως έτσι η πρώτη εικόνα του ιδιαίτερου αυτού χωριού, που είναι χτισμένο στα 250 μ., κατά μήκος του αυχένα που συνδέει δύο κορυφές του βουνού Προφήτης Ηλίας (παλαιότερη ονομασία: 'Ολυμπος) της βόρειας Καρπάθου, ξεπροβάλλει σαν γλυκιά επιβράβευση για τη δύσκολη διαδρομή που έχεις ακολουθήσει.
Η Όλυμπος, που χτίστηκε κατά τα πρότυπα της αρχιτεκτονικής των μεσαιωνικών νησιωτικών οικισμών, και κάπως έτσι διατηρείται μέχρι σήμερα, απλώνεται σε Ανατολή και Δύση.
Στο ψηλότερο σημείο της δεσπόζουν οι χαρακτηριστικοί πεταλόσχημοι ανεμόμυλοι.
Τα σπίτια της δυτικής πλευράς στέκονται πάνω από γκρεμό που καταλήγει στη θάλασσα, ενώ στην ανατολική απλώνονται προς μια καταπράσινη - τώρα την άνοιξη - κοιλάδα, που έχει πρόσβαση στο επίνειό της, το Διαφάνι.
Σε αυτό τον απομονωμένο γεωγραφικά τόπο, ζει και δημιουργεί η μικρή αυτάρκης κοινωνία της Ολύμπου.
Μια κοινότητα ορεσίβιων...νησιωτών - κτηνοτρόφων, γεωργών, αλλά και οικοδόμων, ξυλουργών, υποδηματοποιών και πλέον εμπλεκομένων με τον τουρισμό - που παρά την επαφή τους με τον νεοελληνικό πολιτισμό, έχουν κρατήσει ακόμα στοιχεία της δωρικής διαλέκτου στη γλώσσα τους, συνθέτουν και τραγουδούν μαντινάδες υπό τους ήχους της δωδεκανησιακής λύρας και υπακούν σε ....απαράβατους μέχρι σήμερα κανόνες ηθικής, που αφορούν κυρίως τη θέση των δύο φύλων.
Αυτή η προαιώνια μάχη που δίνεται απ άκρη σ άκρη σε ολόκληρο τον κόσμο και, βέβαια, και σ ετούτη την καλά κρυμμένη γωνιά των Δωδεκανήσων.
Και είναι παράξενο, αν σκεφτεί κανείς ότι και εδώ η γυναίκα αποτελούσε πάντοτε το στυλοβάτη κάθε οικογένειας.
Οι άντρες, τα παλαιότερα χρόνια, αναζητούσαν δουλειά στην ξενιτιά και οι γυναίκες έμεναν πίσω, αναλαμβάνοντας όλα τα καθήκοντα: να καλλιεργούν τα χωράφια, να δουλεύουν στους μύλους, να υφαίνουν, να κρατούν το σπίτι και να μεγαλώνουν τα παιδιά.
Γι αυτό και οι γυναίκες της Ολύμπου, με τις μεγαλύτερες σε ηλικία να φορούν καθημερινά την τοπική τους ενδυμασία, ξεχωρίζουν για τη λεβεντιά και την υπερηφάνειά τους, ενώ ο πρωταρχικός ρόλος που έπαιξαν στη μικρή αυτή κοινωνία συνέλαβε ιδιαίτερα στο να διασωθούν ως τις μέρες μας τα ήθη και τα έθιμα του τόπου.
Και μαζί με αυτά, ένα αυστηρό και εξαιρετικά ενδιαφέρον τελετουργικό που ακολουθείται απαρεγκλίτως μέσα στο πέρασμα των χρόνων τόσο τη Μεγάλη Εβδομάδα όσο και στη συνέχεια, κατά τον εορτασμό του χαρμόσυνου νέου της Ανάστασης και της Λαμπρής Τρίτης.
*..Τις πρώτες ημέρες της Μεγάλης Εβδομάδας, οι γυναίκες βάφουν τα πασχαλινά αυγά και ανάβουν τους λιθόχτιστους φούρνους που βρίσκονται διάσπαρτοι στις γειτονιές του χωριού, για να ψήσουν σταυροκούλουρα και λαμπροκούλουρα, που προσφέρουν σε κάθε σπίτι από την Ανάσταση και για σαράντα μέρες μέχρι την Ανάληψη.
Και κάθε βράδυ παρακολουθούν τον εσπερινό που πραγματοποιείται στην κεντρική εκκλησία του χωριού, την Κοίμηση της Θεοτόκου, με τις τοιχογραφίες από την εποχή της τουρκοκρατίας και το εξαιρετικό ξυλόγλυπτο τέμπλο.
Στην εκκλησία, οι γυναίκες μπαίνουν από την πίσω πόρτα, την πόρτα του "γυναικίτη"
* Τη Μεγάλη Παρασκευή, μαυροφορεμένες όλες τους, στολίζουν τον Επιτάφιο, για να ακολουθήσει έπειτα μία από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές που μπορεί να ζήσει κανείς την ημέρα του μεγάλου πένθους της Ορθοδοξίας.
