Εκατομμύρια άνθρωποι νιώθουν την ανεξέλεγκτη επιθυμία να κάνουν αμέσως σεξ με κάθε άτομο που συναντούν και τους διεγείρει ερωτικά.
Συνήθως οι ειδικοί επιστήμονες περιγράφουν αυτή την ψυχαναγκαστική σεξουαλική παρόρμηση ως ερωτομανία, υπερσεξουαλικότητα, δονζουανισμό, νυμφομανία, ενώ εξίσου απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς επιφυλάσσουν για τα θύματα αυτής της ερωτικής διαταραχής: σεξομανείς, εξαρτημένοι από το σεξ, ακόμη και ναρκομανείς του έρωτα.
Οπως συμβαίνει με κάθε τοξικομανή, ο/η ερωτομανής εμφανίζει όλα τα τυπικά συμπτώματα της ψυχοσωματικής εξάρτησης από το... σεξ.
Πράγματι, η ζωή αυτών των ανδρών και γυναικών περιστρέφεται βασανιστικά γύρω από την ατελέσφορη αναζήτηση σεξουαλικής ικανοποίησης.
Αναζήτηση μάταιη και δυστυχώς βλαπτική για τους ίδιους και για όσους σχετίζονται ερωτικά μαζί τους.
Η συχνότητα εμφάνισης αυτής της ερωτικής διαταραχής είναι άκρως ανησυχητική: μόνο στις ΗΠΑ υπάρχουν πάνω από 20 εκατομμύρια σεξομανείς (περίπου το 11% του πληθυσμού), ενώ υψηλά ποσοστά καταγράφονται και στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Μάικλ Ντάγκλας, η Σάρον Στόουν, ο Μίκι Ρουρκ, ο Μπαρτ Ρέινολντς είναι μερικοί από τους πιο διάσημους αστέρες του Χόλιγουντ που έχουν δημόσια ομολογήσει ότι κάποτε υπέφεραν ή υποφέρουν ακόμη από σεξουαλική εξάρτηση (sexual addiction). Αν είναι αλήθεια ή αν πρόκειται απλώς για ακόμη ένα φτηνό μέσο αυτοδιαφήμισης, αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ. Το βέβαιο πάντως είναι ότι η συγκεκριμένη διαταραχή της ερωτικής συμπεριφοράς δεν πλήττει αποκλειστικά τις διασημότητες του Χόλιγουντ, αλλά και έναν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό «κοινών θνητών».
Τα συμπτώματα αυτής της σκοτεινής ψυχοσωματικής ερωτικής δυσλειτουργίας ήταν γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων. Ωστόσο ο πρώτος που επιχείρησε να τα μελετήσει επιστημονικά, με τα πενιχρά μέσα της εποχής, ήταν ο Γερμανός ψυχίατρος Richard von Krafft-Ebing στα τέλη του 19ου αιώνα. Στο κλασικό εγκυκλοπαιδικό έργο του «Psychopathia Sexualis» ο πρωτοπόρος σεξολόγος περιέγραψε πρώτος το 1886 την ψυχοπαθολογική εμμονή κάποιων ασθενών του με το σεξ: γι' αυτούς η άμεση ικανοποίηση των «αφύσικων» και υπερβολικών ερωτικών επιθυμιών τους ήταν η απόλυτη προτεραιότητά τους, ακόμη και αν ήταν απολύτως σαφές ότι μπορούσε να τους καταστρέψει.
Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει, όμως η παραπάνω περιγραφή, αν και αρκετά γενικόλογη, θεωρείται ακόμη έγκυρη. Σήμερα βέβαια οι ειδικοί για να καθορίσουν την παρουσία ή όχι σεξουαλικής εξάρτησης καταφεύγουν και σε άλλα κριτήρια: εκτός από την τυφλή εμμονή με το σεξ, όποιος υποφέρει από αυτή οφείλει επίσης να εμφανίζει μια αλλοτριωμένη εμπειρία και μια διαστρεβλωτική αντίληψη για τις συνέπειες των ίδιων του των πράξεων. Στην κλίμακα των προτεραιοτήτων του «σεξομανούς» ό,τι δεν συμβάλλει ή δεν ενισχύει την άμεση ικανοποίηση των σεξουαλικών του ορέξεων θεωρείται αυτομάτως απορριπτέο ή και εχθρικό. Επιπλέον, για να θεωρηθεί κάποιος ή κάποια σεξομανής οφείλει να εμφανίζει ακόμη δύο αποφασιστικά χαρακτηριστικά: εκτός από την ψυχαναγκαστική και μονότονη εμμονή του με το σεξ, θα πρέπει να έχει «εθισμό» και «σύνδρομο στέρησης» από το σεξ.
Πιο συγκεκριμένα, «εθισμό στο σεξ» παρουσιάζει εκείνος που ενώ κάνει έρωτα με το αντικείμενο του πόθου του, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί ερωτικά και συνεπώς αποζητεί νέες και πιο ακραίες ερωτικές εμπειρίες. Οσο για το «σύνδρομο στέρησης», αυτό εκδηλώνεται με τη νευρικότητα, την κακοδιαθεσία και ενίοτε με την εξαιρετικά βίαιη συμπεριφορά του ανικανοποίητου σεξομανούς.
Μολονότι δεν διαθέτουμε ακόμη έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό τής μη φυσιολογικής εξάρτησης από το σεξ, είναι πλέον σαφές σχεδόν σε όλους τους ερευνητές ότι πρόκειται για μια συμπεριφορά που θυμίζει έντονα άλλες μορφές εξάρτησης, όπως π.χ. την εξάρτηση από τα ναρκωτικά. Αυτή η ομολογουμένως απρόσμενη συσχέτιση του σεξ με τις ναρκωτικές ουσίες ενδέχεται να εντυπωσιάσει ή και να ενοχλήσει πολλούς αναγνώστες. Πριν όμως σπεύσουν να απορρίψουν τέτοια «επιστημονικοφανή παραδοξολογήματα», καλό θα ήταν να αναλογιστούν ότι τόσο οι υπερρεαλιστικές εμπειρίες από τη χρήση ναρκωτικών όσο και οι πιο αιθέριες και ποιητικές ερωτικές εμπειρίες μας αναδύονται και βιώνονται από ένα κοινό σε όλους τους ανθρώπους βιολογικό υπόστρωμα: τον ανθρώπινο εγκέφαλο (βλ. Πλαίσιο).
Το προφίλ των σκλάβων του σεξ
Η Μ. είναι μια έξυπνη και γοητευτική τριαντάρα, που ωστόσο ταλαιπωρείται από μια έμμονη ιδέα: να κάνει σεξ συνεχώς όπου, όποτε και με όποιον επιθυμεί! Δεδομένων μάλιστα των σεξιστικών προκαταλήψεων σχετικά με τον ερωτικό ρόλο και την «καθώς πρέπει» συμπεριφορά των γυναικών, δεν της είναι καθόλου εύκολο να το παραδεχτεί. Ωστόσο, κάθε φορά που γνωρίζει έναν άντρα, η σκέψη να κάνει έρωτα μαζί του της έρχεται αυτόματα στο νου και δεν μπορεί να της αντισταθεί, μολονότι γνωρίζει καλά ότι η εκδήλωση αυτής της ακατανίκητης ερωτικής επιθυμίας θα της δημιουργήσει τελικά ουκ ολίγα κοινωνικά και προσωπικά προβλήματα.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τον Κ. Είναι είκοσι εννέα ετών και υποφέρει από μια σοβαρή ερωτική απογοήτευση που είχε πριν από τέσσερα χρόνια. Οταν η κοπέλα του αποφάσισε να χωρίσουν, αυτός κλείστηκε στον εαυτό του και έκτοτε αποζητεί κάθε βράδυ «παρηγοριά» στο πορνογραφικό σύμπαν του Διαδικτύου. Δύο ακραίες, αλλά όχι και τόσο σπάνιες, περιπτώσεις που ωστόσο έχουν έναν κοινό παρονομαστή: μια ισχυρή ερωτική προδιάθεση που εξαναγκάζει αυτόν που υποφέρει από σεξουαλική εξάρτηση να προχωρά σε ερωτικές ενέργειες, αδιαφορώντας για τις σοβαρές συνέπειες που ενδέχεται να έχουν στον ίδιο ή στους άλλους.
