(James "Jim" Douglas Morrison) (8 Δεκεμβρίου1943 - 3 Ιουλίου1971)
Ο Τζέημς «Τζιμ» Ντάγκλας Μόρισον (James "Jim" Douglas Morrison, 8 Δεκεμβρίου 1943 - 3 Ιουλίου 1971) ήταν Αμερικανός τραγουδιστής, τραγουδοποιός, συγγραφέας και ποιητής.
Γεννήθηκε στη Μελβούρνη της Φλόριντα και ήταν ο τραγουδιστής και στιχουργός του δημοφιλούς αμερικάνικου ροκ συγκροτήματος The Doors.Θεωρείται ένας από τους πιο χαρισματικούς ερμηνευτές στην ιστορία της ροκ μουσικής.
Έγραψε επίσης αρκετά βιβλία ποίησης, ένα μικρό ντοκιμαντέρ και δύο βίντεο κλιπ ("The Unknown Soldier" και "People are Strange").
Ο θάνατός του σε ηλικία 27 ετών στο Παρίσι της Γαλλίας κατέπληξε τους θαυμαστές του.
Οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες πέθανε και ο μυστικός ενταφιασμός του έγιναν αφορμή για ατελείωτες φήμες και παίζουν σημαντικό ρόλο στο μυστήριο που εξακολουθεί να τον περιβάλλει.
Το περιοδικό Rolling Stone τον τοποθέτησε στη 47η θέση της λίστας "100 καλύτεροι τραγουδιστές όλων των εποχών".
Ο Μόρισον εντάχθηκε στο Rock and Roll Hall of Fame ως μέλος των Doors.
Απεβίωσε στην ηλικία των 27 ετών στο Παρίσι της Γαλλίας, υπό περιστάσεις που ακόμη δεν έχουν διαλευκανθεί.
The Doors
Μετά την αποφοίτηση του το καλοκαίρι του 1965 από την κινηματογραφική σχολή της UCLA, ο Mόρισον ακολούθησε ένα μποέμικο τρόπο ζωής. Κατά τη διάρκεια εκείνου του καλοκαιριού, έγραψε τους στίχους πολλών τραγουδιών που οι Doors αργότερα ηχογράφησαν και έπαιξαν ζωντανά σε άλμπουμ όπως το "Moonlight Drive" και το "Hello, I Love You". Ο Μόρισον και ο Ρέι Μάνζαρεκ ήταν τα πρώτα δύο μέλη των Doors, σχηματίζοντας το συγκρότημα εκείνο το καλοκαίρι. Είχαν γνωριστεί μήνες πριν ως συμφοιτητές κινηματογράφου. Σύμφωνα με τον Mάνζαρεκ, ήταν ξαπλωμένος στην παραλία Βένις μια μέρα, όπου συναντήθηκε κατά τύχη με τον Mόρισον. Σε μία συζήτηση τους, ο Μανζάρεκ έπεισε τον Μόρισον να τραγουδήσει τα τραγούδια που του είχε εκμυστηρευτεί ότι γράφει, και εντυπωσιάστηκε προτείνοντας του να φτιάξουν συγκρότημα. Στη συνέχεια, ο κιθαρίστας Ρόμπι Κρίγκερ και ο ντράμερ Τζον Ντένσμορ εντάχθηκαν στο συγκρότημα. Και τα τρία μέλη είχαν ένα κοινό ενδιαφέρον: παρακολουθούσαν προγραμματισμένα μαθήματα του Maharishi Mahesh Yogi την εποχή εκείνη, αλλά ο Mόρισον δεν συμμετείχε σε αυτές τις σειρές μαθημάτων.
Το 1967, οι Doors γνώρισαν επιτυχία μετά την υπογραφή τους με τη δισκογραφική εταιρεία Elektra Records.