Οι γυναίκες τοποθετούν στον στολισμένο με όλα τα λουλούδια και τα χρώματα της άνοιξης ξύλινο κιβούρι τις φωτογραφίες των προσώπων που έφυγαν εκείνη τη χρονιά και καρφιτσώνουν μαζί τους μαντινάδες αφιερωμένες στη μνήμη τους.
Ο Επιτάφιος μπαίνει στην εκκλησία κι εκείνες βγάζουν τις μαντίλες τους, λύνουν τα μαλλιά τους και θρηνούν για τον Χριστό και τους εκλιπόντες αγαπημένους τους.
Τα μάτια όλων δακρύζουν. Ντόπιων και επισκεπτών, Ελλήνων και ξένων.
Η υπόλοιπη μέρα περνά βουβά, μέχρι να φτάσει το βράδυ.
Η περιφορά του Επιταφίου γίνεται απ άκρη σ άκρη στο χωριό, ως τις ψηλότερες γειτονιές του, με στάσεις - για να διαβαστούν ονόματα πεθαμένων - μπροστά από κάθε σπίτι που κατοικείται και είναι ανοιχτό.
* Το Μεγάλο Σάββατο το κλίμα αλλάζει. Είναι η ημέρα που ετοιμάζεται το λαμπριάτικο οφτό.
Το γεύμα δηλαδή της επομένης, που δεν είναι άλλο από κατσικάκι ή αρνί με γέμιση, που έχει σαν κύριο συστατικό το ρύζι. Το οφτό θέλει ώρες πολλές για να γίνει, γι αυτό και σιγοψήνεται ήδη από το Σάββατο στους ξυλόφουρνους του χωριού.
* Το βράδυ η Ανάσταση γιορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα και την Κυριακή του Πάσχα ολόκληρη η Όλυμπος πλημμυρίζει χαρά και δονείται από τις λύρες, τις τσαμπούνες και τα λαούτα, από τα τραγούδια και τους χορούς.
Μετά τη δεύτερη Ανάσταση, πολλοί μαζεύονται στη μεγάλη πλατεία του χωριού, στις ταβέρνες και στα καφενεία, και αρχίζουν τα όργανα και οι μαντινάδες.
Οι τελευταίες αναφέρονται αρχικά στην Ανάσταση, ενώ σιγά σιγά αλλάζουν χαρακτήρα και το περιεχόμενό τους διαμορφώνεται από την καθημερινότητα και την επικαιρότητα.
Σε αυτά τα γλέντια συμμετέχουν μόνο άντρες, ενώ οι γυναίκες του χωριού παρακολουθούν με προσοχή και...από απόσταση.
* Η πιο σημαντική μέρα για την Όλυμπο, όμως, δεν έχει φτάσει ακόμα.
Τη Δευτέρα του Πάσχα (ή Λαμπρή Δευτέρα) οι γυναίκες τρέχουν για άλλη μια φορά στους συνοικιακούς φούρνους, για να φουρνίσουν τις τούρτες (πασχαλινές πίτες με μυζήθρα και μπαχαρικά), κι έπειτα πάνε στο νεκροταφείο για να ασπρίσουν και να στολίσουν με λουλούδια τους τάφους.
* Και τη Λαμπρή Τρίτη η καμπάνα σημαίνει στις 9 το πρωί.
Οι Ολυμπίτες στολίζουν τις εικόνες της εκκλησίας με χρωματιστές μαντίλες και τις κουβαλάνε στα χέρια, οδεύοντας προς το νεκροταφείο.
Είναι η ημέρα που αναγγέλλουν το νέο της Ανάστασης στους νεκρούς και και σε όλους τους τάφους γίνεται τρισάγιο.
Η περιφορά των εικόνων όμως περνάει και απ όλα τα ξωκλήσια του χωριού και τις βρύσες.
Για την ορεινή Όλυμπο, το νερό έχει ιδιαίτερη αξία.
Πραγματοποιείται άλλωστε και δέηση για ...βροχή.
* Μετά την περιφορά, η πομπή φτάνει στο Πλατύ, όπου γίνεται το "θρόνιασμα" των εικόνων, ένα έθιμο που περιλαμβάνει πλειστηριασμό για την οικονομική ενίσχυση της εκκλησίας.
Μία από τις πλέον χαρακτηριστικές εικόνες, οι ανύπαντρες κοπέλες του χωριού, ντυμένες γιορτινά, να στέκονται αμφιθεατρικά στα σκαλιά της εκκλησίας.
Οι "θρονιαστές" (οι ευεργέτες δηλαδή) απολαμβάνουν στη συνέχεια το γεύμα που τους παραθέτει η εκκλησιαστική επιτροπή, αλλά και οι υπόλοιποι δοκιμάζουν τα κεράσματα των χωριανών, για να κλείσει και αυτή η τόσο ξεχωριστή ημέρα με άλλο ένα γλέντι στην πλατεία.
Με τις γυναίκες σε απόσταση, τους άντρες μαντιναδόρους σε οίστρο και τους φίλους και επισκέπτες σε ευθυμία, να επιδίδονται, εσκεμμένα και μη, σε μια δημιουργική αλληλεπίδραση όλων αυτών των διαφορετικών κόσμων, που μόνο καλό μπορεί να φέρει.
Κυριακή Βασσάλου
0 Σχόλια