Πρόκειται, φαινομενικά, για απολύτως φυσιολογικά άτομα που βιώνουν μια ασυνήθιστα αυξημένη ερωτική επιθυμία, η οποία συνήθως, λόγω των εγγενών ψυχολογικών ή σωματικών δυσλειτουργιών, δεν καταφέρνει να εκφραστεί με φυσιολογικό τρόπο. Ακόμη και για τον έμπειρο ειδικό γιατρό (σεξολόγο) δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί αμέσως ότι πρόκειται για άτομα εξαρτημένα από το σεξ (sexual addict).
Οσο για τα πραγματικά βιοψυχολογικά αίτια της ψυχαναγκαστικής αναζήτησης σεξουαλικής ικανοποίησης, αυτά μπορούν κάλλιστα να αποδοθούν είτε σε ψυχολογικά τραύματα κατά την τρυφερή παιδική ηλικία είτε σε νευρολογικές ή ορμονικές δυσλειτουργίες. Πράγματι, η επιστημονική κοινότητα δεν έχει, μέχρι στιγμής, αποφασίσει αν τα πρωταρχικά αίτια είναι αμιγώς ψυχολογικά-κοινωνικά ή αν, αντίθετα, όλα ανάγονται σε συγκεκριμένες ανωμαλίες στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου του ερωτομανούς (βλ. Πλαίσιο).
Οπως μας διαβεβαιώνουν αρκετοί ειδικοί ψυχοθεραπευτές, από την ανάλυση των σεξομανών προκύπτει ότι αυτά τα άτομα συνήθως έχουν βιώσει διάφορες τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική τους ηλικία, τις οποίες αργότερα επιχείρησαν να «διαχειριστούν» μέσω κάποιας μορφής ψυχαναγκαστικής σεξουαλικής εξάρτησης. Οσο για τους κοινωνικούς ψυχολόγους, επιμένουν ότι η εμφάνιση και η έξαρση αυτών των φαινομένων επικαθορίζεται αποκλειστικά από κοινωνικούς παράγοντες. Πρωτίστως από το ταχύτατο πέρασμα από τη σεξοφοβική κουλτούρα, που επικρατούσε στον δυτικό κόσμο μέχρι τη δεκαετία του 1960, στη σεξοφιλική «ελευθεριακή» κουλτούρα της εποχής μας.
Και ασφαλώς έχουν δίκιο όσον αφορά τη σημαντική επιρροή που ασκούν τα κυρίαρχα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα στη διαμόρφωση της μεταμοντέρνας σεξουαλικής ελευθεριότητας: αν δεν έχεις τουλάχιστον επτά σεξουαλικές επαφές την εβδομάδα θεωρείσαι πλέον σχεδόν μη φυσιολογικός και ασφαλώς σεξουαλικά καταπιεσμένος! Το γεγονός, όμως, ότι αυτή η επιβεβλημένη και οργιαστική ερωτική δραστηριότητα έχει δημιουργήσει νέες διαταραχές, όπως π.χ. το μεγάλο άγχος για τη σχεδόν αθλητική υπέρβαση των σεξουαλικών μας επιδόσεων, δεν φαίνεται να απασχολεί σοβαρά τους όψιμους οπαδούς της σημερινής ερωτικής «ελευθερίας».
Οσον αφορά την παλιομοδίτικη έννοια του «μη φυσιολογικού» στις ερωτικές μας πρακτικές, αυτή εκ των πραγμάτων στερείται ουσιαστικού νοήματος σε μια εποχή όπου οι ερωτικές μας επιθυμίες χειραγωγούνται από τα ΜΜΕ και διαμεσολαβούνται από το Διαδίκτυο. Πράγματι, οι σημερινοί σκλάβοι του σεξ είδαν την είσοδο του Διαδικτύου στην ερωτική τους ζωή ως μια μεγάλη ανατροπή: απελευθερώνει την «προκάτ» ερωτική φαντασία τους και ικανοποιεί τις πιο ακραίες ερωτικές τους φαντασιώσεις!
Αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο της Διαδικτυακής Σεξουαλικής Εξάρτησης (Internet Sexual Addiction) με την ανώνυμη, και άρα απενοχοποιητική, πρόσβαση στο «κυβερνοσέξ» αποτελεί για όλο και περισσότερα άτομα μια μορφή φυγής από τη συχνά γκρίζα και κοινότοπη ερωτική τους πραγματικότητα. Ατομα με απολύτως ανεπαρκή πραγματική ερωτική ζωή στρέφονται σήμερα στο Διαδίκτυο επιζητώντας να αναπληρώσουν «εικονικά» τις μέχρι σήμερα ανεκπλήρωτες σεξουαλικές τους ορέξεις. Με τον καιρό ο εθισμός στο εικονικό σεξ παραλύει τις όποιες δυνατότητες είχαν αυτά τα άτομα για πραγματικές ερωτικές επαφές, και ασφαλώς είναι απολύτως καταστροφικός όταν πρόκειται για άτομα νεαρής ηλικίας!
Από όσα αναφέραμε σχετικά με τους παράγοντες που συνδιαμορφώνουν τη «σεξουαλική εξάρτηση» (βιολογικές προδιαθέσεις, ορμονικές-εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, παιδικά τραύματα, κατάρρευση των καθιερωμένων κοινωνικών προτύπων) ελπίζουμε να έγινε σαφές ότι τα αίτια αυτού του πολύπλοκου βιοψυχολογικού φαινομένου παραμένουν ανοιχτά, και επομένως το αίτημα μιας νέας κοινωνικής διευθέτησής του είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρο όσο ποτέ.
Συνήθως οι ειδικοί επιστήμονες περιγράφουν αυτή την ψυχαναγκαστική σεξουαλική παρόρμηση ως ερωτομανία, υπερσεξουαλικότητα, δονζουανισμό, νυμφομανία, ενώ εξίσου απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς επιφυλάσσουν για τα θύματα αυτής της ερωτικής διαταραχής: σεξομανείς, εξαρτημένοι από το σεξ, ακόμη και ναρκομανείς του έρωτα.
Οπως συμβαίνει με κάθε τοξικομανή, ο/η ερωτομανής εμφανίζει όλα τα τυπικά συμπτώματα της ψυχοσωματικής εξάρτησης από το... σεξ.
Πράγματι, η ζωή αυτών των ανδρών και γυναικών περιστρέφεται βασανιστικά γύρω από την ατελέσφορη αναζήτηση σεξουαλικής ικανοποίησης.
Αναζήτηση μάταιη και δυστυχώς βλαπτική για τους ίδιους και για όσους σχετίζονται ερωτικά μαζί τους.
Η συχνότητα εμφάνισης αυτής της ερωτικής διαταραχής είναι άκρως ανησυχητική: μόνο στις ΗΠΑ υπάρχουν πάνω από 20 εκατομμύρια σεξομανείς (περίπου το 11% του πληθυσμού), ενώ υψηλά ποσοστά καταγράφονται και στις μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες.
Ο Μάικλ Ντάγκλας, η Σάρον Στόουν, ο Μίκι Ρουρκ, ο Μπαρτ Ρέινολντς είναι μερικοί από τους πιο διάσημους αστέρες του Χόλιγουντ που έχουν δημόσια ομολογήσει ότι κάποτε υπέφεραν ή υποφέρουν ακόμη από σεξουαλική εξάρτηση (sexual addiction). Αν είναι αλήθεια ή αν πρόκειται απλώς για ακόμη ένα φτηνό μέσο αυτοδιαφήμισης, αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ. Το βέβαιο πάντως είναι ότι η συγκεκριμένη διαταραχή της ερωτικής συμπεριφοράς δεν πλήττει αποκλειστικά τις διασημότητες του Χόλιγουντ, αλλά και έναν διόλου ευκαταφρόνητο αριθμό «κοινών θνητών».