Το κομμάτι "Light My Fire" έφτασε το νούμερο ένα στα Billboard Hot 100 (από τον Ιούλιο και τον Αύγουστο του 1967). Αργότερα, οι Doors εμφανίστηκαν στο The Ed Sullivan Show, μια δημοφιλής εκπομπή. Ο Εντ Σάλιβαν ζήτησε δύο τραγούδια από τους Doors για την εκπομπή του, το "People Are Strange" και το "Light My Fire". Οι λογοκρισίες του Σάλιβαν επέμειναν ότι οι Doors έπρεπε να αλλάξουν τους στίχους του τραγουδιού "Light My Fire" "Girl we could not get much higher" για τους τηλεθεατές. Αυτό οφείλεται σε αυτό που θεωρήθηκε ως αναφορά στα ναρκωτικά. Τα μέλη των Doors συμφώνησαν να αλλάξουν τον στίχο σε "girl, we couldn't get much better", αλλά κατά τη διάρκεια της ζωντανής μετάδοσης, ο Μόρισον τραγούδησε τον αρχικό στίχο. Για το λόγο αυτό, το συγκρότημα δεν προσκλήθηκε να εμφανιστεί ξανά στη συγκεκριμένη εκπομπή. Ο Μόρισον ανταποκρίθηκε στον παραγωγό, "Ε φίλε, μόλις παίξαμε το 'Sullivan Show'."
Κατά τη χρονιά του 1968, οι Doors είχαν γίνει ένα από τα δημοφιλέστερα συγκροτήματα στην Αμερική. Ο τρίτος δίσκος τους, Waiting for the Sun, έφτασε στην κορυφή των Αμερικανικών τσαρτ, ενώ το σινγκλ "Hello, I Love You" έγινε το δεύτερο και τελευταίο σινγκλ τους να φτάσει το νούμερο ένα.[23] Ωστόσο, κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου, ο Μόρισον είχε αναπτύξει έναν εθισμό στο αλκοόλ και ξεκίνησε να είναι απόμακρος από τη μουσική και τις στούντιο ηχογραφήσεις και να ασχολείται με τη ποίηση και τη κινηματογραφία.
Ο Μορισον την ημέρα της σύλληψης του για άσεμνη έκθεση κατά τη διάρκεια μιας συναυλίας στο Μαϊάμι.
Στις 1 Μαρτίου του 1969, οι Doors εμφανίστηκαν στο "Dinner Key Auditorium" του Μαϊάμι. Ο Μόρισον έφτασε στη συναυλία αργοπορημένα, και ήταν μεθυσμένος κατά τη διάρκεια της ερμηνείας του.[25] Έπειτα από τη συναυλία, εξαπλώθηκαν διάφορες εικασίες σε ολόκληρη τη χώρα που δήλωναν ότι ο Μόρισον εκτέθηκε στη σκηνή. Οι υπόλοιπες εμφανίσεις της περιοδείας που ήταν προγραμματισμένες μέσα στο Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1969, ακυρώθηκαν από τις αρχές των πόλεων. Μήνες αργότερα, ο Μόρισον χρεώθηκε πρόστιμο για το περιστατικό. Το γεγονός επηρέασε διεξοδικά τον Μόρισον οποίος σκέφτονταν να αποχωρήσει από το συγκρότημα αλλά εν τέλει έμεινε λόγω της επιμονής του Μανζάρεκ. Τα άλλα τρία μέλη του συγκροτήματος αρνήθηκαν τους ισχυρισμούς ότι ο Μόρισον εκτέθηκε στη σκηνή εκείνη τη μέρα.
Επιρροές
Η οικογένεια του Μόρισον έπρεπε να μετακομίζει συχνά, λόγω του επαγγέλματος του πατέρα του. Κατά συνέπεια, η εκπαίδευση του Μόρισον διακοπτόταν όταν ήταν μικρός, καθώς συνεχώς άλλαζε σχολείο. Παρ' όλα αυτά, ήταν ένας ευφυής και ικανός μαθητής, με ενδιαφέρον για τη λογοτεχνία, την ποίηση, τη θεολογία, τη φιλοσοφία και την ψυχολογία, μεταξύ άλλων.
