Είχε τρία μικρότερα αδέρφια. Ο μεγαλύτερος, ο Άλφρεντ, γεννήθηκε το 1883, το 1909 του απονεμήθηκε από το Έρλαγκεν διδακτορικό στη χημεία, αλλά πέθανε εννέα χρόνια αργότερα. Ο Φριτζ Ναίτερ, που γεννήθηκε το 1884, έχει μείνει στην ιστορία για τα ακαδημαϊκά επιτεύγματά του: μετά από σπουδές στο Μόναχο απέκτησε φήμη στα εφαρμοσμένα μαθηματικά. Ο νεότερος, Γκούσταβ Ρόμπερτ, γεννήθηκε το 1889.
Πολύ λίγα πράγματα είναι γνωστά για τη ζωή του, όπως το ότι έπασχε από χρόνια ασθένεια και πέθανε το 1928
Η Έμμυ Ναίτερ τιμάται από τους μαθηματικούς ως αλγεβρίστρια και για την συνεισφορά της στην τοπολογία. Οι φυσικοί την εκτιμούν περισσότερο για το διάσημο θεώρημα της, λόγω της εκτεταμένης συνέπειάς στη Θεωρητική Φυσική και τα δυναμικά συστήματα. Έδειξε μια οξεία τάση για την αφηρημένη σκέψη, η οποία της επέτρεψε να προσεγγίσει τα προβλήματα των μαθηματικών σε καινούργιους και πρωτότυπους τρόπους.
Ο φίλος της και ο συνάδελφός Hermann Weyl περιγράφει την επιστημονική παραγωγή της σε τρεις εποχές:
"Η Επιστημονική παραγωγή της Έμμυ Ναίτερ ανήκει σε τρεις σαφώς διακριτές εποχές:
(1) η περίοδος της σχετικής εξάρτησης, 1907-1919;
(2) οι έρευνες που συσπειρώθηκαν γύρω από την γενική θεωρία των ιδεωδών 1920-1926;
(3) η μελέτη των μη-αντιμεταθετικών αλγεβρών, αναπαραστάσεις τους με γραμμικούς μετασχηματισμούς, και η εφαρμογή τους στη μελέτη των σωμάτων με αντιμεταθετικούς αριθμούς και της αριθμητικής τους.
— Weyl 1935"
Στη πρώτη εποχή (1907–19), η Ναίτερ ασχολήθηκε πρωτίστως με διαφορικούς και αλγεβρικούς invariants, αρχίζοντας με την διατριβή της υπό του Paul Gordan. Οι μαθηματικοί ορίζοντες της διευρύνθηκαν και το έργο της έγινε πιο γενικό και αφηρημένο, αφού έγινε γνώστης του έργο του David Hilbert, μέσω στενής συνεργασίας με τον αντικαταστάτη του Gordan, Ernst Sigismund Fischer. Αφού μετακόμισε στο Γκέτιγκεν το 1915, παρήγαγε την δημιουργική της εργασία της στη φυσική, τα δύο θεωρήματα της Ναίτερ.
Στη δεύτερη εποχή (1920–26), η Ναίτερ αφιέρωσε τον χρόνο της στην εξέλιξη της θεωρίας των μαθηματικών δακτυλίων.[87]
Στη τρίτη εποχή (1927–35), η Ναίτερ συγκεντρώθηκε στη μη-αντιμεταθετική άλγεβρα, στους γραμμικούς μετασχηματισμούς και commutative number fields.
Η Έμμυ Ναίτερ τιμάται από τους μαθηματικούς ως αλγεβρίστρια και για την συνεισφορά της στην τοπολογία. Οι φυσικοί την εκτιμούν περισσότερο για το διάσημο θεώρημα της, λόγω της εκτεταμένης συνέπειάς στη Θεωρητική Φυσική και τα δυναμικά συστήματα. Έδειξε μια οξεία τάση για την αφηρημένη σκέψη, η οποία της επέτρεψε να προσεγγίσει τα προβλήματα των μαθηματικών σε καινούργιους και πρωτότυπους τρόπους.
Ο φίλος της και ο συνάδελφός Hermann Weyl περιγράφει την επιστημονική παραγωγή της σε τρεις εποχές:
"Η Επιστημονική παραγωγή της Έμμυ Ναίτερ ανήκει σε τρεις σαφώς διακριτές εποχές:
(1) η περίοδος της σχετικής εξάρτησης, 1907-1919;
(2) οι έρευνες που συσπειρώθηκαν γύρω από την γενική θεωρία των ιδεωδών 1920-1926;
(3) η μελέτη των μη-αντιμεταθετικών αλγεβρών, αναπαραστάσεις τους με γραμμικούς μετασχηματισμούς, και η εφαρμογή τους στη μελέτη των σωμάτων με αντιμεταθετικούς αριθμούς και της αριθμητικής τους.
— Weyl 1935"
Στη πρώτη εποχή (1907–19), η Ναίτερ ασχολήθηκε πρωτίστως με διαφορικούς και αλγεβρικούς invariants, αρχίζοντας με την διατριβή της υπό του Paul Gordan. Οι μαθηματικοί ορίζοντες της διευρύνθηκαν και το έργο της έγινε πιο γενικό και αφηρημένο, αφού έγινε γνώστης του έργο του David Hilbert, μέσω στενής συνεργασίας με τον αντικαταστάτη του Gordan, Ernst Sigismund Fischer. Αφού μετακόμισε στο Γκέτιγκεν το 1915, παρήγαγε την δημιουργική της εργασία της στη φυσική, τα δύο θεωρήματα της Ναίτερ.
Στη δεύτερη εποχή (1920–26), η Ναίτερ αφιέρωσε τον χρόνο της στην εξέλιξη της θεωρίας των μαθηματικών δακτυλίων.[87]
Στη τρίτη εποχή (1927–35), η Ναίτερ συγκεντρώθηκε στη μη-αντιμεταθετική άλγεβρα, στους γραμμικούς μετασχηματισμούς και commutative number fields.
0 Σχόλια