Τα συμπτώματα αυτής της σκοτεινής ψυχοσωματικής ερωτικής δυσλειτουργίας ήταν γνωστά από αρχαιοτάτων χρόνων. Ωστόσο ο πρώτος που επιχείρησε να τα μελετήσει επιστημονικά, με τα πενιχρά μέσα της εποχής, ήταν ο Γερμανός ψυχίατρος Richard von Krafft-Ebing στα τέλη του 19ου αιώνα. Στο κλασικό εγκυκλοπαιδικό έργο του «Psychopathia Sexualis» ο πρωτοπόρος σεξολόγος περιέγραψε πρώτος το 1886 την ψυχοπαθολογική εμμονή κάποιων ασθενών του με το σεξ: γι' αυτούς η άμεση ικανοποίηση των «αφύσικων» και υπερβολικών ερωτικών επιθυμιών τους ήταν η απόλυτη προτεραιότητά τους, ακόμη και αν ήταν απολύτως σαφές ότι μπορούσε να τους καταστρέψει.
Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει, όμως η παραπάνω περιγραφή, αν και αρκετά γενικόλογη, θεωρείται ακόμη έγκυρη. Σήμερα βέβαια οι ειδικοί για να καθορίσουν την παρουσία ή όχι σεξουαλικής εξάρτησης καταφεύγουν και σε άλλα κριτήρια: εκτός από την τυφλή εμμονή με το σεξ, όποιος υποφέρει από αυτή οφείλει επίσης να εμφανίζει μια αλλοτριωμένη εμπειρία και μια διαστρεβλωτική αντίληψη για τις συνέπειες των ίδιων του των πράξεων. Στην κλίμακα των προτεραιοτήτων του «σεξομανούς» ό,τι δεν συμβάλλει ή δεν ενισχύει την άμεση ικανοποίηση των σεξουαλικών του ορέξεων θεωρείται αυτομάτως απορριπτέο ή και εχθρικό. Επιπλέον, για να θεωρηθεί κάποιος ή κάποια σεξομανής οφείλει να εμφανίζει ακόμη δύο αποφασιστικά χαρακτηριστικά: εκτός από την ψυχαναγκαστική και μονότονη εμμονή του με το σεξ, θα πρέπει να έχει «εθισμό» και «σύνδρομο στέρησης» από το σεξ.
Πιο συγκεκριμένα, «εθισμό στο σεξ» παρουσιάζει εκείνος που ενώ κάνει έρωτα με το αντικείμενο του πόθου του, δεν μπορεί να ικανοποιηθεί ερωτικά και συνεπώς αποζητεί νέες και πιο ακραίες ερωτικές εμπειρίες. Οσο για το «σύνδρομο στέρησης», αυτό εκδηλώνεται με τη νευρικότητα, την κακοδιαθεσία και ενίοτε με την εξαιρετικά βίαιη συμπεριφορά του ανικανοποίητου σεξομανούς.
Μολονότι δεν διαθέτουμε ακόμη έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό τής μη φυσιολογικής εξάρτησης από το σεξ, είναι πλέον σαφές σχεδόν σε όλους τους ερευνητές ότι πρόκειται για μια συμπεριφορά που θυμίζει έντονα άλλες μορφές εξάρτησης, όπως π.χ. την εξάρτηση από τα ναρκωτικά. Αυτή η ομολογουμένως απρόσμενη συσχέτιση του σεξ με τις ναρκωτικές ουσίες ενδέχεται να εντυπωσιάσει ή και να ενοχλήσει πολλούς αναγνώστες. Πριν όμως σπεύσουν να απορρίψουν τέτοια «επιστημονικοφανή παραδοξολογήματα», καλό θα ήταν να αναλογιστούν ότι τόσο οι υπερρεαλιστικές εμπειρίες από τη χρήση ναρκωτικών όσο και οι πιο αιθέριες και ποιητικές ερωτικές εμπειρίες μας αναδύονται και βιώνονται από ένα κοινό σε όλους τους ανθρώπους βιολογικό υπόστρωμα: τον ανθρώπινο εγκέφαλο (βλ. Πλαίσιο).