Οι βιογράφοι του έχουν αναφερθεί επανειλημμένα σε κάποιους συγγραφείς και φιλοσόφους που επηρέασαν τον τρόπο σκέψης και ίσως και τη συμπεριφορά του Μόρισον. Στην εφηβεία του, ο Μόρισον ανακάλυψε τα γραπτά του Φρίντριχ Νίτσε. Μάλιστα, μετά το θάνατο του Μόρισον, ο Τζον Ντένσμορ υπέθεσε ότι ο νιχιλισμός του Νίτσε σκότωσε τον Τζιμ.
Οι "σκοτεινοί" ποιητές του 18ου και του 19ου αιώνα του κίνησαν το ενδιαφέρον, και ιδιαίτερα ο Βρετανός ποιητής Γουίλιαμ Μπλέικ, καθώς και οι Γάλλοι ποιητές Κάρολος Μποντλέρ και Αρθούρος Ρεμπώ. Οι συγγραφείς της γενιάς μπιτ, όπως ο Τζακ Κέρουακ, επηρέασαν τόσο τις απόψεις και τον τρόπο έκφρασης του Μόρισον, που κατέληξε να θέλει να βιώσει όσα αναφέρονται στο βιβλίο του Κέρουακ On The Road. Ομοίως, βρήκε ενδιαφέροντα τα γραπτά του Γάλλου συγγραφέα Σελίν. Το βιβλίο του Voyage au Bout de la Nuit (Ταξίδι στο Τέλος της Νύχτας) και το βιβλίο του Μπλέικ Οι Μαντείες της Αθωότητας ήταν οι βασικές επιρροές για ένα από τα πρώτα τραγούδια του Μόρισον, "End of the Night." Τελικά, ο Μόρισον γνώρισε και έγινε φίλος με τον Michael McClure, έναν γνωστό ποιητή μπίτνικ. Ο McClure λάτρεψε τους στίχους του Μόρισον, αλλά τον εντυπωσίασαν περισσότερο τα ποιήματά του, και έτσι τον συμβούλεψε να συνεχίσει να εξασκεί το ταλέντο του.
Ο Μόρισον άρχισε να γράφει στην εφηβεία του. Στο κολέγιο, άρχισε να ενδιαφέρεται πολύ για το θέατρο και την κινηματογραφία. Παρότι ο Μόρισον ήταν πολύ γνωστός τραγουδιστής και στιχουργός, συνάντησε δυσκολίες όταν έψαχνε εκδότη για την ποίησή του. Εξέδωσε μόνος του δυο λεπτούς τόμους το 1969, τους "Κυρίους" και "Τα νέα πλάσματα". Και τα δυο έργα ήταν αφιερωμένα στην Πάμελα Σούζαν (Κούρσον). Αυτά ήταν τα μόνα γραπτά του που εκδόθηκαν κατά τη διάρκεια της ζωής του.
Προσωπική ζωή
Οικογένεια
Τα παιδικά χρόνια του Μόρισον ήταν γεμάτα μετακινήσεις, όπως συμβαίνει στις οικογένειες στρατιωτικών. Ο Τζέρυ Χόπκινς αναφέρει ότι ο αδελφός του Μόρισον, Άντυ, διηγήθηκε ότι οι γονείς τους είχαν αποφασίσει να μην χρησιμοποιήσουν ποτέ σωματική βία στα παιδιά τους. Εφάρμοζαν ένα είδος στρατιωτικής πειθαρχίας και τιμωρίας, φωνάζοντας στα παιδιά και επιπλήττοντάς τα μέχρι να ξεσπάσουν σε κλάματα και να παραδεχτούν τα λάθη τους.
Από τότε που ο Μόρισον αποφοίτησε από το UCLA, διέκοψε τις επαφές με την οικογένειά του. Όταν η μουσική του ανέβηκε στα τσαρτς το 1967, είχε πάνω από ένα χρόνο να επικοινωνήσει με την οικογένειά του, και είχε ισχυριστεί ψευδώς ότι οι γονείς και τ' αδέλφια του ήταν νεκρά. Ωστόσο, ο Μόρισον εξήγησε αργότερα τις προθέσεις των πράξεών του ότι απλώς δεν ήθελε να μπλέξει την οικογένεια του στη μουσική καριέρα του.
