Ο,τι είχε απομείνει από εκείνον ήταν τέσσερις τούφες μαλλιά και
τέσσερα μικρά τμήματα οστού.
Και όμως ο αρχαίος Εσκιμώος στον οποίο ανήκαν «ζωντάνεψε» μέσω γενετικής έρευνας ρίχνοντας φως στην ανθρώπινη ιστορία. Ερευνητές του Πανεπιστημίου της Κοπεγχάγης με επικεφαλής τους Εσκε Βίλερσλεβ και Μόρτεν Ρασμούσεν κατάφεραν με χρήση μόνο λίγων τριχών αυτού του Εσκιμώου που πέθανε πριν από 4.000 χρόνια στη Γροιλανδία να «διαβάσουν» ολόκληρο τον γενετικό του κώδικα, συνθέτοντας την εικόνα ενός ανθρώπου που εμείς οι σύγχρονοι δεν θα βλέπαμε ποτέ.
Το επίτευγμα, το οποίο δημοσιεύεται στην επιθεώρηση «Νature» και αφορά ολοκληρωμένη ανάλυση του αρχαιότερου γενετικού κώδικα ως σήμερα, έχει πολλές προεκτάσεις για την επιστήμη: προσφέρει στους ερευνητές ανά τον κόσμο ένα νέο ισχυρό εργαλείο γενετικής έρευνας εξαφανισμένων πληθυσμών, μια «μηχανή του χρόνου» που ανασυνθέτει το παρελθόν.
Την ίδια στιγμή αποκαλύπτει τη γενετική κληρονομιά διαφορετικών λαών: για παράδειγμα, ο διάσημος από χθες (οπότε και έγινε η δημοσίευση) αλλά νεκρός εδώ και χιλιάδες χρόνια Εσκιμώος που ονομάστηκε Ινούκ (σημαίνει άνθρωπος στη γλώσσα των Ινουίτ της Γροιλανδίας) αποδείχθηκε ότι είχε προδιάθεση για φαλάκρα!
Τα τελευταία χρόνια επιστήμονες κατάφεραν να αποκωδικοποιήσουν έστω και ως έναν βαθμό το γονιδίωμα ορισμένων ειδών με χρήση πολύ παλαιότερου γενετικού υλικού από εκείνο του Ινούκ. Για παράδειγμα, διαβάστηκε το γενετικό υλικό ενός μαλλιαρού μαμούθ που έζησε πριν από τουλάχιστον 18.000 έτη, ενώ πρόσφατα δημοσιεύθηκε ένα προσχέδιο της αποκωδικοποίησης DΝΑ ηλικίας 40.000 ετών που ανήκε σε Νεάντερταλ. Είναι ωστόσο η πρώτη φορά που γίνεται ολοκληρωμένη αποκωδικοποίηση τόσο αρχαίου γενετικού υλικού.
Ανάλυση με μια τούφα μαλλιά
Το DΝΑ που χρησιμοποιήθηκε για τη γενετική ανάλυση ελήφθη από μια τούφα μαλλιά του Ινούκ, η οποία είχε ανακαλυφθεί μαζί με θραύσματα των οστών του το 1986 στο μόνιμο στρώμα πάγου της δυτικής ακτής της Γροιλανδίας, βόρεια του Αρκτικού Κύκλου.
Τα χιλιάδες χρόνια που οι τρίχες αυτές είχαν μείνει στη... βαθιά κατάψυξη διατήρησαν σε πολύ καλή κατάσταση το γενετικό υλικό. Το όλο εγχείρημα πάντως ταλαιπώρησε αρκετά τους ερευνητές. Αρχικώς το 2003 ο καθηγητής Βίλερσλεβ ζήτησε από το Εθνικό Μουσείο της Δανίας να χρησιμοποιήσει ένα δείγμα οστού για αποκωδικοποίηση του γενετικού υλικού, ωστόσο το αίτημά του δεν έγινε αποδεκτό καθώς οι αρχές του μουσείου ανέφεραν ότι το δείγμα θα καταστρεφόταν. Λίγο αργότερα ένας συνάδελφος ενημέρωσε τον Βίλερσλεβ ότι στο μουσείο φυλάσσονταν και τρίχες του αρχαίου Εσκιμώου «μέσα σε μια πλαστική θήκη, σε ένα συρτάρι, χωρίς να τους δίνει κάποιος ιδιαίτερη σημασία». Τελικώς ο καθηγητής έλαβε άδεια να εξαγάγει DΝΑ από τις τρίχες του Εσκιμώου και να το επεξεργαστεί με την ομάδα του.