Το προφίλ των σκλάβων του σεξ
Η Μ. είναι μια έξυπνη και γοητευτική τριαντάρα, που ωστόσο ταλαιπωρείται από μια έμμονη ιδέα: να κάνει σεξ συνεχώς όπου, όποτε και με όποιον επιθυμεί! Δεδομένων μάλιστα των σεξιστικών προκαταλήψεων σχετικά με τον ερωτικό ρόλο και την «καθώς πρέπει» συμπεριφορά των γυναικών, δεν της είναι καθόλου εύκολο να το παραδεχτεί. Ωστόσο, κάθε φορά που γνωρίζει έναν άντρα, η σκέψη να κάνει έρωτα μαζί του της έρχεται αυτόματα στο νου και δεν μπορεί να της αντισταθεί, μολονότι γνωρίζει καλά ότι η εκδήλωση αυτής της ακατανίκητης ερωτικής επιθυμίας θα της δημιουργήσει τελικά ουκ ολίγα κοινωνικά και προσωπικά προβλήματα.
Το ακριβώς αντίθετο συμβαίνει με τον Κ. Είναι είκοσι εννέα ετών και υποφέρει από μια σοβαρή ερωτική απογοήτευση που είχε πριν από τέσσερα χρόνια. Οταν η κοπέλα του αποφάσισε να χωρίσουν, αυτός κλείστηκε στον εαυτό του και έκτοτε αποζητεί κάθε βράδυ «παρηγοριά» στο πορνογραφικό σύμπαν του Διαδικτύου. Δύο ακραίες, αλλά όχι και τόσο σπάνιες, περιπτώσεις που ωστόσο έχουν έναν κοινό παρονομαστή: μια ισχυρή ερωτική προδιάθεση που εξαναγκάζει αυτόν που υποφέρει από σεξουαλική εξάρτηση να προχωρά σε ερωτικές ενέργειες, αδιαφορώντας για τις σοβαρές συνέπειες που ενδέχεται να έχουν στον ίδιο ή στους άλλους.
Πρόκειται, φαινομενικά, για απολύτως φυσιολογικά άτομα που βιώνουν μια ασυνήθιστα αυξημένη ερωτική επιθυμία, η οποία συνήθως, λόγω των εγγενών ψυχολογικών ή σωματικών δυσλειτουργιών, δεν καταφέρνει να εκφραστεί με φυσιολογικό τρόπο. Ακόμη και για τον έμπειρο ειδικό γιατρό (σεξολόγο) δεν είναι εύκολο να αντιληφθεί αμέσως ότι πρόκειται για άτομα εξαρτημένα από το σεξ (sexual addict).
Οσο για τα πραγματικά βιοψυχολογικά αίτια της ψυχαναγκαστικής αναζήτησης σεξουαλικής ικανοποίησης, αυτά μπορούν κάλλιστα να αποδοθούν είτε σε ψυχολογικά τραύματα κατά την τρυφερή παιδική ηλικία είτε σε νευρολογικές ή ορμονικές δυσλειτουργίες. Πράγματι, η επιστημονική κοινότητα δεν έχει, μέχρι στιγμής, αποφασίσει αν τα πρωταρχικά αίτια είναι αμιγώς ψυχολογικά-κοινωνικά ή αν, αντίθετα, όλα ανάγονται σε συγκεκριμένες ανωμαλίες στη δομή και τη λειτουργία του εγκεφάλου του ερωτομανούς (βλ. Πλαίσιο).