Ο πατέρας του Μόρισον έχει δηλώσει σε επιστολή με ημερομηνία 2 Οκτωβρίου του 1970 ότι η διακοπή της επικοινωνίας με την οικογένεια ήταν αποτέλεσμα διαφωνίας σχετικά με το μουσικό ταλέντο του γιου του. Είπε ότι δεν μπορούσε να κατηγορήσει το γιο του που δεν ήθελε να επικοινωνήσει μαζί τους και ότι σε κάθε περίπτωση ήταν υπερήφανος γι' αυτόν.
Ο Μόρισον συνάντησε τη σύντροφο της ζωής του, Πάμελα Κούρσον, πολύ πριν κερδίσει δόξα και χρήματα, κι εκείνη τον ενθάρρυνε να ασχοληθεί περισσότερο με την ποίηση. Κατά καιρούς η Κούρσον χρησιμοποιούσε το επίθετο "Μόρισον" με τη φανερή συγκατάθεση του Τζιμ ή τουλάχιστον χωρίς εκείνος να νοιάζεται που το έκανε.
Η σχέση του Μόρισον και της Κούρσον ήταν θυελλώδης, με συχνούς τσακωμούς και περιόδους χωρισμού. Ο βιογράφος Ντάνυ Σάγκερμαν έχει υποθέσει ότι μέρος των δυσκολιών που είχαν μπορεί να προερχόταν από τη σύγκρουση ανάμεσα στο γεγονός ότι ήθελαν μια ελεύθερη σχέση και τις συνέπειες που είχε η ζωή σε μια τέτοια σχέση.
Το 1970, ο Μόρισον συμμετείχε σε μια κέλτικη νεοπαγανιστική τελετή αρραβώνα-γάμου (handfasting) με τη συγγραφέα επιστημονικής φαντασίας και κριτικό της ροκ Πατρίτσια Κένελυ, ενώπιον μαρτύρων. Ένας από τους μάρτυρες ήταν πρεσβυτεριανός πάστορας. Το ζευγάρι υπέγραψε ένα έγγραφο όπου δήλωναν ότι ήταν παντρεμένοι, όμως δεν έγινε κάποια από τις απαραίτητες δηλώσεις στην πολιτεία για να έχει ο γάμος νομική ισχύ. Η Κένελυ περιέγραψε τις εμπειρίες της με τον Μόρισον στην αυτοβιογραφία της Strange Days: My Life with and Without Jim Morrison, και σε μια συνέντευξη που περιέχεται στο περιοδικό Rock Wives.
Ο Μόρισον έκανε συχνά σεξ με θαυμάστριες και είχε πολλές σύντομες σχέσεις με διασημότητες, όπως τη Νίκο, τραγουδίστρια των The Velvet Underground. Για μια νύχτα ήταν με την Γκρέις Σλικ των Jefferson Airplane, και από καιρό σε καιρό με την Γκλόρια Στέιβερς, αρχισυντάκτρια του περιοδικού 16. Επίσης είχε μια συνάντηση με την Τζάνις Τζόπλιν, ενώ ήταν κι οι δυο μεθυσμένοι. Η Τζούντυ Χάντλστον αναπολεί τη σχέση της με τον Μόρισον στο βιβλίο της Ζώντας και πεθαίνοντας με τον Τζιμ Μόρισον. Τον καιρό του θανάτου του, εκκρεμούσαν 20 αγωγές πατρότητας εναντίον του, παρότι κανένας από τους ενάγοντες δεν διεκδίκησε μέρος της περιουσίας, και η μόνη περίπτωση όπου κάποιος δήλωσε δημόσια ότι ήταν παιδί του Μόρισον αποδείχτηκε απάτη.