Η όλη ανάλυση διήρκεσε ένα έτος και ήταν άκρως αποκαλυπτική σχετικά με το «προφίλ» του Ινούκ. Οπως προέκυψε, είχε σκούρο δέρμα, καφέ μάτια, ενώ τα μπροστινά δόντια του είχαν σχήμα φτυαριού. Παράλληλα η κυψελίδα στο αφτί του (κοινώς το κερί του αφτιού) ήταν ιδιαιτέρως ξηρή, γεγονός που τον καθιστούσε ευάλωτο σε λοιμώξεις. Η μάζα του σώματός του και ο μεταβολισμός του μαρτυρούν ότι ο οργανισμός του είχε προσαρμοστεί στη ζωή σε ένα πολύ κρύο κλίμα. Ο Ινούκ όμως είχε επίσης προδιάθεση για φαλάκρα, όπως έδειξαν τα γονίδιά του. Το γεγονός ότι βρέθηκαν μαύρες, πυκνές τούφες μαλλιά δείχνει ότι μάλλον πέθανε νέος, προτού δει την κόμη του να χάνεται.
Τα νέα αποτελέσματα όμως έφεραν στο φως και μια αρχαία μετανάστευση άγνωστη ως σήμερα. Το DΝΑ του Ινούκ έδειξε ότι ήταν πιο στενός συγγενής με τις φυλές Εσκιμώων Κoryak και Chukchi της σύγχρονης Σιβηρίας παρά με τους Ινουίτ του Καναδά και της Γροιλανδίας. Αυτό μαρτυρεί ότι ο πληθυσμός στον οποίο ανήκε ο Ινούκ πέρασε τον Βερίγγειο Πορθμό από τη Σιβηρία προς τον Νέο Κόσμο ανεξάρτητα από τους ιθαγενείς που ζουν ακόμη εκεί εδώ και 5.500 χρόνια. Ο καθηγητής Βίλερσλεβ εξήγησε κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου ότι είναι άγνωστο το πώς έγινε αυτό το πέρασμα από τη Σιβηρία προς τη Γροιλανδία και την Αλάσκα. «Δεν υπήρχε τότε δίοδος μέσω στεριάς, οπότε πιθανότατα πέρασαν τον Πορθμό είτε με βάρκεςείτε, αν η μετανάστευση έγινε κατά τη διάρκεια του χειμώνα, περπατώντας επάνω στον πάγο. Κανένας δεν γνωρίζει».
Ο Εσκε Βίλερσλεβ, αριστερά, και ο Μόρτεν Ρασμούσεν είναι οι δύο επιστήμονες που ανακάλυψαν πρώτοι σε παγκόσμιο επίπεδο μια τεχνική ικανή να προσφέρει αποκωδικοποίηση όλων των γονιδίων ενός αρχαίου ανθρώπου (ΑΡ ΡΗΟΤΟ/ΡΟLFΟΤΟ, JΕΝS DRΕSLΙΝG)
Σε κάθε περίπτωση το νέο ισχυρό «εργαλείο» γενετικής ανάλυσης, που οι επιστήμονες από τη Δανία απέδειξαν τώρα ότι μπορεί να είναι αποτελεσματικό, θα οδηγήσει στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον και άλλες ερευνητικές ομάδες στο να χρησιμοποιήσουν... τρίχες προκειμένου να μελετήσουν τη μετανάστευση εξαφανισμένων πληθυσμών, αλλά και την καταγωγή τους. Π.χ., η συγκεκριμένη μέθοδος θα μπορούσε να δώσει απαντήσεις σχετικά με τους ιθαγενείς της Αμερικής προτού εκείνοι εξαφανιστούν μετά την ευρωπαϊκή κατάκτηση του Νέου Κόσμου, αλλά και όσον αφορά τους Αβορίγινες της Τασμανίας, ο τελευταίος εκ των οποίων πέθανε το 1876. «Δεν λέω ότι αυτή η τεχνική θα γίνει ρουτίνα, αλλά πιστεύω ότι θα αρχίσει να εφαρμόζεται συχνότερα μέσα στα επόμενα πέντε έτη» σημείωσε ο καθηγητής Βίλερσλεβ μιλώντας στους δημοσιογράφους.
Τεράστιες προοπτικές για τη γενετική.
Σε συνοδευτικό σχόλιο της μελέτης που δημοσιεύεται επίσης στο «Νature» οι Ντέιβιντ Λάμπερτ και Λίον Χιούνεν από το Πανεπιστήμιο Γρίφιθ στο Κουίνσλαντ της Αυστραλίας σημειώνουν ότι η νέα εργασία ανοίγει τεράστιες προοπτικές για το πεδίο της γενετικής που αναζητεί τα μυστικά του παρελθόντος. Προειδοποίησαν ωστόσο ότι δεν είναι τόσο εύκολο να εξαχθεί κατάλληλο γενετικό υλικό από δείγματα που δεν είχαν διατηρηθεί σε πάγο, όπως οι τρίχες του Ινούκ. Οι επιστήμονες τόνισαν μάλιστα ότι τα περισσότερα απομεινάρια αρχαίων ανθρώπων εντοπίζονται σε θερμά κλίματα, γεγονός που μπορεί να καθιστά άχρηστο το γενετικό υλικό που περιέχουν.
0 Σχόλια