Οπως μας διαβεβαιώνουν αρκετοί ειδικοί ψυχοθεραπευτές, από την ανάλυση των σεξομανών προκύπτει ότι αυτά τα άτομα συνήθως έχουν βιώσει διάφορες τραυματικές εμπειρίες κατά την παιδική τους ηλικία, τις οποίες αργότερα επιχείρησαν να «διαχειριστούν» μέσω κάποιας μορφής ψυχαναγκαστικής σεξουαλικής εξάρτησης. Οσο για τους κοινωνικούς ψυχολόγους, επιμένουν ότι η εμφάνιση και η έξαρση αυτών των φαινομένων επικαθορίζεται αποκλειστικά από κοινωνικούς παράγοντες. Πρωτίστως από το ταχύτατο πέρασμα από τη σεξοφοβική κουλτούρα, που επικρατούσε στον δυτικό κόσμο μέχρι τη δεκαετία του 1960, στη σεξοφιλική «ελευθεριακή» κουλτούρα της εποχής μας.
Και ασφαλώς έχουν δίκιο όσον αφορά τη σημαντική επιρροή που ασκούν τα κυρίαρχα κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα στη διαμόρφωση της μεταμοντέρνας σεξουαλικής ελευθεριότητας: αν δεν έχεις τουλάχιστον επτά σεξουαλικές επαφές την εβδομάδα θεωρείσαι πλέον σχεδόν μη φυσιολογικός και ασφαλώς σεξουαλικά καταπιεσμένος! Το γεγονός, όμως, ότι αυτή η επιβεβλημένη και οργιαστική ερωτική δραστηριότητα έχει δημιουργήσει νέες διαταραχές, όπως π.χ. το μεγάλο άγχος για τη σχεδόν αθλητική υπέρβαση των σεξουαλικών μας επιδόσεων, δεν φαίνεται να απασχολεί σοβαρά τους όψιμους οπαδούς της σημερινής ερωτικής «ελευθερίας».
Οσον αφορά την παλιομοδίτικη έννοια του «μη φυσιολογικού» στις ερωτικές μας πρακτικές, αυτή εκ των πραγμάτων στερείται ουσιαστικού νοήματος σε μια εποχή όπου οι ερωτικές μας επιθυμίες χειραγωγούνται από τα ΜΜΕ και διαμεσολαβούνται από το Διαδίκτυο. Πράγματι, οι σημερινοί σκλάβοι του σεξ είδαν την είσοδο του Διαδικτύου στην ερωτική τους ζωή ως μια μεγάλη ανατροπή: απελευθερώνει την «προκάτ» ερωτική φαντασία τους και ικανοποιεί τις πιο ακραίες ερωτικές τους φαντασιώσεις!
Αυτό το πρωτόγνωρο φαινόμενο της Διαδικτυακής Σεξουαλικής Εξάρτησης (Internet Sexual Addiction) με την ανώνυμη, και άρα απενοχοποιητική, πρόσβαση στο «κυβερνοσέξ» αποτελεί για όλο και περισσότερα άτομα μια μορφή φυγής από τη συχνά γκρίζα και κοινότοπη ερωτική τους πραγματικότητα. Ατομα με απολύτως ανεπαρκή πραγματική ερωτική ζωή στρέφονται σήμερα στο Διαδίκτυο επιζητώντας να αναπληρώσουν «εικονικά» τις μέχρι σήμερα ανεκπλήρωτες σεξουαλικές τους ορέξεις. Με τον καιρό ο εθισμός στο εικονικό σεξ παραλύει τις όποιες δυνατότητες είχαν αυτά τα άτομα για πραγματικές ερωτικές επαφές, και ασφαλώς είναι απολύτως καταστροφικός όταν πρόκειται για άτομα νεαρής ηλικίας!
Από όσα αναφέραμε σχετικά με τους παράγοντες που συνδιαμορφώνουν τη «σεξουαλική εξάρτηση» (βιολογικές προδιαθέσεις, ορμονικές-εγκεφαλικές δυσλειτουργίες, παιδικά τραύματα, κατάρρευση των καθιερωμένων κοινωνικών προτύπων) ελπίζουμε να έγινε σαφές ότι τα αίτια αυτού του πολύπλοκου βιοψυχολογικού φαινομένου παραμένουν ανοιχτά, και επομένως το αίτημα μιας νέας κοινωνικής διευθέτησής του είναι σήμερα περισσότερο επίκαιρο όσο ποτέ.
0 Σχόλια