Θάνατος
Το 1971, ο Μόρισον μετακόμισε σε ένα διαμέρισμα στο Παρίσι μαζί με την Πάμελα Κούρσον, με σκοπό να αλλάξει ζωή και να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά. Του άρεσε η αρχιτεκτονική της πόλης και έκανε μεγάλους περιπάτους εκεί, όμως σύντομα υπέκυψε στους εθισμούς του.
Εκεί έκανε και την τελευταία του ηχογράφηση σε στούντιο με δυο Αμερικανούς μουσικούς του δρόμου. Ο Μάνζαρεκ απέρριψε αυτή την ηχογράφηση ως "ασυναρτησίες μεθυσμένων". Ένα τραγούδι από αυτήν, το "Orange County Suite" ακούγεται στο bootleg "Lost Paris Tapes".
Ο Μόρισον απεβίωσε στις 3 Ιουλίου του 1971, σε ηλικία 27 ετών από καρδιακή ανακοπή.
Βρέθηκε νεκρός στη μπανιέρα του από την Κούρσον. Λόγω του ότι στο σώμα του δεν βρέθηκαν τραυματισμοί που να υποδεικνύουν είτε αυτοτραυματισμό/αυτοκτονία είτε εγκληματική ενέργεια, δεν πραγματοποιήθηκε αυτοψία από τον ιατροδικαστή. Σύμφωνα με την Κούρσoν που τον βρήκε νεκρό, το προηγούμενο βράδυ ο Μόρισον πήγε σινεμά, έφαγε, άκουσε μουσική και κατανάλωσε ουσίες. Κάποια στιγμή κατά το βράδυ σηκώθηκε λόγω αδιαθεσίας και έκανε ζεστό μπάνιο για να συνέλθει και κατέληξε από υπερβολική δόση ηρωίνης. Το σώμα του βρέθηκε στην μπανιέρα του διαμερίσματος με μια ξεραμένη σταγόνα αίματος κάτω απ' τη μύτη. Ωστόσο, το ότι οι φανατικοί θαυμαστές του δεν είδαν το σώμα του και η απουσία αυτοψίας έδωσε λαβή για πολλές εικασίες σχετικά με την αιτία θανάτου.
Ο Ντάνυ Σάγκερμαν διηγείται ότι όταν η Κούρσον επέστρεψε στις ΗΠΑ, του είπε ότι ο Μόρισον είχε πεθάνει από υπερβολική δόση ηρωίνης, την οποία είχε εισπνεύσει νομίζοντας πως είναι κοκαΐνη. Ο Σάγκερμαν σημειώνει ότι η Κούρσον έδινε διαφορετικές εκδοχές του θανάτου κατά καιρούς, τη μια λέγοντας ότι εκείνη τον είχε σκοτώσει και την άλλη ότι ο θάνατός του ήταν λάθος της. Η ιστορία με την αθέλητη λήψη ηρωίνης υποστηρίζεται από τη διήγηση του Αλέν Ρονέ, που έκανε παρέα με το ζευγάρι στο Παρίσι. Ο Ρονέ είχε γράψει ότι ο Μόρισον πέθανε από αιμορραγία αφού εισέπνευσε ηρωίνη της Κούρσον κι ότι εκείνη άθελά της αποκοιμήθηκε, αφήνοντάς τον να πεθάνει αντί να καλέσει για ιατρική βοήθεια.
Ο τάφος του Τζιμ Μόρισον στο νεκροταφείο Père Lachaise, στον οποίο υπάρχει η ελληνική επιγραφή: ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ
Ωστόσο, η πραγματική αιτία θανάτου του είναι η καρδιακή ανακοπή που προκλήθηκε από τη χρόνια εξάρτησή του από τα ναρκωτικά σε συνδυασμό με το άσθμα του. Στον τάφο του Τζιμ Μόρισον υπάρχει η ελληνική επιγραφή "ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΔΑΙΜΟΝΑ ΕΑΥΤΟΥ".
0 Σχόλια